Της Ευρυδίκης Παπαβαρνάβα,
Η Ινδία, η δεύτερη σε αριθμό κατοίκων χώρα παγκοσμίως, μετράει 298.283 κρούσματα και 8.501 θανάτους και καταλαμβάνει την 6η θέση παγκοσμίως, ως προς τον αριθμό κρουσμάτων. Κατά την «DW», η κυβέρνηση έχει κριθεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αφού το σύστημα δημόσιας υγείας στο Mumbai είναι στα πρόθυρα κατάρρευσης και τα νοσοκομεία στην πρωτεύουσα, Νέο Δελχί, είναι υπερφορτωμένα. Παρόλα αυτά, η ίδια η κυβέρνηση υποστηρίζει πως κατάφερε να περιορίσει την εξάπλωση του ιού σε μεγάλο βαθμό και προχώρησε σε χαλάρωση των μέτρων. Όμως η Ινδία, μια ομοσπονδιακή κοινοβουλευτική δημοκρατία, έχει επικριθεί για την απόκρυψη πληροφοριών, όσον αφορά στο χειρισμό της πανδημίας, αλλά και για την έλλειψη ελευθερίας του Τύπου στη χώρα.
Οι «Global media watchdogs» έχουν δηλώσει πως δημοσιογράφοι που κρίνουν την αντιμετώπιση της κυβέρνησης του Πρόεδρου Ram Nath Kovind και του Πρωθυπουργού Narendra Modi, όσον αφορά στην πανδημία του COVID-19, έρχονται αντιμέτωποι με απειλές, παρενοχλήσεις και συλλήψεις. Το «International Press Institute» δηλώνει πως πέντε δημοσιογράφοι που επισήμαναν την άθλια κατάσταση εργαζομένων με βίντεο είχαν καταγγελθεί για διασπορά ψευδών δημοσιευμάτων, σύμφωνα με το Άρθρο 54 του Νόμου Αντιμετώπισης Καταστροφών, αδίκημα το οποίο επιφέρει μέχρι και με φυλάκιση σε οποιονδήποτε δημοσιοποιεί ψευδείς πληροφορίες, που μπορούν να οδηγήσουν σε πανικό. Το «The Wire» δηλώνει πως κατατέθηκαν υποθέσεις για ακόμη τουλάχιστον έξι δημοσιογράφους από την αστυνομία του Himachal Pradesh, για αναφορές τους σχετικά με τις συνθήκες πείνας που βιώνουν οι μετανάστες εργάτες, την έλλειψη διανομής τροφίμων, προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και οι πολίτες κατά τη διάρκεια του «lockdown», καθώς και κριτική στην περιφερειακή διοίκηση. Το αξιοσημείωτο είναι πως, σε ορισμένες περιπτώσεις, η αστυνομική δράση έλαβε χώρα, όταν οι τοπικοί πολιτικοί ηγέτες διαφωνούσαν με δημοσιογράφους για την αναφορά τους σε μια συγκεκριμένη κατάσταση.
