Του Άγγελου Μαρίνου,
Μια αναμενόμενη αρνητική προσαρμογή έκανε την εμφάνισή της στο χρηματιστήριο αυτή την εβδομάδα. Ο Γενικός Δείκτης κατέληξε στις 646 μονάδες, ένα διόλου κατατοπιστικό σημείο για τις αγορές. Αμφότεροι οι αγοραστές και οι πωλητές φαίνονται να διακατέχονται από αμφιβολία για τη συνέχεια.
Απ’ τη πλευρά των αγοραστών, δεν είναι γνωστό ακόμα αν θα προηγηθεί συσσώρευση στα τωρινά επίπεδα του χρηματιστηρίου πριν γίνει η απόπειρα για το επόμενο άλμα, που θα ωθήσει το χρηματιστήριο πάνω από τις 700 μονάδες. Η απειλή ενός δεύτερου lockdown παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτή την αναμονή των αγοραστών για περισσότερες πληροφορίες. Επιπλέον, όμως, δεν τους είναι γνωστές οι πραγματικές προθέσεις των πωλητών. Μία σθεναρή αντίσταση στο όριο των 680 μονάδων, χωρίς συνεκτική επίθεση από τους αγοραστές, θα οδηγούσε σε αχρείαστες μετέπειτα καθυστερήσεις στην άνοδο, καθώς και θα αποτελούσε δυνητικά μία παντελώς αχρείαστη βιασύνη.
Από την άλλη όμως, ούτε οι πωλητές παρουσιάζονται ως σταθεροί στην τάση τους. Παρότι είναι σχεδόν βέβαιο, βάσει των τωρινών συνθηκών, πως θα συνεχίσουν να εμφανίζουν αντίσταση στη περιοχή των 680 μονάδων, η εικόνα αυτής της εβδομάδας προδίδει αμφιβολία και από τη πλευρά των πωλητών. Εάν υπήρχε κάποια κοινή αντίληψη στο νου των πωλητών για πίεση, αυτή θα είχε εκδηλωθεί με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα. Αντί αυτού, οι «ομοβροντίες» των πωλητών παρουσιάστηκαν ασυντόνιστες και χωρίς συγκεκριμένο στόχο. Ο μόνος λόγος που κατάφεραν να οδηγήσουν το Γενικό Δείκτη στο να απολέσει 30 και πλέον μονάδες ήταν η έλλειψη διάθεσης για αντίσταση απ’ τη πλευρά των long θέσεων.
Βρισκόμαστε δηλαδή σε μία κατάσταση, όπου τόσο οι αγοραστές όσο και οι πωλητές μπορούν να πιέσουν για παραπάνω «έδαφος», δεδομένης της στρατηγικής των αντιφρονούντων, αλλά δεν το κάνουν διότι εύλογα φέρουν αμφιβολίες για το ποια είναι η πραγματική κατάσταση στην αγορά, ή μάλλον ποια θα είναι τις επόμενες ημέρες.
