Της Αναστασίας Ερνεάνου,
Ένα από τα πιο συχνά και ανησυχητικά περιστατικά που μας απασχολούν καθημερινά, αφορούν περιπτώσεις αρπαγής κάποιου ανηλίκου. Το πρόβλημα αυτό, ενόψει και της ιδιαιτερότητας της φύσης του, λόγω της ταυτότητας του θύματος, θέλησε να αντιμετωπίσει ο ποινικός νομοθέτης στο άρθρο 324 του Νέου Ποινικού Κώδικα (εφεξής ΠΚ).
Συγκεκριμένα, το άρθρο 324 ΠΚ αναφέρει ότι «όποιος αφαιρεί ανήλικο από τους γονείς, τους επιτρόπους ή από οποιονδήποτε δικαιούται να μεριμνήσει για το πρόσωπό του ή όποιος υποστηρίζει την εκούσια διαφυγή του ανηλίκου από την εξουσία των παραπάνω προσώπων, τιμωρείται με φυλάκιση. Αν ο ανήλικος διέτρεξε σοβαρό κίνδυνο ζωής ή βαριάς βλάβης της υγείας του, ο δράστης τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους». Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως στην πρώτη περίπτωση επιβάλλεται ποινή που μπορεί να εκτείνεται από δέκα ημέρες έως 5 έτη, ενώ στην περίπτωση που συντρέχει και κίνδυνος για τη ζωή του ανηλίκου, το κατώτατο όριο αυξάνεται σε ένα έτος και δύναται να φτάσει τα πέντε.
Προκειμένου να αναλύσουμε την ίδια την υπόσταση του εγκλήματος του 324 ΠΚ, δηλαδή τόσο την αντικειμενική όσο και την υποκειμενική του υπόσταση, χρησιμότατη είναι η απόφαση 712/2018 του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Ειδικότερα, κατά την εισήγησή του το Δικαστήριο αναλύοντας το άρθρο αυτό, επεσήμανε ότι η αντικειμενική υπόσταση, το αρχικό άδικο πρωτίστως, συντελείται με την κατάλυση της επί του ανηλίκου εξουσίας, που συντελείται με το χωρισμό του από τον έχοντα την επιμέλειά του κατά τρόπο που να αποκλείει την άσκησή της. Όπως τόνισε και το ίδιο, το έγκλημα αυτό είναι υπαλλακτικά μικτό, μπορεί να τελεστεί και με την αφαίρεση του ανηλίκου και με την υποστήριξη της εκούσιας διαφυγής του ή και με τους δύο τρόπους. Φυσικά, προκειμένου να καταφανεί η ύπαρξη αντικειμενικής υπόστασης, πρέπει να υφίσταται και τελικό άδικο, δηλαδή να εκλείπει κάποιος λόγος που να «δικαιολογεί» την αρχικά άδικη πράξη, όπως η κατάσταση ανάγκης ή η άμυνα.
Το έγκλημα αυτό στρέφεται εμμέσως κατά της προσωπικής ελευθερίας του ανηλίκου και άμεσα κατά των προσώπων που ασκούν την επιμέλεια. Γι’ αυτό, δράστης μπορεί να είναι και γονέας, ο οποίος δε διαθέτει την επιμέλεια του ανηλίκου. Κατά το δικαστήριο, ως αφαίρεση νοείται η απομάκρυνση του ανηλίκου από τον τόπο διαμονής του σε άλλον κατά τέτοιο τρόπο, ώστε αυτός που ασκεί πραγματικά την επιμέλειά του κατά το νόμο, να αποστερείται τη δυνατότητα ανατροφής και επίβλεψης του, ενώ το διάστημα αυτής της απομάκρυνσης δεν πρέπει να είναι εντελώς παροδικό και οφείλει να κρίνεται κατά τις ειδικές περιστάσεις που συντρέχουν, όπως η ηλικία και η υγεία του ανηλίκου.
