Του Οδυσσέα Γραμματικάκη,
Στις τελευταίες μέρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια «ξεχασμένη» εξέγερση έλαβε μέρος στην πρωτεύουσα της τότε Τσεχοσλοβακίας (και τώρα Τσεχίας), Πράγα. Μια εξέγερση που είχε έναν στόχο: την απελευθέρωση της Πράγας από τους Ναζί.
Το 1938 ο Αδόλφος Χίτλερ δήλωσε την πρόθεσή του να εισβάλλει στο Σαντέτελαντ, μια περιοχή στην Τσεχοσλοβακία με μεγάλο γερμανικό πληθυσμό. Οι πρωθυπουργοί της Γαλλίας και Βρετανίας δεχθήκανε την προσάρτηση αυτής της περιοχής και υπέγραψαν μαζί με τη Ναζιστική Γερμανία τη Συμφωνία του Μονάχου, με αντάλλαγμα η Ναζιστική Γερμανία να μη συνεχίσει την επεκτατική της πολιτική. Πέντε μήνες μετά, η Γερμανία είχε κατακτήσει την Τσεχοσλοβακία. Τα αντι-γερμανικά συναισθήματα στην Τσεχία ήταν έντονα. Αν και οι Ναζί θεωρούσαν πολλούς Τσέχους άριους, η κατοχή της Τσεχίας από τον ναζιστικό κλοιό είχε σοβαρές επιπτώσεις, με την ελευθερία του λόγου να απαγορεύεται, με 400.000 Τσέχους να στέλνονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, 20.000 να εκτελούνται και περισσότεροι από 20.000 να πεθαίνουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Οι αντιστασιακές ομάδες μέχρι το 1945 ήταν περίπου 120 με πάνω από 7.500 αντάρτες. Στις αρχές του 1945, με τον πόλεμο να χάνεται, ο Τσεχικός Στρατός σιγά-σιγά ξεκίνησε να προετοιμάζει το έδαφος για την απελευθέρωση της Πράγας και τα (απαγορευμένα) πολιτικά κόμματα να ετοιμάζουν την επόμενη μέρα από την απελευθέρωση. Οι στρατηγοί και αντάρτες που ετοίμαζαν την επίθεση εναντίον των Ναζί, στηρίζονταν στους Τσέχους αστυνομικούς, τον τσεχικό στρατό και σε εργαζόμενους στον χώρο των δημόσιων υπηρεσιών. Η έκπληξη, όμως, ήρθε όταν ο Ρωσικός Στρατός Απελευθέρωσης, ένα στράτευμα Ρώσων το οποίο είχε πάρει το μέρος της ναζιστικής Γερμανίας στον πόλεμο και πολεμούσε κατά τις οδηγίες τους, βλέποντας ότι ο πόλεμος χάνεται και για να μην κατηγορηθούν για προδοσία από την ΕΣΣΔ, αποφάσισαν να πολεμήσουν στο πλευρό των αντιστασιακών οργανώσεων και όχι των Ναζί.
Στις 5 Μαΐου δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι του Τσεχικού Ραδιοφώνου ξεκίνησαν το πρόγραμμά τους στην απαγορευμένη από τους Ναζί, τσεχική γλώσσα. Όλα έδειχναν ότι μια εξέγερση ήταν προ των πυλών. Σιγά–σιγά οι Τσέχοι βγήκανε από τα σπίτια τους, συγκεντρώθηκαν στους δρόμους της Πράγας και έκαψαν ναζιστικές σημαίες, οι πρώτες σημαίες της Τσεχοσλοβακίας που έβλεπαν το φως του ήλιου μετά από 6 χρόνια. Οι οδηγοί του τραμ αρνήθηκαν να εξυπηρετήσουν Γερμανούς και μέλη του ναζιστικού κόμματος. Τα αντίποινα των Ναζί δεν άργησαν να φανούν, καθώς κάποιοι στρατιώτες ξεκίνησαν να πυροβολούν το πλήθος. Το Τσεχικό Ραδιόφωνο συνέχιζε να κάνει εκκλήσεις στην αστυνομία και τους πολίτες να βοηθήσουν, ώστε να καταφέρουν να κρατήσουν το ραδιόφωνο από τους Ναζί. Οι εκκλήσεις πιάσανε τόπο και μέχρι το τέλος της ημέρας οι αντιστασιακοί είχαν καταλάβει την ανατολική πλευρά της πόλης και σημαντικά κτήρια όπως το ραδιόφωνο, τις τηλεφωνικές γραμμές, τους περισσότερους σταθμούς τρένων και 10 από τις 12 γέφυρες.
