Του Αλέξανδρου Γκανά,
Αποτελεί αναμφισβήτητη πραγματικότητα, το γεγονός ότι δεν υπάρχει σωστή και λανθασμένη ψήφος. Σε κάθε περίπτωση, η ιδεολογία, τα συμφέροντα ή ακόμα και ο οικογενειακός ή και ο ευρύτερος κοινωνικός κύκλος, κρίνονται καθοριστικοί παράγοντες προκειμένου να καταλήξει κανείς στο ποιόν κομματικό μηχανισμό θα στηρίξει μέσω της ψήφου του. Επομένως, θεωρώ ότι, με σχετική επιφύλαξη, εύλογα θα μπορούσε κανείς να καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι τα κριτήρια της ψήφου, σε μεγάλο βαθμό, είναι αμιγώς υποκειμενικά.
Εντούτοις, ένα καίριο χαρακτηριστικό το οποίο πρέπει να διέπει κάθε πτυχή της ζωής ενός «ορθού δημοκρατικού πολίτη», είναι η κριτική και λελογισμένη αντιμετώπιση των εκάστοτε καταστάσεων και συνθηκών. Ως εκ τούτου, εγείρεται το ερώτημα, για το αν υπάρχει ένα αντικειμενικό κριτήριο, ένας συγκεκριμένος τύπος, στον οποίο θα μπορούσε να βασιστεί ο κάθε εκλογέας προκειμένου να διαμορφώσει ή και να τροποποιήσει την ιδεολογία του και κατ’ επέκταση την ψήφο του. Αν βέβαια, η απάντηση στο άνωθεν ερώτημα, είναι θετική, εύλογα, επακολουθεί και το συμπληρωματικό ερώτημα, του ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που πρέπει να λάβει κανείς υπόψιν, προκειμένου να κρίνει με τρόπο αντικειμενικό και λογικό το πολιτικό γίγνεσθαι και την εκλογική διαδικασία συνολικότερα.
Καταρχάς, ας λάβουμε υπόψιν ότι τα κριτήρια της ψήφου ήταν εντελώς διαφορετικά μερικές δεκαετίες πριν. Οι πελατειακές σχέσεις, η εξαγορά ψήφων και η λεγόμενη «κομματική πρόσληψη» ή «ρουσφέτι», είναι μερικοί μόνο απ’ τους παράγοντες που επηρέαζαν (και επηρεάζουν) σε μείζονα βαθμό, τις κομματικές προτιμήσεις των εκλογέων. Πρόκειται για μια πλήρως κατακριτέα και σε κάθε περίπτωση εξόφθαλμα αναξιοκρατική πολιτική, με την οποία το συλλογικό καλό και το αίσθημα της κοινής ευθύνης θυσιαζόταν στον βωμό των προσωπικών επιδιώξεων και των αμοιβαίων εξυπηρετήσεων.
Παρά το γεγονός, βέβαια, ότι οι διαστάσεις του εν λόγω φαινομένου ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικές, κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες, αυτό μειώθηκε αισθητά, αλλά σε καμία περίπτωση δεν εξαφανίστηκε σαν πρακτική. Κάτι τέτοιο, αποτελεί άμεσο απότοκο της πνευματικής και διανοητικής ακμής καθώς και μιας ριζικής αλλαγής της νοοτροπίας των Ελλήνων ψηφοφόρων. Μιας αλλαγής, που συνέβαλε στη δημιουργία πρόσφορου εδάφους και για την ενίσχυση του επίμαχου ζητήματος, δηλαδή την είσοδο ενός αντικειμενικού κριτηρίου στην εκλογική διαδικασία.
Αρχικά, κρίνεται καίρια, η απαλλαγή της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων ψηφοφόρων από την αντίληψη του ότι «όλα θα φτιάξουν εν μια νυκτί». Η αλόγιστη προσκόλληση στην ικανοποίηση ουτοπικών και ανεδαφικών μεγαλοστομιών στις οποίες συνηθίζουν, προεκλογικά, να προβαίνουν οι κομματικοί μηχανισμοί και τα εκάστοτε στελέχη τους, ανεξαρτήτως ιδεολογίας ή χρώματος, αποτελεί για πολλούς συμπολίτες μας, καθοριστικός παράγοντας για την επιλογή τους. Ο δρόμος της κρίσης ήταν σε κάθε περίπτωση μακρύς, δύσβατος και τραχύς. Το ίδιο θα είναι και ο δρόμος της εξόδου απ’ αυτή. Δεν είναι λίγοι οι πολιτικοί που «ποντάρουν» στο συναίσθημα της ελπίδας και της αισιοδοξίας που μπορεί να δοκιμάζουν, κυρίως κατά την εκλογική περίοδο, ορισμένοι ψηφοφόροι, προκειμένου να τους επηρεάσουν την κρίση τους. Παίρνοντας κάτι τέτοιο ως δεδομένο, εύκολα γίνεται αντιληπτό, ότι αποτελεί καθήκον του κάθε ψηφοφόρου του να είναι καταλλήλως πληροφορημένος αλλά και εφοδιασμένος με όλα τα κατάλληλα μέσα ώστε να δύναται να ξεχωρίζει τον ορθό και λελογισμένο κομματικό προσανατολισμό, από τα πολλά μεγάλα «θα».
