Του Άγγελου Μαρίνου,
Το Χρηματιστήριο Αθηνών βίωσε άλλη μία εβδομάδα στασιμότητας. Παρότι το άνοιγμα της εβδομάδας ήταν θετικό, επιτυγχάνοντας έτσι εκ νέου την άνοδο άνω των 600 μονάδων, η θετική τάση δεν συνεχίστηκε. Παρότι, λοιπόν, υπάρχουν σημάδια που ενισχύουν την εικόνα ανάκαμψης, η επιφυλακτικότητα των επενδυτών αποτρέπει οποιαδήποτε ισχυρή σηματοδότηση αλλαγής του κλίματος, η οποία είναι απαραίτητη για να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος στη αγορά.
Αρχικά, η είδηση για το εμβόλιο της Moderna κατά του κορωνοϊού, το οποίο βρίσκεται υπό έρευνα, υποστήριξε το θετικό κλίμα στις διεθνείς αγορές. Το εν λόγω θετικό κλίμα έφτασε μέχρι και το ελληνικό χρηματιστήριο. Ωστόσο, η επιφυλακτικότητα δικαίως υπερίσχυσε εν τέλει, καθώς υπάρχουν αρκετές αμφιβολίες για το τι επιφυλάσσει η συνέχεια, τόσο για το μέλλον των ελληνικών τραπεζών συγκεκριμένα, όσο και για το μέλλον της ευρωπαϊκής αντίδρασης όσον αφορά την οικονομία.
Ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος βρίσκεται υπό συνεχή πίεση. Τα σενάρια για το πλήγμα της οικονομίας από τη πανδημία δεν έχουν ορισθεί ακόμα, ωστόσο οι κίνδυνοι για τις τράπεζες είναι ξεκάθαροι. Ο τουρισμός θα είναι εξωφρενικά μειωμένος, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση και άλλων κλάδων που επηρεάζονται έμμεσα. Πιθανολογείται, λοιπόν, ότι μπορεί πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις να οδηγηθούν σε πτώχευση λόγω του lockdown, σε συνδυασμό με την προαναφερθείσα μείωση στο τουρισμό. Αυτό θα επιβάρυνε ακόμα περισσότερο τον ρημαγμένο τραπεζικό κλάδο, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει οικτρό πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Η αγορά αναμένει τα αποτελέσματα της αντίδρασης της ελληνικής κυβέρνησης για να είναι σε θέση να έχει καλύτερη ορατότητα, όμως μέχρι τότε η αμφιβολία και η επιφυλακτικότητα θα είναι παρούσες.
Σε αυτή τη μακροπρόθεσμη απειλή, προστέθηκε και η αφαίρεση των μετοχών των Alpha Bank, Eurobank, Εθνικής Τράπεζας και Titan από τον δείκτη Global Standard του MSCI. Παρότι η συγκεκριμένη είδηση οδήγησε το χρηματιστήριο σε πτώση την προηγούμενη εβδομάδα, μονοπωλώντας μάλιστα την τάση στο Χρηματιστήριο Αθηνών, συνέχισε να επηρεάζει τα τεκταινόμενα καθ’ όλη τη διάρκεια και της τρέχουσας εβδομάδας. Αν και οι βασικές μεταβολές των μετοχών, έμμεσα και άμεσα εμπλεκόμενων, είχαν πραγματοποιηθεί ήδη, οι αναπροσαρμογές των χαρτοφυλακίων πήραν τη σειρά τους, δημιουργώντας σύγχυση και αστάθεια η οποία διήρκεσε καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας.
