15 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΤο ζήτημα της σεξεργασίας και ο εγκλωβισμός του στο δίπολο «χαρούμενης ιερόδουλης»...

Το ζήτημα της σεξεργασίας και ο εγκλωβισμός του στο δίπολο «χαρούμενης ιερόδουλης» – «θύματος»


Της Μαρίας Μαλανδράκη,

Την τελευταία δεκαετία οι συζητήσεις σχετικά με τις κοινωνικές αναπαραστάσεις του φύλου και τα δικαιώματα των γυναικών βρίσκονται δυναμικά στο προσκήνιο των συζητήσεων που είναι σχετικές με τον τρόπο διαμόρφωσης και οργάνωσης των σύγχρονων κοινωνιών. Σε αυτό το κλίμα, αλλά δυστυχώς ως ένα ζήτημα δευτερευούσης σημασίας, η σεξεργασία και οι θέσεις που αναπτύσσονται σχετικά με αυτή έρχονται ξανά με έναν δειλό ρυθμό στην επιφάνεια. Ποιες είναι όμως οι παγιωμένες αντιλήψεις που συναντάμε σχετικά με τη σεξεργασία, ποια η στάση του φεμινιστικού κινήματος και ποιες στρεβλώσεις συναντάμε και στα δύο αυτά μέτρα;

Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, φαίνεται πως η αντίληψη που εκλαμβάνει τη σεξεργασία ως «το αρχαιότερο επάγγελμα» είναι βαθιά ριζωμένη στον τρόπο πρόσληψης της πορνείας από τη δυτική κουλτούρα. Ψήγματα λόγου όπως το παραπάνω περί «αρχαιότερου επαγγέλματος» κανονικοποιούν τη μετατροπή του ανθρώπινου σώματος σε εμπόρευμα πώλησης για σεξουαλική εκμετάλλευση, ενώ η ίδια η συμπεριφορά του «πελάτη» κανονικοποιείται επίσης. Η ίδια η σεξεργασία, όταν εκλαμβάνεται σαν παθογένεια εντάσσεται στο ίδιο μέτρο με τον τζόγο και τα ναρκωτικά, ως ένα φαινόμενο διαχρονικό που η εμφάνισή του κορυφώνεται σε περιόδους κρίσης και άρα η προσπάθεια «επίλυσής» του δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια προσπάθεια a priori καταδικασμένη να αποτύχει στον σκοπό της. Φυσικά, η προαναφερθείσα στάση είναι άμεσα συνυφασμένη με την παγιωμένη θέση σχετικά με τη σεξεργασία ως «επάγγελμα».

Η στάση του φεμινιστικού κινήματος σχετικά με το ζήτημα συναρτάται με δύο αντικρουόμενα θεωρητικά ρεύματα. Από την μια μεριά, η σεξεργασία παρουσιάζεται ως ένα τέκνο του καπιταλιστικού συστήματος και της πατριαρχίας, όπου το μεν πρώτο είναι σε θέση να εμπορευματοποιεί μέχρι και τις ανθρώπινες σχέσεις και μέσω της συσσώρευσης του κεφαλαίου ευθύνεται για την οικονομική εξαθλίωση των χαμηλότερων τάξεων στρέφοντάς τες έτσι στην πορνεία, ενώ η μεν δεύτερη κανονικοποιεί την αποδοχή της μετατροπής των γυναικών σε αντικείμενα προς εκμετάλλευση και πώληση για το ανδρικό φύλο, από το ίδιο το ανδρικό φύλο. Σύμφωνα με την Kathleen Barry «το αρχαιότερο επάγγελμα δεν είναι η πορνεία αλλά η σωματεμπορία» και τούτο διότι για να μπορέσει μια ιερόδουλη να επιβιώσει στο κόσμο της έκνομης οικονομίας και του οργανωμένου εγκλήματος, πρέπει να υπάρχει κάποιος σωματέμπορας που διαχειρίζεται τους πελάτες και ταυτόχρονα «την προστατεύει» στη σκληρή καθημερινότητα της ζωής στον δρόμο. Από την άλλη μεριά και ιδιαίτερα μετά το δεύτερο κύμα φεμινισμού, όπου οι συζητήσεις σχετικά με την αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος βρίσκονταν στο επίκεντρο της ανάπτυξης της φεμινιστική θεωρίας, υποστηριζόταν πως στο βαθμό που η πορνεία αποτελεί μια ελεύθερη επιλογή, προάγει την αυτοδιαχείριση του σώματος μιας γυναίκας από την ίδια, αποτελώντας μάλιστα έναν τρόπο ενδυνάμωσης για εκείνη.