Επιπρόσθετα, ειδικότερα κατά τη δεκαετία της κρίσης, φάνηκε να αποκτά ιδιαίτερα σημαντικές διαστάσεις το φαινόμενο του λεγόμενου “voters fatigue”. Πρόκειται για την έκφραση της δυσαρέσκειας και της απογοήτευσης ενός μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος, προς ένα συγκεκριμένο κόμμα, έναν πολιτικό ηγέτη ή και μια πολιτική ιδεολογία γενικότερα. Η εν λόγω δυσαρέσκεια μετουσιώνεται στην πολιτική μεταστροφή των προαναφερθέντων, οι οποίοι ελπίζοντας σε μια ουσιαστική μεταβολή της υφιστάμενης κατάστασης, καταλήγουν να ψηφίζουν με βάση το συναίσθημα και όντας επηρεασμένοι, να εναποθέτουν τις ελπίδες τους για το μέλλον σε κόμματα δίχως σαφή προσανατολισμό ή ορθό κυβερνητικό σχεδιασμό.
Κατά την εκλογική διαδικασία, δεν ψηφίζουμε μόνο κόμματα και ιδεολογικούς προσανατολισμούς, αλλά πολύ περισσότερο, αναθέτουμε στους ανθρώπους που τα εκπροσωπούν να χαράξουν μια οικονομική, κοινωνική και κυβερνητική πορεία, προσήκουσα με τις προσωπικές μας αντιλήψεις και επιδιώξεις. Έτσι πρέπει να είμαστε σε θέση να κρίνουμε ακριβώς εκείνους τους ανθρώπους και να αναρωτιόμαστε αν όντως δύνανται να μας εκπροσωπήσουν σε εθνικό ή και διεθνές επίπεδο και να υλοποιήσουν πολλά από εκείνα που προεκλογικά είχαν υποσχεθεί. Ειδάλλως, μας περιμένει ένας φαύλος κύκλος απογοήτευσης, η οποία και θα ενισχύεται ύστερα απ’ την κάθε «κωλοτούμπα», του εκάστοτε κερδοσκόπου πολιτικάντη.
Συνοψίζοντας, το δικαίωμα της ψήφου, αποτελεί έναν απ’ τους ακρογωνιαίους πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η ιδεολογία και οι βλέψεις που καλλιεργεί ο καθένας για το μέλλον τόσο της χώρας όσο και το προσωπικό του, σε κάθε περίπτωση συνιστούν και τον πρωταρχικό παράγοντα για μια τέτοιου είδους επιλογή. Ωστόσο, το δημοκρατικό πολίτευμα, προκειμένου να λειτουργήσει εύρυθμα, απαιτεί την ύπαρξη ενεργών και συνειδητοποιημένων πολιτών, μέσα στο κοινωνικό σύνολο, έτσι ώστε την εξουσία να την διαχειρίζονται όντως οι πολίτες και όχι ένας υποκινούμενος όχλος που φορά «συναισθηματικές παρωπίδες». Ως εκ τούτου, κάθε εκλογέας, πριν προβεί στην άσκηση του εκλογικού του δικαιώματος, οφείλει να χρησιμοποιεί την λογική και την κρίση του μαζί με διάφορους άλλους αντικειμενικούς παράγοντες, προκειμένου να μην αποτελεί απλά ένα πιόνι σε μια μεγάλη πολιτική σκακιέρα.
Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Νομικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Ο κλάδος της νομικής, ανέκαθεν φάνταζε ιδιαίτερα συναρπαστικός σε εκείνον, εφόσον από πολύ νεαρή ηλικία γνώριζε ότι αυτήν την κατεύθυνση θα ήθελε να ακολουθήσει μελλοντικά. Τα τελευταία δύο χρόνια ασχολείται ερασιτεχνικά με την συγγραφή και πιο συγκεκριμένα με την συγγραφή πολιτικών δοκιμίων, ποιημάτων και σύντομων διηγημάτων της λογοτεχνίας του φανταστικού. Τρέφει επιπλέον, μια ιδιαίτερη αγάπη για τον αθλητισμό, την τζαζ μουσική και το σκάκι, ευελπιστώντας ότι, κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον θα του δοθεί και η ευκαιρία να συμμετάσχει σε σκακιστικούς αγώνες.