Της Εύας Μόσχου,
Στην Ιστορία της Τέχνης, ο 16ος αιώνας θεωρείται περίοδος μετάβασης: Μετάβαση από την ‘Ώριμη Αναγέννηση, που επεδίωκε τη μίμηση της φύσης και την ευκρίνεια, στην απόδοση μορφών και χώρων, στον Μανιερισμό: Ένα νέο, αντιδραστικό κίνημα, που έδινε στον καλλιτέχνη τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων. Οι καλλιτέχνες είχαν απεριόριστες επιλογές ως προς τη διαμόρφωση χαρακτήρων, αντιρεαλιστικών πολλές φορές, με έντονες εκφράσεις και υπερβολές στην ανατομική διάπλαση.
Σε αυτή, λοιπόν, την εποχή έδρασε, κυρίως στη Φλωρεντία, ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες της, ο Jacopo Carucci da Pontormo (1494-1557), γνωστός κι ως Pontormo, προσωνύμιο που έλαβε λόγω του τόπου γέννησής του, στην Τοσκάνη. Σε νεαρή ηλικία μαθήτευσε κοντά σε καταξιωμένους καλλιτέχνες της Ώριμης Αναγέννησης. Δάσκαλός του, μεταξύ άλλων, ήταν ο Leonardo da Vinci (1452-1519), ενώ μεγάλος θαυμαστής της ώριμης περιόδου των έργων του, υπήρξε ο Μιχαήλ Άγγελος (1475-1564). Ως χαρακτήρας, κρίθηκε απόμακρος, εργατικός και σεμνός. Δε δεχόταν παραγγελίες αποσκοπώντας σε υπέρογκα ποσά, αλλά στην καλλιτεχνική του εξέλιξη. Πέθανε το 1557, σε ηλικία 65 ετών, ενώ η φήμη του σύντομα ξεχάστηκε. Αναβίωσε μόνο κατά τον 20ο αιώνα, όταν εμφανίστηκαν κινήματα όπως ο Ιμπρεσιονισμός, ο Φωβισμός κλπ.
Όντας, λοιπόν, στο μεταίχμιο δύο κινημάτων και νεαρός σε ηλικία, δέχθηκε το 1515 μια αξιόλογη, ιδιωτική παραγγελία. Αποτελούσε για αυτόν, ένα σημείο καμπής, καθώς ήταν πλέον ο καιρός να αφήσει τα παραδοσιακά Αναγεννησιακά διδάγματα και να προχωρήσει, δίχως περιορισμούς, αναζητώντας την καλλιτεχνική του ταυτότητα.
Η ιστορία του Ιωσήφ
Ο παραγγελιοδότης, Salvi Borgherini, επιθυμούσε να προσφέρει ως γαμήλιο δώρο στον γιο του, Pierfrancesco Borgherini, τη διακόσμηση της νυφικής κρεβατοκάμαρας του ζεύγους, στην οικία τους, στο Palazzo Borgherini (σήμερα ονομάζεται Rosselli del Turco). Η ανάθεση, σαφώς, δεν έγινε αποκλειστικά στον Pontormo. Τέσσερις καλλιτέχνες συνεργάστηκαν, ως το 1518, οπότε και ολοκληρώθηκε το έργο τους. Το θέμα ήταν προαποφασισμένο: Η ιστορία του Ιωσήφ, έτσι όπως αποδίδεται στην Παλαιά Διαθήκη. Το ερώτημα που γεννάται όμως είναι το εξής: Γιατί ένας πατέρας επιλέγει να εντοιχίσει έπιπλα και τοίχους με δεκατέσσερα πάνελ, ενός θέματος, τουλάχιστον τριάντα αιώνων;
