Της Μαριλίνας Γερασίμου,
O πολιτικός πολιτισμός, δηλαδή το σύνολο των πεποιθήσεων, στάσεων και συναισθημάτων, που δίνουν τάξη και νόημα σε μια πολιτική διαδικασία, ουσιαστικά παρέχει τις βασικές υποθέσεις και τους κανόνες που διέπουν τη συμπεριφορά του πολιτικού συστήματος. Σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, όπου ο πολιτικός πολιτισμός θα έπρεπε να είναι αυτονόητος, εξίσου σημαντικός με τον ρόλο της κυβέρνησης είναι και ο ρόλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η αντιπολίτευση, δηλαδή η οποιαδήποτε εναντίωση κατά των κυβερνώντων, δεν είναι σύγχρονο φαινόμενο: η κριτική στην εξουσία παρατηρείται ήδη από τα χρόνια του Αριστοφάνη και δεν την έχουν εξαφανίσει ούτε τα πιο αυταρχικά καθεστώτα. Στην αρχαιότητα, βέβαια, όσο και στον Μεσαίωνα, όπου ο σχηματισμός οποιασδήποτε πολιτικής ομαδοποίησης ενάντια στη κυβερνητική εξουσία στιγματιζόταν ιδιαίτερα ως στάση ή «factio», η σύγχρονη έννοια του όρου δεν υπήρχε. Στη δε Αθηναϊκή δημοκρατία, οποιαδήποτε, ακόμα και μεμονωμένη αντιπολιτευτική κίνηση εκδηλωνόταν, απειλούταν με τον περιβόητο εξοστρακισμό, που με συνοπτική διαδικασία οδηγούσε στην μακρόχρονη εξορία.
Στην κοινοβουλευτική δημοκρατία όμως, τα δικαιώματα της αντιπολίτευσης κατοχυρώνονται με σχετικά άρθρα από το ίδιο το Σύνταγμα και ειδικότερα από άρθρα του Κανονισμού της Βουλής. Συνήθως, τα δικαιώματα αυτά αφορούν την κοινοβουλευτική δραστηριότητα, όπως για παράδειγμα το δικαίωμα λόγου στο Κοινοβούλιο, το δικαίωμα κοινοβουλευτικού ελέγχου της κυβέρνησης μέσω της υποβολής ερωτήσεων, τις οποίες υποχρεούνται να απαντήσουν στο Κοινοβούλιο οι Υπουργοί προς τους οποίους απευθύνονται, ή μέσω της αίτησης ενημέρωσης και χορήγησης εγγράφων, το δικαίωμα υποβολής πρότασης μομφής προς την Κυβέρνηση.
Η αντιπολίτευση, με την έννοια της κριτικής αντιμετώπισης και εξέτασης των πράξεων της εξουσίας, είναι από τα κύρια και αναπόσπαστα συστατικά στοιχεία κάθε δημοκρατικής διακυβέρνησης σε οποιοδήποτε επίπεδο, διότι σπάνια υπάρχει άσκηση εξουσίας στην οποία να μην υφέρπει το στοιχείο της κατάχρησης, της υπερβολής ίσως και της ιδιοτέλειας. Για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών, θεσπίστηκαν σε όλες τις δημοκρατικές χώρες ισχυροί κανόνες προστασίας των αντιπολιτευόμενων και της εξασφάλισης του ελεύθερου πολιτικού λόγου, ως αντίβαρο στους έχοντες την εξουσία.
Στο Σύνταγμα, κατά τρόπο θεσμικό, αλλά και στην κοινοβουλευτική ζωή, κατά τρόπο ουσιαστικό, η αντιπολίτευση θεωρείται ότι βρίσκεται στον προθάλαμο της εξουσίας, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου. Υπό αυτό το πρίσμα, η απουσία αντιπολίτευσης και ακόμη χειρότερα η τάση άκριτης συμμόρφωσης και σύγκλισης προς κομματικές επιταγές, ο λεγόμενος «κομφορμισμός προς την εξουσία», είναι από τις χειρότερες υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει κανείς στη δημοκρατική διακυβέρνηση ενός τόπου. Εξάλλου, η κριτική της εξουσίας είναι διαχρονικά η κινητήρια δύναμη που επιφέρει την αλλαγή και τον εκσυγχρονισμό τόσο στην πολιτική όσο και στην κοινωνία.
