Του Μιχάλη Σταματόπουλου,
Στη Γαλλία του 13ου αιώνα κυριαρχούσε το σύστημα της φεουδαρχίας, με τους φεουδάρχες να έχουν, μέχρι ένα σημείο, μεγάλο βαθμό ανεξαρτησίας, δύναμης, πλούτου και ελευθερίας. Το φυσικό αποτέλεσμα όλης αυτής της κατάστασης που προϋπήρχε, ήταν το ότι δεν υπήρχε ένα κραταιό και ενωμένο Γαλλικό βασίλειο, αλλά παράλληλα έλειπαν και έννοιες όπως η εθνική ενότητα και η συνείδηση. Ταυτόχρονα, στην επαρχία του Λάνγκντοκ, τη σημερινή Οξιτανία (Occitanie), στην οποία εδράζονταν ακμάζουσες πόλεις όπως η Τουλούζη και το Φουά, υπήρχε έντονη οικονομική ανάπτυξη, κάτι το οποίο σήμαινε ότι είχε και πολλούς Εβραίους κάτοικους. Ακόμη, στην περιοχή υπήρχαν μονάρχες από τις περιοχές της Καταλανίας, κάτι που έκανε την εξουσία του Γαλλικού στέμματος και της Καθολικής Εκκλησίας να μην έχει ιδιαίτερη ισχύ. Έτσι, στο προσκήνιο ήρθαν οι «Καθαροί» ή «Αλβιγηνοί», δημιουργώντας μία πανίσχυρη θρησκευτική αίρεση.
Η ονομασία «Αλβιγηνός» έχει σχέση με τη γαλλική πόλη του Αλμπί (Albi), που ήταν στις όχθες του ποταμού Ταρν και ήταν λίγα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Τουλούζης. Επιπλέον, για τον όρο «Καθαρός» υπάρχουν δύο εξηγήσεις: η πρώτη έχει προέλευση από την ελληνική λέξη «καθαρός» και συμβόλιζε την αγνότητα και η δεύτερη στηρίζεται στη θεωρία ότι η ρίζα του χαρακτηρισμού «Καθαρός» έχει σχέση με τη γερμανική λέξη «Ketter», που σημαίνει αιρετικός. Η αίρεση είναι ήδη υπαρκτή από τον 12ο αιώνα και εντοπίζεται στη νοτιοδυτική Γαλλία, με κεντρικό σημείο την πόλη Αλμπί και σε ορισμένες περιοχές της Ιταλίας.
Το θρησκευτικό υπόβαθρο της αίρεσης των «Καθαρών» έχει άμεση σχέση με τη φιλοσοφική και θρησκευτική θεωρία του «Δυϊσμού», στην οποία υποστηρίζεται ότι υπάρχουν δύο απόλυτες αρχές και αυτές οι αρχές είναι αντίθετες, όπως το κακό και το καλό, ο Θεός και ο Διάβολος ή η διαφορά μεταξύ του πνεύματος και της ύλης.
Τα μέλη της χριστιανικής αυτής αίρεσης απέρριπταν και δεν αναγνώριζαν την Καθολική Εκκλησία και τον Πάπα, θεωρώντας πως έχει χαθεί ο αληθινός σκοπός της πίστης, υπάρχουν δε αναφορές πως αποκαλούσαν την Καθολική εκκλησία με τους χαρακτηρισμούς: «Εκκλησία των Λύκων» ή «Εκκλησία του Κακού». Οι ίδιοι αρνούνταν τα Επτά Μυστήρια της Εκκλησίας, την ανθρώπινη φύση του Χριστού και την Ανάσταση, την προσευχή και τη λατρεία των εικόνων, τη Σύνοδο της Νίκαιας. Επιπλέον, υπάρχει ιεραρχία με τους εξής βαθμούς «credents», δηλαδή «λαϊκούς», αυτούς που χρειάζονταν πορεία για τη μεταστροφή και τους «perfects», δηλαδή τους «κληρικούς» ή «τέλειους», που ουσιαστικά είχαν βρει τον δρόμο της αλήθειας και της σωτηρίας. Τα μόνα μυστήρια που είχαν, ήταν το consolamentum (παραμυθία), που είχε σκοπό τον εξαγνισμό της ψυχής πριν από τον θάνατο και το melioramentum (βελτίωση), που σαν σκοπό είχε την προσευχή από κάποιον perfecti για τη σωτηρία ενός λαϊκού. Οι καταβολές της αίρεσης αυτής εικάζεται ότι προέρχονται από ανατολικές περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και βασίζονταν στις θεωρίες των Βογομίλων της Βουλγαρίας, των Παυλικιανών και υπάρχει θεωρία ότι μεγάλη επιρροή στην αίρεση αυτήν είχε η αίρεση του Αρρειανισμού.
Η Καθολική Εκκλησία ήταν ιδιαίτερα ενοχλημένη με την παρουσία των αιρετικών και συχνά υιοθετούσε το δόγμα της μηδενικής ανοχής, κάτι το οποίο φαίνεται από την καταδίκη της αίρεσης από τις Συνόδους της Βιέννης και της Τουλούζης. Βέβαια, το 1147 ο Πάπας Ευγένιος Γ’ έστειλε καθολική ιεραποστολή, ώστε να τους επαναφέρει πίσω στους κόλπους της Εκκλησίας, με τα αποτελέσματα να είναι αποκαρδιωτικά. Παρά τους αφορισμούς και τα αναθέματα, η αίρεση των «Καθαρών» έδειχνε να παραμένει ακλόνητη.