Προτού δούμε, όμως, αναλυτικά, το πιο γνωστό από τα τέσσερα πάνελ που φιλοτέχνησε ο Pontormo, τον Ιωσήφ με τον Ιακώβ στην Αίγυπτο, ας κάνουμε μια μικρή επισκόπηση σε αυτή την περίφημη ιστορία. Ο Ιωσήφ, γιος του Ιακώβ, ζούσε με τα αδέρφια του στη γη Χαναάν. Η ακριβής χρονολογία των γεγονότων παραμένει ασαφής, ωστόσο διαδραματίστηκαν κατά την περίοδο της εξουσίας των Υξώς στην Αίγυπτο (περ. 1600 π.Χ). Η εναλλαγή στον θρόνο στα χρόνια αυτά ήταν συνεχής, γι’ αυτό και η χρονολογία μάς είναι απροσδιόριστη. Πίσω, λοιπόν, στην ιστορία, ο Ιωσήφ, ο πιο αγαπητός γιος του Ιακώβ, λόγω της ζηλοφθονίας των αδερφών του, πωλήθηκε ως δούλος στον Πετεφρή, τον αρχηγό της φρουράς του Φαραώ. Σύντομα όμως, ο Φαραώ αντιλήφθηκε την ιδιαίτερη ικανότητα του Ιωσήφ να προβλέπει το μέλλον και έτσι ανελίχθηκε κοινωνικά, κατέχοντας διοικητικά αξιώματα. Λίγα χρόνια αργότερα, τα αδέρφια του επισκέφτηκαν την Αίγυπτο, καθώς λιμός είχε ξεσπάσει στη γη τους. Ο Ιωσήφ τότε, ενθυμούμενος τις δολοπλοκίες των αδερφών του, όταν τον έδιωξαν και σκηνοθέτησαν τον θάνατό του, αποφάσισε να τους τιμωρήσει. Γρήγορα όμως, τους συγχώρεσε, χάρη στην ταπεινότητα και την ευγένεια του χαρακτήρα του. Το επεισόδιο που θα δούμε παρακάτω, αποτελεί και την ολοκλήρωση της ιστορίας, όταν ο Ιωσήφ συναντά ξανά τον πατέρα του και τον παρουσιάζει στον Φαραώ.
Ο Ιωσήφ με τον Ιακώβ στην Αίγυπτο
Αρχίζοντας από το κάτω μέρος της σκηνής, αριστερά ο Ιωσήφ, φορώντας ωχρό χιτώνα, μωβ μανδύα και κόκκινο καπέλο, παρουσιάζει τον πατέρα του στον Φαραώ. Ως δείγμα σεβασμού, αφαιρεί το καπέλο και αναγγέλλει τον Ιακώβ, έναν γενειοφόρο ηλικιωμένο. Ο Φαραώ, τυλιγμένος με ωχρό χιτώνα, καλωσορίζει τον επισκέπτη, ενώ πλήθος κόσμου ξεχύνεται πίσω του, προκειμένου να δει τη συνάντηση. Το μόνο φυσικό εμπόδιο που συναντούν, μοιάζει να είναι ο ίδιος ο Φαραώ. Στο σημείο αυτό, επομένως, συναντάμε ένα μανιεριστικό στοιχείο, αφού χάνεται κάθε αίσθηση όγκου και ικανότητας αντίστασης έναντι της ασκούμενης πίεσης.
Στο κέντρο, στο παρασκήνιο πλήθος μορφών, προσπαθεί να εκφράσει τις ανάγκες του. Έχουν τοποθετηθεί στοιβαγμένοι κάτω από τη σκάλα. Ωστόσο, το μόνο που ξεχωρίζει είναι ένας σωρός κεφαλών κι όχι σώματα, όπως θα ήταν λογικό. Ρεαλιστικά δεν θα ήταν δυνατό τόσες φιγούρες να χωρέσουν σε ένα μικροσκοπικό περιβάλλον. Αυτή όμως είναι η καινοτομία του Μανιερισμού: Η υπερίσχυση του οράματος έναντι της στείρας πραγματικότητας.