Ο θεσμός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λοιπόν, υφίσταται για να προστατεύει τη δημοκρατία, όχι να την κλονίζει. Απαρέγκλιτος στόχος των αντιπολιτευόμενων, οφείλει να είναι η προαγωγή των συμφερόντων του λαού, ενώ ταυτόχρονα φέρουν το βάρος της προάσπισης του δημοκρατικού διαλόγου, φροντίζοντας για την τήρηση των βασικών αρχών της ελευθερίας του πολιτικού λόγου και της απρόσκοπτης ανταλλαγής απόψεων.
Τι συμβαίνει, όμως, όταν η αντιπολίτευση δεν αποτελεί αντιστάθμισμα της εξουσίας, αλλά απλώς πολιτικό αντίζηλο; Όταν τα μέσα που επιστρατεύονται δεν είναι ο δημοκρατικός διάλογος και αντίλογος, αλλά ο λαϊκισμός και η ρητορική του μίσους; Τότε η αντιπολίτευση μετατρέπεται σε ένα ενιαίο μέτωπο του «όχι σε όλα», της πόλωσης και της εργαλειακής χρήσης της αγανάκτησης των πολιτών, του οποίου ο στόχος δεν είναι άλλος από την κατοχή της εξουσίας, τελείως αποκομμένη από την κοινωνική και πολιτική πρόοδο. Η λαϊκή βούληση τίθεται σε δημοπρασία και αυτός που προσφέρει τα περισσότερα κερδίζει. Οι υποτιθέμενοι εκπρόσωποι του λαού δεν ενδιαφέρονται να επιχειρηματολογήσουν, ώστε να διατηρήσουν την εμπιστοσύνη των υποστηρικτών τους, αλλά ρίχνουν όλο τους το βάρος στην προσπάθεια να καταφέρουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο πλήγμα στον αντίπαλο.
Η στρέβλωση του ρόλου της αντιπολίτευσης είναι ένα από τα κυριότερα σημάδια που υποδεικνύουν την παρακμή ενός πολιτικού συστήματος, καθώς συνεπάγεται την απουσία ζωτικών για την ορθή λειτουργία της δημοκρατίας στοιχείων, κυρίως την έλλειψη ορθής και αντικειμενικής κριτικής προς την εξουσία και του δημοκρατικού αντιλόγου. Ταυτόχρονα, μια αντιδραστική αντιπολίτευση αποτελεί τροχοπέδη και στην ομαλή διεξαγωγή σημαντικών κοινοβουλευτικών λειτουργιών, καθώς το να ψηφιστεί ένα νομοσχέδιο μετατρέπεται σε ηράκλειο άθλο.
Η λειτουργία της αντιπολίτευσης δεν είναι, λοιπόν, μόνο θέμα πολιτικής παρουσίας και δημοσίου λόγου, αλλά αφορά πολλές πτυχές της κοινοβουλευτικής ζωής, γι’ αυτό και πρέπει να προστατεύεται από τους θεσμούς και ταυτόχρονα ο ρόλος της να γίνεται σεβαστός από τους εκπροσώπους της. Εξάλλου, η αρμονία μεταξύ των αντιθέσεων είναι αναπόσπαστο στοιχείο της δημοκρατίας.
Γεννημένη το 2001 στην Αθήνα, είναι φοιτήτρια της Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μεγαλύτερο πάθος της είναι οι αντιλογίες και ένα πράγμα που δε θα μπορούσε να λείπει από τη ζωή της είναι τα ταξίδια. Μετράει συμμετοχές σε μοντέλα προσομοιώσεων και διεθνή συνέδρια, ενώ στο κέντρο των ενδιαφερόντων της βρίσκονται η μουσική, η τέχνη και τα πολιτικά και κοινωνικά θέματα.