Του Αθανάσιου Μαντζώλα,
Ο όρος «τουρκική προκλητικότητα» είναι πλέον παρωχημένος. Η συμπεριφορά της Τουρκίας τους τελευταίους μήνες βαίνει ολοένα και πιο επιθετική. Το στάδιο των προκλήσεων έχει παρέλθει προ πολλού. Σήμερα, βρισκόμαστε στο στάδιο των επιθέσεων. Η «υβριδική» εισβολή στον Έβρο αποτέλεσε ορόσημο της τουρκικής επιθετικότητας. Επιθέσεις ευθείες, επιθέσεις φραστικές, «διπλωματικές», επιχειρησιακές. Η κατάσταση προβληματίζει και τους πιο αισιόδοξους, ανησυχεί ακόμα και τους πιο αδιάφορους.
Ο Ερντογάν, εξουσιαστικά παντοδύναμος, σταδιακά αναπτύσσει το όραμά του. Τα μεγάλα λόγια, φυσικά, για να έχουν αξία πρέπει να συνοδεύονται από ανάλογες πράξεις. Στο εσωτερικό, καλλιεργεί παντοιοτρόπως την αίσθηση της «αυτοκρατορικής» ταυτότητας (πωρωτικοί λόγοι, μαζικές προσευχές, κιτς υπερθεάματα, μεγαλοπρεπή παλάτια). Στο εξωτερικό, κάπως άγαρμπα μεν, μεθοδικά ωστόσο, προλειαίνει το έδαφος (με διπλωματικά και στρατιωτικά ανοίγματα που συνεχώς ανανεώνονται) για την εφαρμογή των επεκτατικών του στοχεύσεων. Η Τουρκία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε σύνορα τα οποία δεν αρμόζουν στο μεγαλείο μιας χώρας που θέλει να αποτελεί τον διάδοχο της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το πόσο ρεαλιστικές είναι αυτές του οι επιδιώξεις καταδεικνύεται από τις εξελίξεις.
Από διεθνής ταραξίας, παράγοντας αποσταθεροποίησης η Τουρκία εξελίσσεται προοδευτικά σε ρυθμιστή της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Στον διεθνή στίβο αποκτά «αέρα» αυτοκρατορίας. Απέναντι στην σταθερά επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, που επιζητεί να μας θέσει στο περιθώριο της Ιστορίας, εμείς επιδεικνύουμε διαχρονικά την ίδια οσφυοκαμπτική υποχωρητικότητα. Δεν έχει υπάρξει τα τελευταία χρόνια Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών που να απευθύνθηκε στους ομολόγους του από θέση ισχύος. Η εκφαυλισμένη ελληνική κοινωνία, παραδομένη στην περιδίνηση των πολιτικών και οικονομικών διακυμάνσεων, έχει περιέλθει σε αδιέξοδο. Παρακολουθεί μουδιασμένη τις εξελίξεις, καταπίνει αμάσητα ό,τι της προσφέρει το πολιτικό σύστημα συνεπικουρούμενο από τον δημοσιογραφικό κόσμο. Αναλύσεις και ερμηνείες της τουρκικής συμπεριφοράς ως αντίδραση στις οικονομικές δυσκολίες, την διεθνή απομόνωση, τα στρατιωτικά αδιέξοδα είναι κωμικοτραγικές. Εκτός τόπου και χρόνου. Βαυκαλιζόμαστε προσπαθώντας να πείσουμε τους εαυτούς μας για την ανάγκη να κρατήσουμε και πάλι ως χώρα στάση κατευνασμού, νηφαλιότητας, ψυχραιμίας. Εθελοτυφλούμε. Αδυνατούμε (με την ιστορική αμετροέπεια που μας χαρακτηρίζει) να συνειδητοποιήσουμε σε πόσο δεινή θέση βρισκόμαστε και η πραγματικότητα μας προσπερνά.
Αργόσυρτα, αλλά νομοτελειακά οδηγούμαστε σε σύγκρουση. Δεχόμαστε αλλεπάλληλες εθνικές ήττες ακόμα και από (γελοία σε ισχύ) κράτη, όπως τα Σκόπια (τα οποία παντού εμφανίζονται ως «Μακεδονία» πλέον) και η Αλβανία (με τους συστηματικούς διωγμούς της ελληνικής μειονότητας). Η επαίσχυντη ενδοτικότητα αφενός μεν μας έχει καταστήσει περίγελο διεθνώς -καμία ξένη χώρα δεν φαίνεται να μας παίρνει στα σοβαρά- αφετέρου δε έχει αποθρασύνει την Τουρκία, ούτως ώστε ομαλή απεμπλοκή είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει. Περιμένουμε μοιρολατρικά όποιο θερμό επεισόδιο σκαρφιστεί και επιδιώξει ο Ερντογάν για να προσθέσει στις κατακτήσεις του άγνωστο αριθμό νησιών στο Αιγαίο ή ότι άλλο ζητήσει. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη υπαρκτική κρίση. Το μεταπολιτευτικό πρότυπο διαχείρισης των ελληνοτουρκικών σχέσεων έχει καταρρεύσει πλήρως. Χρειαζόμαστε μια στρατηγική -κάτι το οποίο απουσιάζει αυτή τη στιγμή- που θα κόψει την φόρα της Τουρκίας. Η ειρήνη θα θεμελιωθεί αν εμπράκτως σταματήσουμε τον επεκτατισμό της και αν πάψει να ανταμείβεται συνεχώς από την ελληνική ολιγωρία. Η συμφωνία με την Ιταλία είναι ένα σημαντικό βήμα. Πρέπει, φυσικά, να αποτελέσει την αρχή μιας σειράς στοχευμένων ενεργειών και συνολικής αναθεώρησης της ελληνικής στάσης απέναντι στους γείτονές (ειδάλλως, συνιστά και αυτή ένα ψευτονταϊλίκι υψηλού εντυπωσιασμού).
Γεννήθηκε το 1999 στην Βέροια Ημαθίας. Αποφοίτησε το 2017 από το Γενικό Λύκειο Μελίκης και έκτοτε φοιτά στην Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.