Της Ευτυχίας – Μαρίας Μητροπούλου,
H ραγδαία ανάπτυξη και εξέλιξη των πυρηνικών όπλων θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο την ανθρωπότητα, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος του πολιτισμού του πλανήτη. Για να επιτευχθεί το σχέδιο δράσης “Global Zero”, με στόχο τη σταδιακή και εξακριβωμένη εξάλειψη των όπλων μαζικής καταστροφής, καθίσταται απαραίτητος ο περιορισμός της πυρηνικής τεχνολογίας.
Ανέκαθεν, η Ινδία, με τις υποδείξεις του Μαχάτμα Γκάντι, συνέχισε να υποστηρίζει τον πυρηνικό αφοπλισμό, ενώ σε συνεργασία με την Αμερική, συνέβαλε στον περιορισμό της διάδοσής τους. Το 1988, ο πρωθυπουργός της χώρας δε δίστασε να παρουσιάσει στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ένα σχέδιο δράσης, κατά το οποίο όλα τα έθνη δεσμεύονταν να εξαλείψουν τα πυρηνικά όπλα μέχρι το 2010, ανεξάρτητα από το αν διαθέτουν ή όχι τις ανάλογες ικανότητες, με απώτερο σκοπό την ίδρυση ενός παγκόσμιου συστήματος ασφάλειας, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Ελπίδα και αισιοδοξία στο παρόν σχέδιο έφερε το 2009 ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, παρακινώντας τα κράτη να μειώσουν τον ρόλο που διαδραματίζουν τα πυρηνικά όπλα στις στρατηγικές εθνικής ασφάλειας, τονίζοντας την ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης της Συνθήκης για τη Μείωση των Στρατηγικών Όπλων με τη Ρωσία, την επικύρωση της Συνθήκης για την Απαγόρευση των Πυρηνικών Όπλων, την ενίσχυση της Συνθήκης για τη μη διάδοσή τους και την αποτροπή απόκτησης όπλων μαζικής καταστροφής από τους τρομοκράτες.
Την εποχή εκείνη, οι χώρες που δε διέθεταν την απαραίτητη πυρηνική τεχνολογία, τόνισαν ότι η Συμφωνία για τη μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων δημιουργούσε διακρίσεις μεταξύ των κρατών, κατάσταση η οποία δεν ανατράπηκε με την επέκτασή της το 1995, οδηγώντας μεταξύ άλλων και την Ινδία σε πυρηνικές δοκιμές. Έτσι, το κράτος συνεργάστηκε με τις ΗΠΑ, για να τροποποιήσει την παραπάνω συμφωνία, λαμβάνοντας υπόψη τις επιταγές του σήμερα (ενεργειακή κρίση, τεχνολογική πρόοδος κ.ά). Η απογοητευτική εξέλιξη, όμως, της σχετικής συμφωνίας υπογράμμισε την ανάγκη στήριξης του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας με επαρκείς πόρους, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθεί η πυρηνική ενέργεια σε τομείς όπως η ιατρική, το νερό, η παραγωγή ενέργειας και η προστασία του περιβάλλοντος.
Μέχρι το 1974 η Ινδία απείχε από την ανάπτυξη πυρηνικής ικανότητας, γεγονός που ανετράπη το 1998, όταν χρησιμοποιήθηκε ως ελάχιστο αποτρεπτικό μέσο. Ειδικότερα, μετά την εισβολή της Κίνας, στην Ινδία το 1962 και την ανάπτυξη λαθραίας πυρηνικής ικανότητας από το Πακιστάν, η Ινδία δε μπορούσε να παραμείνει άπραγη, διευρύνοντας τις ιδέες για τον πυρηνικό αφοπλισμό στον ΟΗΕ.
Αδιαμφισβήτητα, οποιαδήποτε πρωτοβουλία προς έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα, οφείλει να περιλαμβάνει την απειλή ή απαγόρευση χρήσης τους από κράτος ή μη κρατικό παράγοντα, προάγοντας τον αφοπλισμό, ενώ ταυτόχρονα κρίνεται αδήριτη η ανάγκη προώθησης της ειρηνικής χρήσης της πυρηνικής ενέργειας και πρόληψης της πυρηνικής τρομοκρατίας. Επομένως, καίριας σημασίας αποτελεί η καθολική συμμετοχή των κρατών στη λήψη αποφάσεων και η ενίσχυση των μηχανισμών των Ηνωμένων Εθνών. Για τον σκοπό αυτόν, η Ινδία απέδειξε επανειλημμένα πως θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του κινήματος, για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα, προασπίζοντας τη μη διάδοσή τους και τον αφοπλισμό. Το 2005, με την πυρηνική συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Ινδίας, η τελευταία κατάφερε να επανορθώσει για τις επιφυλάξεις του παρελθόντος, διαβεβαιώνοντας τη διεθνή κοινότητα ότι είναι πρόθυμη να σταματήσει τις πυρηνικές δοκιμές, να ενισχύσει την ασφάλεια των πυρηνικών οπλοστασίων της και να διασφαλίσει την ειρηνική χρήση των πυρηνικών εξοπλισμών, υπό την επίβλεψη του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας. Για τη χώρα, το σχέδιο δράσης που παρουσίασε ο Γκάντι, μαζί με άλλα 27 κράτη, στη Διάσκεψη για τον αφοπλισμό του 1988, εξακολουθεί να αποτελεί μια ολοκληρωμένη πρωτοβουλία, η οποία καλύπτει ζητήματα όπως το εμπόριο πυρηνικών δοκιμών, το σχάσιμο υλικών και την εξάλειψη των αποθεμάτων των πυρηνικών όπλων. Σε γενικές γραμμές, η χώρα στοχεύει στην απαγόρευση νομιμοποίησης των πυρηνικών όπλων και στη μείωση της πρόσβασης σε αυτά από τους τρομοκράτες, ενώ μεριμνά για την απαγόρευσή τους στο διάστημα. Στη συνέχεια, τον Απρίλιο του 2010, σημειώθηκε η Διάσκεψη Κορυφής για την παγκόσμια πυρηνική ασφάλεια, αποσκοπώντας στην απαγόρευση νομιμοποίησης των πυρηνικών όπλων, με τη Ρωσία και τις ΗΠΑ να αναλαμβάνουν ηγετικό ρόλο.
Γεννημένη το 1998, βρίσκεται στο 4ο έτος των σπουδών της στο τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι γνώστρια της Αγγλικής, Γαλλικής, Ισπανικής και Ιταλικής γλώσσας. Το επαγγελματικό της ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στο Διεθνές Δίκαιο και τη Διπλωματία, για τα οποία έχει παρακολουθήσει πληθώρα σεμιναρίων και έχει συμμετάσχει σε Μοντέλα Ηνωμένων Εθνών. Αυτή την περίοδο έχοντας γυρίσει από την Πράγα με το πρόγραμμα Erasmus, κάνει την πρακτική της άσκηση και μαθαίνει μια επιπλέον ξένη γλώσσα.