Κατά την υποκειμενική υπόσταση του 324 ΠΚ, αρκεί και η ύπαρξη ενδεχόμενου δόλου, δηλαδή ο δράστης γνωρίζει ως ενδεχόμενο το αποτέλεσμα και το αποδέχεται. Ο δόλος οποιουδήποτε βαθμού, συνίσταται στη γνώση της ανηλικότητας και ότι ο ανήλικος τελεί υπό γονική μέριμνα ή τέτοια σχέση με τρίτο πρόσωπο που δικαιούται να μεριμνήσει για το πρόσωπό του, καθώς και η θέληση αφαίρεσης του ανηλίκου από αυτήν, ακριβώς την σχέση επιμέλειας. Η απλή διατάραξη αυτής της σχέσης δεν κρίνεται αποφασιστική. Πρέπει να υφίσταται στέρηση, πλήρης αδυναμία της κατά το 1518 Αστικού Κώδικα δυνατότητας επιλογής σχετικά με την ανάπτυξη της σωματικής, πνευματικής και ψυχικής προσωπικότητας του ανηλίκου κλπ. Επίσης, σε περίπτωση που δε συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις του 324 ΠΚ, ο Άρειος Πάγος επεσήμανε ότι η κατηγορία μπορεί επιτρεπτώς να μεταβληθεί σε αυτοδικία (331 ΠΚ), καθώς τούτη διαφέρει μόνο ως προς το περιεχόμενο του δόλου κι όχι ως προς τα αντικειμενικά στοιχεία. Γι’ αυτό, σε περίπτωση που δεν έχει κριθεί ακόμα δικαστικά ποιος γονέας διαθέτει την επιμέλεια του ανηλίκου, η αρπαγή από τον έναν δε συνιστά έγκλημα κατά την έννοια του 324 ΠΚ, αλλά αυτοδικία κατά το 331 ΠΚ.
Σημαντικό είναι να αναφερθεί, πως στη δεύτερη παράγραφο του 324 ΠΚ ορίζεται πως «αν ο ανήλικος δεν έχει συμπληρώσει τα δεκατέσσερα έτη, επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη, εκτός αν η πράξη τελέστηκε από ανιόντα, οπότε εφαρμόζεται η προηγούμενη παράγραφος. Σε κάθε περίπτωση, αν ο υπαίτιος τέλεσε την πράξη από κερδοσκοπία ή με σκοπό να μεταχειριστεί τον ανήλικο σε ανήθικες ασχολίες ή να επιτύχει τη μεταβολή της οικογενειακής τάξης του ανηλίκου επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη». Η κάθειρξη αυτή κατά το 52 ΠΚ υπολογίζεται, δηλαδή, από 5 έως 10 χρόνια, εκτός αν βρίσκει πεδίο εφαρμογής η πρώτη παράγραφος, οπότε ο ανιών τιμωρείται με φυλάκιση.
Ο νομοθέτης, αντιλαμβανόμενος την ιδιαίτερα σημαντική φύση αυτού του εγκλήματος, έδωσε έμφαση τόσο στην προστασία του ανηλίκου όσο και στη διασφάλιση του δικαιώματος (και παράλληλα, υποχρέωσης) του γονέα ή του τρίτου προς επιμέλεια και φροντίδα του ανηλίκου. Θα μπορούσε, μάλιστα, να ειπωθεί πως απώτερος σκοπός της εν λόγω διάταξης, μεταξύ άλλων, είναι και η προστασία της οικογενειακής γαλήνης και συνοχής, ως θεμέλιου λίθου ακόμη και ολόκληρης της κοινωνίας.
Πηγές
- Γενικό Ποινικό, Ιωάννης Ε. Μανωλεδάκης.
- http://www.areiospagos.gr/nomologia/apofaseis_DISPLAY.asp?cd=44Z7T1FKZ3Y7Q43BZWNDXYZ07SODYA&apof=712_2018&info=%D0%CF%C9%CD%C9%CA%C5%D3%20-%20%20%C1%E3%ED%F9%F3%F4%EF%20%F0%E9%ED%DC%EA%E9%EF
Γεννήθηκε το 2000. Σπουδάζει στο τμήμα της Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει παρακολουθήσει πλήθος σεμιναρίων σχετικά με τα εγχώρια και τα διεθνή δρώμενα. Αγαπάει τα ταξίδια και είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη όσον αφορά τον εθελοντισμό.