Πέραν όμως των προβλημάτων του τραπεζικού κλάδου, αρνητικότητα παρήγαγε και η δυσμενής εικόνα της Ένωσης και των κρατών-μελών της. Όλα ξεκίνησαν με την ανακοίνωση της καγκελαρίου Μέρκελ και του Γάλλου προέδρου Μακρόν για δημοσιονομικό σχέδιο ύψους 500 δισ. ευρώ. Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτή η είδηση ενίσχυσε το θετικό κλίμα στις διεθνείς αγορές, καθώς η καθυστέρηση της Ένωσης στο συγκεκριμένο θέμα αποτελεί και γενεσιουργό πολλών αμφιβολιών για το μέλλον των χρηματιστηριακών αξιών στον ευρωπαϊκό χώρο. Ωστόσο, η αντίδραση από ορισμένα κράτη μέλη, καθώς και οι ούτως ή άλλως χρονοβόρες διαδικασίες επικύρωσης του εν λόγω σχεδίου, έδωσαν και πάλι τα πρωτεία στην επιφυλακτικότητα.
Συγκεκριμένα, η Σουηδία, η Ολλανδία, η Νορβηγία και η Αυστρία αρνούνται όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «να εγκρίνουν τη δημιουργία μίας Ένωσης χρέους από τη πίσω πόρτα». Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση στην Ευρώπη είναι το λιγότερο επικίνδυνη. Τόσο από άποψη συνοχής όσο και από άποψη αυστηρών μαθηματικών, οι οικονομικές πτυχές του lockdown θα οδηγήσουν την ευρωπαϊκή οικονομία σε τεράστια προβλήματα. Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι όσο καθυστερεί η επίλυση των διαφορών των κρατών-μελών, άσχετα με το εάν αυτό συμβαίνει δικαίως ή αδίκως, τόσο ενισχύεται η κινδυνολογία που μαστίζει αυτή την εποχή οποιαδήποτε συζήτηση αφορά στην οικονομία και στο χρηματιστήριο.
Αναλυτικότερα όσον αφορά την εβδομάδα, η Δευτέρα αποτέλεσε τη θετικότερη μέρα του χρηματιστηρίου. Συγκεκριμένα, ο Γενικός Δείκτης ανήλθε κατά 2,74%, κλείνοντας στις 609,52 μονάδες. Την Τρίτη, όπου εκδηλώθηκε και η συνέχεια της ευρωπαϊκής σχάσης, το χρηματιστήριο υποχώρησε κατά 1,37%, κλείνοντας στις 601,16 μονάδες, διατηρώντας δηλαδή το ψυχολογικό όριο των 600 μονάδων παρά την πτώση. Στη συνεδρίαση που ακολούθησε, την Τετάρτη, το χρηματιστήριο έκλεισε στις 610,52 μονάδες, με τον Γενικό Δείκτη να ανέρχεται κατά 1,56%. Η Πέμπτη και η Παρασκευή, τέλος, αποτέλεσαν στατικές μέρες, σημειώνοντας επιδόσεις -0,36% και +0,14% αντίστοιχα, οδηγώντας το χρηματιστήριο στις 609,2 μονάδες κατά τη τελευταία του συνεδρίαση.
Η κινητικότητα των πρώτων τριών ημερών, σε συνδυασμό με τη στατικότητα των τελευταίων, μας οδηγεί σε κάποια ασφαλή συμπεράσματα όσον αφορά το που δίνουν βαρύτητα οι επενδυτές. Πρώτον, στη σημασία της ενίσχυσης των απειλούμενων κλάδων και δεύτερον στην επίτευξη ενός συνεκτικού σχεδίου που αφορά μια συνολική αντιμετώπιση από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όσο αυτά τα δύο θέματα μένουν ανοικτά και επικίνδυνα, οποιαδήποτε άνοδος του χρηματιστηρίου δεν θα βασίζεται σε σταθερά θεμέλια.
Γεννηθείς το 1996 στη Κομοτηνή, είναι φοιτητής του Οικονομικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, με κατεύθυνση στην οικονομική ανάλυση. Διαθέτοντας ακόρεστο ενδιαφέρον για τα πολιτικά, αρθρογραφεί στην κατηγορία των Οικονομικών του OffLine Post.