Συνεχίζοντας, εκπρόσωπος του λαού, κρατώντας το καπέλο του, το οποίο προτάσσει, πλησιάζει διστακτικά, ζητώντας ελεημοσύνη. Ο Ιωσήφ όμως, στα δεξιά, μοιάζει να είναι απορροφημένος απ’ ένα άλλο γεγονός. Καθισμένος στην άμαξά του, με μια απότομη, περιστροφική κίνηση, μάλλον αδύνατη ανατομικά, λαμβάνει επιστολή. Ενισχυτικά, η στάση θυμίζει τη μορφή του Θεού, από το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου «Η Δημιουργία του Αδάμ». Πιθανώς ενημερώνεται για την επιδείνωση της υγείας του πατέρα του. Η άμαξά του σέρνεται από τρεις μικρούς ερωτιδείς, υποδηλώνοντας την υπεροχή του επί των πνευμάτων. Δίπλα του ένας μικρός ερωτιδέας σε στήλη, σαν ζωντανό άγαλμα, προωθεί τη δράση στην επόμενη σκηνή, με χαρακτηριστική κίνηση του δακτύλου.
Ακολουθώντας την υπόδειξη του ερωτιδέα, φθάνουμε στην τρίτη σκηνή. Ο Ιωσήφ με έναν από τους γιους του, ανεβαίνει μια καμπυλωτή σκάλα, που υποθετικά οδηγεί στο νεκρικό υπνοδωμάτιο του Ιακώβ. Ο ισχυρισμός αυτός, βασίζεται στο γεγονός πως η κορυφή της σκάλας δεν μοιάζει να συνδέεται άμεσα με το δωμάτιο. Πρόκειται για ακόμα ένα ονειρικό στοιχείο του έργου. Στην άκρη της, αναμένει η σύζυγος του Ιωσήφ και ο δεύτερος γιος του.
Η ιστορία κορυφώνεται σε ένα μικρό χώρο, ανίκανο, υπό πραγματικές συνθήκες να χωρέσει ολόκληρη την οικογένεια του Ιακώβ. Λίγο πριν ξεψυχήσει, ευλογεί τους γιους του Ιωσήφ, ξεκινώντας από τον μικρότερο, προκαλώντας αίσθηση, καθώς συνηθίζεται να προηγείται ο μεγαλύτερος. Αυτή η κίνηση μπορεί να ερμηνευθεί ως εξής: Πιθανώς η ευλογία του μικρότερου να συνδέεται με τη χριστιανική υπόσχεση για τη σωτηρία του λαού του Ισραήλ, ενώ αντίθετα ίσως σχετίζεται με τη μετέπειτα κυριαρχία των λαών, έναντι των αδύναμων Εβραίων.
Αφού σχολιάσαμε εικονογραφικά το έργο, ας προχωρήσουμε στην ερμηνευτική προσέγγισή του. Αρχικά, τα αγάλματα ασκούν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πιθανώς να αντιπροσωπεύουν τρεις ηλικιακές κατηγορίες, προκειμένου να κλείσει με σαφήνεια η ιστορία: Ο Ιωσήφ πωλήθηκε ως παιδί, έγινε ένας ώριμος ενήλικας, με διοικητικά καθήκοντα και τώρα αποχωρίζεται τον ηλικιωμένο πατέρα του, παίρνοντας αυτός τα ηνία της οικογένειας.
Αξιοπερίεργη είναι κι η μορφή που στέκεται χαμηλά στις σκάλες του παλατιού. Οι μελετητές αναγνωρίζουν σ’ αυτή τη φιγούρα ένα πορτρέτο του Bronzino (1503-1572), αγαπημένου μαθητή του Pontormo. Επιρροή, αποτελεί ένα χαρακτικό του Marcantonio Raimondi (1480-1534), που απεικονίζει, πιθανώς τον Ραφαήλ (1483-1520).
Εντύπωση προκαλεί και το αρχιτεκτονικό σκέλος του έργου. Το τοπίο μοιάζει εξωπραγματικό ενώ η χρήση ατμοσφαιρικής προοπτικής στο παρασκήνιο, τονίζει επιπλέον το ακατανόητο. Για να δηλώσει τη σύνδεση με την Αίγυπτο, δανείστηκε στοιχεία από το έργο του Lucas van Leyden (1494-1533), «Ιδού ο Άνθρωπος».