Ωστόσο, ανάμεσα στις δύο πλευρές, τα δεδομένα γέρνουν κυρίως υπέρ των αγοραστών. Οι ειδήσεις με τη μεγαλύτερη βαρύτητα αφορούν το σχέδιο της Κομισιόν, καθώς και η σχετική ανθεκτικότητα των τραπεζικών μετοχών, παρά την αρνητικότητα που προκλήθηκε από τη διαδικασία αναδιάρθρωσης των δεικτών της MSCI. Στο σύνολό τους οι επενδυτικοί οίκοι, δηλώνουν πως οι ελληνικές μετοχές, με εξαίρεση αυτές του τραπεζικού κλάδου, αποτελούν επιλογές με ελκυστική σχέση ρίσκου-οφέλους. Επομένως, αποτελούν το μακροπρόθεσμο play για τις long θέσεις, εφόσον υπάρχει επαρκής σταθερότητα στο περιβάλλον για να γίνει ασφαλέστερα αντιληπτό το σωστό timing. Αλλά ακόμα και όσον αφορά τις αναλύσεις τους περί τραπεζών, οι επενδυτικοί οίκοι δεν εμφανίζουν έντονη αρνητικότητα. Η κοινή αντίληψη φαίνεται να υποστηρίζει πως οι τράπεζες έχουν εξασφαλιστεί για το επόμενο διάστημα, τόσο λόγω της ρευστότητας, όσο και λόγω των θεσμικών προσαρμογών στους οποίους προχώρησαν οι αρμόδιες Αρχές για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Παρότι, λοιπόν, όλα τα ενδεικτικά στοιχεία δείχνουν ότι η ανηφόρα είναι μονόδρομος, το πιθανότερο είναι να υπάρξει συσσώρευση στα παροντικά επίπεδα πριν από οποιαδήποτε επιχείρηση για το ξεπέρασμα των 700 μονάδων. Οι λόγοι είναι πολλοί, αλλά ο πλέον συγκεκριμένος λόγος είναι η ψυχραιμία των επενδυτών. Ακόμα και αν έχουν την ικανότητα να ξεπεράσουν το όριο των 700 μονάδων, είναι πολύ νωρίς για ένα τέτοιο εγχείρημα. Το πιο πιθανό είναι οι αγοραστές να περιμένουν για μία περίοδο οπού θα γνωρίζουν ότι δεν θα υπάρξει επόμενο lockdown, ή θα γνωρίζουν τη μορφή του.
Επιπλέον, εφόσον υπάρξουν στοιχεία για τον τουρισμό, καθώς και άλλους τομείς, θα υπάρξει μεγαλύτερο κλίμα σιγουριάς. Οι αγοραστές, λοιπόν, δεν βιάζονται, διότι αναγνωρίζουν ότι είναι καλύτερο να σπάσουν το φράγμα πανηγυρικά και με βεβαιότητα, παρά βιαστικά και με δυσκολία. Γνωρίζουν ότι εάν δείξουν υπομονή το πιο πιθανό είναι να σπάσουν και το επόμενο φράγμα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, αντί να αντιμετωπίζουν εκ νέου σκέψεις περί συσσώρευσης στη περιοχή μεταξύ των 680 και 700 μονάδων.
Το ποια στρατηγική θα επιλεχθεί βέβαια εν τέλει, θα εξαρτηθεί κυρίως από την ειδησιογραφία των επόμενων εβδομάδων. Εάν, παραδείγματος χάρη, απορριπτόταν κατηγορηματικά από τις κυβερνήσεις η πιθανότητα για οποιασδήποτε μορφής lockdown, οι αγορές θα αντιδρούσαν θετικά με μεγάλη ταχύτητα, προσαρμόζοντας την προσέγγισή τους. Βέβαια, το συγκεκριμένο παράδειγμα είναι αμφιλεγόμενης σημασίας για την Ελλάδα, καθώς η απειλή ενός ακόμα lockdown λειτουργεί ως διεγερτικό για τον τουριστικό τομέα και άρα και για την Ελληνική οικονομία. Το point του αφηγήματος παραμένει το ίδιο.
Σε ημερησία βάση, η εβδομάδα χρηματιστηριακά ξεκίνησε την Τρίτη, μετά την αργία του Αγίου Πνεύματος τη Δευτέρα, με μια διορθωτική συνεδρίαση, που καταγράφηκαν απώλειες 0,70%, με το ΓΔ να κινείται στις 678,68 μονάδες. Το αρνητικό κλίμα παρέμεινε στην αγορά και στη συνεδρίαση της Τετάρτης που σημειώθηκαν υψηλές ζημίες 2,36%, με το ΓΔ να κατρακυλά στις 662,67 μονάδες. Την Πέμπτη, ο Γενικός Δείκτης έκλεισε με νέες απώλειες 2,68% και στις 644,90 μονάδες, αδυνατώντας να ξεφύγει από το πτωτικό σπιράλ. Οι απώλειες του τριημέρου έφτασαν το 5,6% για την ελληνική αγορά. Η εικόνα του χρηματιστηρίου διαφοροποιήθηκε την Παρασκευή, τελευταία ημέρα της εβδομάδας. Συγκεκριμένα, ο ΓΔ επέστρεψε τελικά στα κέρδη, με άνοδο 0,29%, τοποθετούμενος τελικά στο επίπεδο των 646,80 μονάδων.