Επίσης, άλλα περιστατικά σχετίζονται με τον Anirban Chattopadhyay, συντάκτη μιας ευρέως γνωστής εφημερίδας, στη γλώσσα Bengali, που παραιτήθηκε αναγκαστικά – όπως έχει ειπωθεί, αφού η εφημερίδα του ανέφερε πως υπάρχει έλλειψη κατάλληλου προστατευτικού εξοπλισμού για τους γιατρούς που ασχολούνται με ασθενείς κορωνοϊού. Ακόμη, στις 18 Απριλίου, στη νότια πολιτεία Tamil Nadu, ο Andrew Sam Raja Pandian, δημοσιογράφος της ψηφιακής ενημερωτικής ιστοσελίδας «SimpliCity», είχε συλληφθεί από την αστυνομία, που υποστήριζε πως τα δύο άρθρα του για κυβερνητική διαφθορά, εν καιρώ πανδημίας, όπως και την έλλειψη κατάλληλων συνθηκών εργασίας, όσον αφορά στους γιατρούς που εργάζονταν κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού είναι ψευδή και συκοφαντικά εναντίον της κυβέρνησης. Ακόμη ένα παράδειγμα, είναι η περίπτωση του Dhaval Patel, εκδότη της ενημερωτικής ιστοσελίδας «Face of Nation», που κατηγορήθηκε για στασιαστική δράση και συνελήφθη στις 11 Μαΐου 2020, με την αστυνομία να επικαλείται, τελικά, το Άρθρο 54 του Νόμου Αντιμετώπισης Καταστροφών. Η σύλληψή του επήλθε μετά τη δημοσίευση ενός άρθρου που έκανε νύξη πως υπήρχε περίπτωση παύσης του Vijay Rupani από το αξίωμα του Πρωθυπουργού του Gujarat από το κόμμα του, BJP (Bharatiya Janata Party), λόγω ανησυχιών για την αύξηση κρουσμάτων στη συγκεκριμένη περιοχή. Εξίσου μεγάλη ανησυχία φέρνει η προσπάθεια της κυβέρνησης, που ζήτησε ανεπιτυχώς από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας να απαγορεύσει στα ΜΜΕ να δημοσιεύουν πληροφορίες σχετικά με τον COVID-19, χωρίς να έχουν εγκριθεί από την κυβέρνηση. Το δικαστήριο αρνήθηκε να επέμβει, αλλά έδωσε εντολή στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης να δημοσιεύουν μόνο την επίσημη εκδοχή των εξελίξεων.
Η οργάνωση «Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα» κατέγραψε πτώση της Ινδίας, στην 142η θέση το 2020, από την 136η θέση το 2015, στο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου, επί συνόλου 175 χωρών. Η Ινδία είναι καταταγμένη ως 13η στο «2019 Global Impunity Index», της Επιτροπής Προστασίας των Δημοσιογράφων, η οποία προβάλλει χώρες όπου δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν υπό αδιευκρίνιστα αίτια. Φαίνεται, πως εν καιρώ κρίσης, η κατάσταση για την ελευθερία του Τύπου και τους δημοσιογράφους δεν ήταν καλύτερη. Εξίσου σημαντική, είναι και η δήλωση της Ύπατης Επιτρόπου του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Michelle Bachelet, στις 3 Ιουνίου 2020, για την εντεινόμενη λογοκρισία του Τύπου, καθώς και υποθέσεις αυθαίρετης σύλληψης δημοσιογράφων που ασκούν κριτική στην αντιμετώπιση της κυβέρνησης ή απλά δημοσιοποιούσαν πληροφορίες για την πανδημία σε χώρες της Ασίας. Μία εξ αυτών είναι και η Ινδία.
Εν κατακλείδι, η κρίση απέφερε μεγάλα οικονομικά προβλήματα που ιστορικά οδηγούν στη κοινωνική αναστάτωση. Στην Ινδία, όπου πολλές επιχειρήσεις έχουν κλείσει και σημειώνεται ανεργία στο 24%, μέχρι τις 17 Μάιου, κατά το «Economic Times/India Times», η κυβέρνηση εύλογα φοβάται τυχόν διαδηλώσεις. Κατά συνέπεια, προσπαθώντας να μην εκτεθεί σε περαιτέρω κίνδυνο, περιορίζει την ελευθερία έκφρασης των ΜΜΕ που την επικρίνουν. Παρόλα αυτά, όπως ανέφερε και η Michelle Bachelet: «η κρίση δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να περιοριστεί η ελευθερία τύπου, οι διαφωνίες και οι συζητήσεις. Μια ποικιλία απόψεων θα ενισχύσει την κατανόηση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε και θα μας βοηθήσει να τις ξεπεράσουμε καλύτερα… Ο διάλογος είναι ζωτικής σημασίας, ώστε οι χώρες να αναπτυχθούν καλύτερα μετά την κρίση». Είναι σημαντικό να μην διασπείρεται ο πανικός με ψευδείς ειδήσεις και ό,τι δημοσιεύεται να συνοδεύεται με την ευθύνη της συλλογής σωστών πληροφοριών. Ωστόσο, ο περιορισμός της ελευθεροτυπίας καταπατά τόσο την έννοια της δημοκρατίας, όπου η κριτική είναι αναγκαία, όσο και το δικαίωμα ελευθερίας της έκφρασης και τα δικαιώματα των δημοσιογράφων και, κατ’ επέκταση, των πολιτών.