Ο επόμενος Πάπας που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τους «Καθαρούς» ήταν ο διαβόητος Ιννοκέντιος Γ’, ο οποίος οργάνωσε τη Δ’ Σταυροφορία, που άλωσε την Κωνσταντινούπολη το 1204. Ο ίδιος προσπαθούσε να πείσει τον Φίλιππο Β’ Αύγουστο της Γαλλίας να εκστρατεύσει εναντίον των «Καθαρών», με τον ίδιο όμως να μη θέλει να ασχοληθεί ιδιαίτερα. Η αφορμή θα δοθεί το 1208, με τη δολοφονία του ποντιφικού εκπροσώπου Πετρ ντε Καστελνώ, από υπήκοο του Ρεμούνδου Στ’ της Τουλούζης. Έτσι, μόνος του ο Ιννοκέντιος δίνει το έναυσμα για την αρχή Σταυροφορίας, πείθοντας τους πιο σκληροτράχηλους και φιλοπόλεμους Βαρώνους να συμμετάσχουν. Η πρώτη επιχείρηση έγινε στην πόλη Μπεζιέρ, όπου ο παπικός επίτροπος του στρατεύματος Άρνολντ Αμάλρικ είπε το περίφημο: «Σκοτώστε τους όλους! Σίγουρα, ο Κύριος θα αναγνωρίσει τους δικούς του». Αυτή η σφαγή ήταν το έναυσμα για την αιματοχυσία, τους ακρωτηριασμούς και τις πυρές της Ιεράς Εξέτασης, που θα ακολουθούσε. Αργότερα, ήρθε η σειρά του Καρκασόν, όπου οι κάτοικοι έφυγαν μόνο με τα εσώρουχα μέσα από την πόλη. Υπήρξαν πολλές μάχες, οι οποίες κατέληξαν σε χρόνιο αδιέξοδο, κι έτσι στις 12 Απριλίου 1229 υπογράφηκε η Συνθήκη του Παρισιού, στην οποία ο Ραϊμόνδος ο Ζ’ δήλωνε υποτέλεια στον Λουδοβίκο Θ’ της Γαλλίας και την εγκατάσταση της Ιεράς Εξέτασης στο Λαγκντόκ.
Από το 1230 έως το 1243 η αίρεση υπήρχε ακόμα, και επιπλέον υπήρχαν κατά τόπους εξεγέρσεις από τους «Καθαρούς». Καθαροί είχαν οχυρωθεί στην ακρόπολη του Μοντσεγκούρ και όσο υπήρχαν, η αίρεση θα ήταν ζωντανή. Έτσι, με αρχηγούς τον Πιερ Αμιελ, επίσκοπο της Ναρμπόν και τον Υγκ ντεζ Αρκί ξεκινά μια λυσσαλέα πολιορκία, καθώς το οχυρό ήταν σε δυσπρόσιτη τοποθεσία. Στην αρχή όλα ήταν ευνοϊκά για τους πολιορκημένους, όμως τα στρατεύματα των πολιορκητών που αποτελούνταν από σκληραγωγημένους Γασκώνους επέμεναν, και τον Φεβρουάριο του 1244 τα πράγματα ήταν τραγικά για τους πολιορκημένους. Η μόνη τους σωτηρία θα ήταν η εξωτερική βοήθεια, που ποτέ δεν ήρθε. Ο Ραϊμόνδος Ζ’ δεν προχώρησε σε βοήθεια, κι έτσι ο υπερασπιστής του κάστρου Πιερ-Ροζέ ντε Μιρπουά ζήτησε ανακωχή και παράδοση υπό όρους, κάτι που έγινε δεκτό. Όσοι παραδόθηκαν αποχώρησαν ανενόχλητοι, όμως ένας μικρός αριθμός 200 περίπου ατόμων αρνήθηκε να εγκαταλείψει την πίστη του, με αποτέλεσμα στις 16 Μαρτίου 1244 να εκτελεστεί στις πυρές της Ιεράς Εξέτασης. Τα τελευταία μέλη της αίρεσης που προσπάθησαν να την αναβιώσουν, εκτελούνται στις αρχές του 14ου αιώνα.
Τέλος, η αίρεση των «Καθαρών» που ταλάνισε το γαλλικό Στέμμα και την Παπική εξουσία, καταπολεμήθηκε όχι τόσο επειδή η φιλοσοφία της ήταν αντίθετη στον καθολικισμό, αλλά γιατί ο Πάπας και πολλοί Βαρώνοι του Βορρά εποφθαλμιούσαν τα εύφορα εδάφη και τα φέουδα του γαλλικού νότου. Μια σημαντική πτυχή της ιστορίας είναι η δυναμική του Πάπα και του Βατικανού, που πραγματικά λειτουργούσαν αυτόνομα και χωρίς, ακόμα, την άδεια των νόμιμων ηγεμόνων. Πάντως, οι καθαροί έμειναν στο προσκήνιο της έρευνας μέχρι και σήμερα, καθότι πολλοί τους συνδέουν με διάφορα γεγονότα, όπως την ύπαρξη του Άγιου Δισκοπότηρου.
Βιβλιογραφία
- Τσιρπανλής Ν. Ζαχαρίας, Η Μεσαιωνική Δύση (5ος-15ος αι.) Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2004 – σελ. 329-333
- Κουφογιώργος Χ. Γεώργιος, Η πολιορκία του Μοντσεγκούρ-Η Σταυροφορία εναντίον των «Καθαρών», Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις Περισκόπιο-τεύχος 115, Μάρτιος 2006 – σελ. 68-73
- Μιχαηλίδης Απόστολος, Η αίρεση των Καθαρών: Ιστορία και Παραϊστορία, Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 572, Φεβρουάριος 2016 – σελ. 32-44 (https://www.academia.edu/)