Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Κοινός τόπος στις περισσότερες αναλύσεις κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας, ήταν η πρόβλεψη περί επιστροφής του Κράτους. Το ίδιο εξακολουθεί να ισχύει και τώρα. Οι εκτεταμένες παρεμβάσεις των κυβερνήσεων σε διαφόρους τομείς της λειτουργίας κάθε χώρας, καθώς και το γεγονός ότι τα δημόσια συστήματα υγείας κλήθηκαν να σηκώσουν το μεγαλύτερο βάρος της μάχης αποτελούν, σύμφωνα με πολλούς, τις αποδείξεις ότι -μετά από μία περίοδο τριάντα σχεδόν ετών- το Κράτος επιστρέφει.
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι τέτοιου είδους κρίσεις, παγκοσμίου βεληνεκούς προκαλούν αλλαγές και ανακατατάξεις. Η διαπίστωση όμως μιας εκ βάθρων αλλαγής της πορείας που ο Δυτικός κόσμος χάραξε μετά τη νίκη του έναντι του Ανατολικού μπλοκ, δεν δύναται να προέλθει μέσα από βιαστικές κι απλοϊκές προσεγγίσεις. Άλλωστε, το γεγονός που θεωρητικά την έθεσε σε κίνηση δεν έχει ολοκληρωθεί.
Για να μπορέσει κάποιος να λάβει θέση επί του ζητήματος, σε αυτή τη φάση, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί από τους θιασώτες της επιστροφής του, το περιεχόμενο της έννοιας «Κράτος». Εδώ εντοπίζεται μία μεγάλη αντίφαση: πολλοί εξ αυτών –κυρίως οι προερχόμενοι από την Αριστερά αλλά και πολλοί αυτοπροσδιοριζόμενοι ως Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες- ως επιστροφή του Κράτους εννοούν την επιστροφή του κοινωνικού κράτους. Από την άλλη όμως υποστηρίζουν με ζήλο την απομείωση της κρατικής ισχύος σε πλείστες άλλες περιπτώσεις. Πολλοί από αυτούς που υποστηρίζουν ότι μοιραία το Κράτος επιστρέφει στον κοινωνικό τομέα, είναι οι ίδιοι που υποστηρίζουν ότι το Κράτος έχει (ή εν πάση περιπτώσει πρέπει να) ξεπεραστεί από υπερεθνικούς/διακρατικούς θεσμούς σε όλα τα υπόλοιπα. Θέλουν το Κράτος να έχει αυξημένη ισχύ στην Παιδεία, την Υγεία, την Ασφάλιση αλλά ταυτόχρονα θεωρούν «ρατσιστικό» να επιτελεί το κράτος τον εγγενή του ρόλο, αυτόν της φύλαξης των συνόρων του, αποτρέποντας την αθρόα παράνομη είσοδο μεταναστών. Θεωρούν «φασιστική» την αυστηρή επιβολή της δημοσίας τάξεως. Θεωρούν «εθνικισμό» το να προσπαθεί μια χώρα να εξασφαλίσει το μέγιστο δυνατό όφελος στην εξωτερική της πολιτική βαφτίζοντας, τη δουλοπρέπεια «ρεαλισμό». Ως οπαδοί της παγκοσμιοποίησης και της πολυπολιτισμικότητας απεχθάνονται κάθε τι που συγκροτεί την ξεχωριστή εθνική ταυτότητα του κάθε κράτους.
Η στάση αυτή βασίζεται στο σχήμα «όταν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τις επιθυμίες μας τόσο το χειρότερο γι’ αυτήν». Και τούτο διότι ισχυρό κοινωνικό κράτος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ενίσχυση του έθνους–κράτους συνολικά. Βασική προϋπόθεση της ύπαρξης ισχυρής και ποιοτικής Δημόσιας Υγείας, Παιδείας, Κοινωνικής Ασφάλισης είναι η αντικειμενική ύπαρξη πόρων και η πολιτική βούληση κατεύθυνσης μεγάλου τμήματος αυτών στους συγκεκριμένους τομείς. Για να έχει όμως μία κυβέρνηση τη δυνατότητα παραγωγής και κτήσης των αναγκαίων πόρων και την εξουσία διάθεσής τους κατά το δοκούν πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι εξαρτήσεις της από εξωτερικούς παράγοντες, δεν θα είναι τόσο ισχυρές ώστε να δύνανται να καταστήσουν απαγορευτική την άσκηση κοινωνικής πολιτικής. Και για να επιτευχθεί η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ανεξαρτησία ενός κράτους από εξωτερικούς παράγοντες, απαιτείται πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, συγκροτημένη μεταναστευτική πολιτική, εφαρμογή κανόνων στην οικονομία και ταυτόχρονα επενδυτικά κίνητρα στον ιδιωτικό τομέα και προαγωγή της πολιτισμικής ταυτότητας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, πριν από μισό αιώνα, είχε εξηγήσει γιατί απαραίτητη προϋπόθεση για όλα τα υπόλοιπα αποτελεί η εθνική ανεξαρτησία. Μάλιστα, η βασική του κριτική προς την Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία αφορούσε ακριβώς το γεγονός ότι η τελευταία δεν έδινε μάχη για την εθνική ανεξαρτησία. Η ιστορία τον δικαίωσε καθώς στις μέρες μας με την παγκοσμιοποίηση, την κυριαρχία των αγορών και των υπερεθνικών θεσμών, το κοινωνικό κράτος βάλλεται ενώ ο διαχρονικός εκφραστής του, τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Μ. Βρετανία καταγράφουν τα χαμηλότερα ποσοστά της ιστορίας τους.
Φυσικά, ανεξαρτησία δεν σημαίνει απομονωτισμός (κάτι το οποίο είχε επισημάνει ο Αντρέας) ή με τα σημερινά δεδομένα αντιευρωπαϊσμός. Ίσα-ίσα σημαίνει την καλύτερη επιλογή αναγκαίων δεσμεύσεων με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, ώστε η μεγάλη ισχύς στο εξωτερικό να μεταφραστεί στη μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία κινήσεων στο εσωτερικό.
Για να επιστρέψει επομένως ουσιαστικά το κοινωνικό κράτος, θα πρέπει να υπάρξει μία γενικότερη επιστροφή του Κράτους σε όλους εκείνους του τομείς από τους οποίους τις τελευταίες δεκαετίες σταδιακά αποσύρεται. Σε ορισμένες περιπτώσεις χωρών, φαίνεται να διαμορφώνεται μια τέτοια τάση χωρίς όμως να μπορεί κάποιος να προβλέψει με σιγουριά πώς αυτή θα εξελιχθεί. Ας μη βιαζόμαστε λοιπόν να βγάλουμε συμπεράσματα και κυρίως ας μην παίρνουμε τοις μετρητοίς επιπόλαιους κι ανακόλουθους «προφήτες»…
Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 μου χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.