Γιατί επιλέχθηκε το συγκεκριμένο θέμα;
Έχοντας αποκρυπτογραφήσει το έργο και έχοντας πλήρη γνώση της ιστορίας, μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα που θέσαμε αρχικά. Γιατί επιλέχθηκε αυτό το θέμα; Αρχικά, στη Φλωρεντία του 16ου αιώνα, το θέμα ήταν ιδιαίτερα προσφιλές. Αυτό είναι κατανοητό, καθώς η πόλη την περίοδο αυτή, βρισκόταν υπό συνεχείς πολιτικές αναταραχές. Οι προσπάθειες αποτίναξης των Μεδίκων, η εγκαθίδρυση Δημοκρατίας, αλλά και οι εξωτερικές απειλές, οδηγούσαν την τέχνη σε θέματα που απέπνεαν δικαιοσύνη. Συνάμα, είναι και ένα διδακτικό έργο, που επιδιώκει να απομακρύνει άπληστες σκέψεις, οδηγώντας έτσι στην πνευματική και ηθική ανύψωση. Συγκεκριμένα όμως, ο Salvi Borgherini, γνωρίζοντας το ευτυχές τέλος της ιστορίας του Ιωσήφ, θεωρούσε πως η παρουσία της στην κρεβατοκάμαρα συνιστούσε ευνοϊκό οιωνό. Ο Pierfrancesco, τραπεζίτης στο επάγγελμα, ταξίδευε συχνά, οπότε η σκέψη του πατέρα του, Salvi, ήταν η εξής: Αφού ο Ιωσήφ ξεπέρασε τις δυσκολίες με πίστη και επέστρεψε στην οικογένειά του, ο δικός του γιος, θα είχε παρόμοια τύχη. Σε ένα άλλο επίπεδο, βέβαια, ο τραπεζίτης Pierfrancesco, επεδίωκε τη συνεχή εξέλιξή του, ώστε να αποτελέσει σημαντικό μέλος της κοινωνίας. Ο Salvi Borgherini, λοιπόν, συσχέτισε όχι μόνο την καλοτυχία του Ιωσήφ, με εκείνη που ήλπιζε και για τον γιο του, αλλά και τη διοικητική θέση που κατέλαβε ο νεαρός δούλος, με τις δυναστικές βλέψεις της οικογένειάς Borgherini.
Κατ’ αυτόν, συμπερασματικά, η ευτυχής κατάληξη της ζωής του Ιωσήφ, προμήνυε μια θετική έκβαση και για τον Pierfrancesco. Συλλήβδην, επιχείρησε να ταυτίσει τα δύο πρόσωπα, θεωρώντας πως έτσι εξασφάλιζε ευμάρεια στους νεόνυμφους.
Βιβλιογραφία
- Braham Allan, “The Bed of Pierfrancesco Borgherini”, The Burlington Magazine 121 (1979), σ. 754-765.
- Krystof Doris, Pontormo, Γερμανία 1998.
- Morford Michael David, Jacopo Carucci da Pontormo: The Influence of Dreams on his Painting Style, Διπλ. εργασία, Texas Christian University 2000.
- Shearman John, Mannerism, Harmondsworth 1967.
- Vasari Giorgio, Lives of the Painters, Sculptors and Architects, επιμ. Gaston De Vere, 2 τ., Νέα Υόρκη 1996.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1997. Σπούδασε στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, με ειδίκευση στην Αρχαιολογία και την Ιστορία της Τέχνης. Το 2019 πραγματοποίησε την πρακτική της άσκηση στο Μουσείο Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας Κώστα Κοτσανά, στο Κολωνάκι. Συμμετέχει ενεργά σε σεμινάρια σχετικά με την Τέχνη και τη Μουσειολογία, ενώ επόμενος στόχος της είναι ένα μεταπτυχιακό στον τομέα του Πολιτισμού.