Τα δύο αυτά ρεύματα στους κόλπους του φεμινιστικού κινήματος κορύφωσαν τις θέσεις τους εμπλέκοντας στη συζήτηση ζητήματα που αφορούσαν όχι μόνο τη σχέση της σεξεργασίας με το υπάρχον οικονομικό σύστημα και την πατριαρχία, αλλά και τη σχέση της με την πορνογραφία, την κουλτούρα, την αναπαράσταση του φύλου, την ισότητα, το οργανωμένο έγκλημα κ.α. Το φάσμα των θεωριών και των ζητημάτων που εμπλέκονται σε αυτές τις συζητήσεις είναι υπερβολικά ευρύ για να καλυφθεί επαρκώς σε ένα μόλις άρθρο και έτσι θα ήταν πιο συνετό να αρκεστούμε στην παραπάνω υπερβολικά σύντομη αναφορά των δύο ρευμάτων, η οποία συνδράμει στην ομαλή συνέχεια της δομής του συγκεκριμένου κειμένου.

Τι θα ήταν τελικά πιο ασφαλές να πιστέψουμε σχετικά με τη σεξεργασία; Αποτελεί ένα επάγγελμα, έναν τρόπο αυτοδιαχείρισης με οικονομικά οφέλη ή μια παθογένεια του καπιταλισμού και της πατριαρχίας; Ή μήπως το να προσπαθούμε να χωρέσουμε ένα τόσο σύνθετο ζήτημα στα όρια ενός τέτοιου απλουστευτικού δίπολου «χαρούμενης πόρνης» και «θύματος» αποτελεί από μόνο του μια στρεβλή προσέγγιση;

Μάλλον το τελευταίο. Η πραγματική ερώτηση της οποίας η απάντηση μπορεί να συμβάλλει ως ένα σημείο στην προσέγγιση κάποιου συμπεράσματος σχετικά με το φαινόμενο είναι η εξής: Σε ποιον βαθμό η σεξεργασία αποτελεί ελεύθερη επιλογή; Αξίζει να αναφέρουμε πως για να έχει κανείς ελεύθερη επιλογή, πρέπει να έχει τουλάχιστον δύο ποιοτικά ισάξιες κατευθύνσεις, στις οποίες έχει το ελεύθερο δικαίωμα να επιλέξει χωρίς καμία απειλή να κατευθύνει την απόφασή του. Κάνοντας μια επισφαλή και μερικώς στοχευμένη αναλογία θα μπορούσαμε να πούμε πως τελικά στον ίδιο βαθμό που μπορεί ένας εργαζόμενος να επιλέξει τον τομέα εργασίας του, στον ίδιο βαθμό μπορεί κανείς να επιλέξει αν θα στραφεί στη σεξεργασία ή όχι.

Με άλλα λόγια ενώ τυπικά -όταν κάνουμε λόγο για σεξεργασία -ανεξάρτητη από τα δίκτυα οργανωμένου εγκλήματος- η οποία δεν ενέχει το στοιχείο του καταναγκασμού, πράγμα το οποίο είναι αρκετά σπάνιο, η εκδιδόμενη που μπορεί να ασκεί αυτό το επάγγελμα χωρίς την απειλή κάποιου, είναι κατά βάση οι συνθήκες ζωής της και η έλλειψη επιλογών που την ωθούν σε αυτή την κατεύθυνση, κατ’ αναλογία με έναν εργαζόμενο που ενώ ο ίδιος υπογράφει τη σύμβαση εργασίας του, η απόφασή του μπορεί να κατευθύνεται απ’ την ανάγκη και την έλλειψη εναλλακτικών.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Μαλανδράκη
Μαρία Μαλανδράκη
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1999. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Ήδη από τα σχολικά της χρόνια είχε αναπτύξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην συγγραφή δοκιμιακών και λογοτεχνικών και κειμένων γνώμης. Πλέον ως σπουδάστρια κοινωνιολογίας ασχολείται ενεργά με την παρακολούθηση της εξέλιξης των επιστημονικών θεωριών στον κλάδο της καθώς και με τα νέο-εμφανισθέντα κοινωνικά προβλήματα στις δυτικές κοινωνίες. Στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται ενεργά με τον εθελοντισμό και τον αθλητισμό στο προ-ολυμπιακό άθλημα του Muay thai.