Του Γιώργου Σαλπιγγίδη,
Ο Ερρίκος Ίψεν γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου 1828, στο Σιέν της Νορβηγίας και ήταν από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς και ποιητές της χώρας, αλλά και του κόσμου, καθώς με το έργο του έστρεψε την δραματουργία στην καθημερινότητα και τις ηθικές της κρίσεις.
Ο πατέρας του Κνούντ Ίψεν, ήταν έμπορος, ενώ η μητέρα του Μαρίεν λάτρευε να παίζει πιάνο, να ζωγραφίζει και να παρακολουθεί θεατρικές παραστάσεις, κάτι που όπως φαίνεται πέρασε και στον ίδιο. Η οικογένεια με τα πέντε παιδιά αναγκάστηκε να μετακομίσει το 1836 σε ένα αγρόκτημα κοντά στην πόλη, εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων από την επιχείρηση του πατέρα.
Στα 15 του, σταμάτησε το σχολείο και πήγε να δουλέψει ως μαθητευόμενος σε ένα φαρμακείο στο Γκρίμσταντ. Εκεί αναπτύσσει ερωτικές σχέσεις με μια οικιακή βοηθό και το 1846 θα έρθει στον κόσμο το πρώτο του παιδί, το οποίο αργότερα αναγνώρισε χωρίς όμως ποτέ να το γνωρίσει. Η αγάπη του, ωστόσο, για τα γράμματα δεν σταμάτησε, έτσι το 1849, έγραψε το πρώτο του έργο με τίτλο “Κατιλίνας”.
Το 1850 εγκαθίσταται στην πόλη Χριστιανία (σημερινό Όσλο) για να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της πόλης. Έναν χρόνο αργότερα γνωρίζεται με τον Όλε Μπούλ διευθυντή του νορβηγικού θεάτρου στο Μπέργκεν, ο οποίος του προσφέρει μια θέση συγγραφέα για λογαριασμό του θεάτρου. Αυτό θα αποδειχθεί το καλύτερο σχολείο για τον Ίψεν, καθώς έρχεται σε επαφή με τον κόσμο του θεάτρου και γνωρίζει τα πράγματα εκ των έσω. Το 1857 επιστρέφει στην Χριστιανία και αναλαμβάνει την διεύθυνση ενός θεάτρου εκεί. Το 1858 παντρεύεται την Suzannah Daae Thoresen με την οποία αποκτά ένα παιδί. Η ενασχόλησή του με το εκεί θέατρο τον φέρνει αντιμέτωπο με μια μεγάλη απογοήτευση, καθώς θα κατηγορηθεί για κακοδιαχείρισή του και ζητείται η απομάκρυνσή του.
Το 1862 εγκαταλείπει απογοητευμένος την Νορβηγία και πάει αρχικά στην Ιταλία, ενώ στη συνέχεια θα διαμείνει στην Γερμανία. Κατά το διάστημα της παραμονής του στην Ιταλία έρχεται η καθολική του αναγνώριση τόσο στην χώρα του, όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Εκεί μεταξύ άλλων γράφει την τραγωδία “Μπραντ” και το 1867 το Πέερ Γκυντ. Στη Γερμανία μετακόμισε το 1868. Το έργο του “Τα στηρίγματα της κοινωνίας” (1877), αποτελεί επανάσταση εναντίον της επικρατούσας ηθικής, μάλιστα είχε τόση απήχηση που μέχρι τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους, πέντε θέατρα του Βερολίνου ανέβασαν αυτήν την παράσταση. Έπειτα το 1881, οι “Βρυκόλακες” έρχονται να ταράξουν πάλι τα νερά, καθώς το έργο αυτό αντιμετωπίζει θέματα όπως η αιμομιξία και η αφροδίσια νόσος. Μάλιστα οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες που το έργο δεν ανέβηκε, πάρα μόνο δυο χρόνια αργότερα. Ένα έργο που επίσης θα συνδεθεί με το όνομά του και θα τον κάνει περαιτέρω γνωστό, είναι η Έντα Γκάμπλερ.
Το 1891 ο Ίψεν επιστρέφει στη Νορβηγία, όντας πλέον λογοτεχνικός ήρωας, αφού ήταν πια διεθνώς γνωστός θεατρικός συγγραφέας. Σε αυτήν του την ώριμη φάση τα έργα του θα έχουν πιο έντονο το στοιχείο του αναστοχασμού. Σε αυτήν την περίοδο κατατάσσονται “Ο Αρχιμάστορας Σόλνες”, “Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί” κ.α. Έγραψε επίσης περίπου 300 ποιήματα.
Το 1900 έρχεται το πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο με αποτέλεσμα να χάσει αρκετές από τις δυνάμεις του. Έναν χρόνο αργότερα ακολουθεί το δεύτερο που τον αφήνει σχεδόν παράλυτο. Η αυλαία θα πέσει για τον Ερρίκο Ίψεν στις 23 Μαΐου 1906.