Στις 6 Μαΐου η αντίσταση συνεχιζόταν, αυτήν τη φορά με έκκληση για τη δημιουργία οδοφραγμάτων στην πόλη της Πράγας, για να καθυστερήσουν μια επικείμενη γερμανική επίθεση. 10.000 Τσέχοι δούλεψαν όλο το βράδυ για να κατασκευάσουν μέχρι το πρωί 1.600 οδοφράγματα. Οι Γερμανοί απάντησαν με βόμβες σε κτήρια κρίσιμης σημασίας όπως ο ραδιοφωνικός σταθμός, ο οποίος όμως παρέμεινε ενεργός παρά τη βόμβα 250 κιλών που έπεσε στον πομπό. Την ίδια μέρα το πρώτο στράτευμα του Ρωσικού Στρατού Απελευθέρωσης μπήκε στην πόλη για να πολεμήσει τους Γερμανούς.
Στις 7 Μαΐου, λίγες ώρες πριν την υπογραφή της άνευ όρων παράδοσης των Ναζί, τα γερμανικά στρατεύματα είχαν 48 ώρες για να σταματήσουν κάθε επιχείρηση. Παρ’ όλα αυτά, οι Γερμανοί στην Πράγα δεν ήθελαν να αποχωρήσουν χωρίς να αφήσουν το στίγμα τους. Στρατεύματα των SS προχώρησαν με τανκς προς τα οδοφράγματα. Η μάχη της Πράγας ξεκίνησε, με τους Γερμανούς να παίρνουν Τσέχους πολίτες ως ανθρώπινες ασπίδες. Ιστορικά κτήρια και η Παλιά Πόλη υπέστησαν αρκετές ζημιές. Ο Ρωσικός Στρατός Απελευθέρωσης κατάφερε να καθυστερήσει τους Γερμανούς όσο καλύτερα μπορούσε, αλλά η Πράγα είχε παραδοθεί στους Ναζί, καθώς καμία βοήθεια δεν ήρθε από τους Συμμάχους. Οι Ναζί μέχρι τις 8 Μαΐου συνέχισαν τις επιθέσεις με δολοφονίες ανταρτών και βομβαρδισμούς. Το Τσεχικό Εθνικό Συμβούλιο, στο οποίο συμμετείχαν όλα τα απαγορευμένα τσεχικά κόμματα, συμφώνησαν να διαπραγματευτούν με τον Ρούντολφ Τουσέντ, τον Γενικό Στρατηγό της Βέρμαχτ. Με τον Τουσέντ, επίσης, να βρίσκεται σε απελπιστική θέση καθώς η Ναζιστική Γερμανία βρισκόταν ένα βήμα πριν το τέλος της, συμφώνησαν όλα τα γερμανικά στρατεύματα να φύγουν από την πόλη και οι Τσέχοι θα τους άφηναν να περάσουν από τη δυτική πλευρά της Πράγας, κάτι που θα συνέφερε γεωστρατηγικά τον γερμανικό στρατό. Η κατάπαυση πυρός συμφωνήθηκε τα μεσάνυχτα, λίγες ώρες αργότερα ήρθαν τα νέα ότι ο Κόκκινος Στρατός είχε απελευθερώσει το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Terezin στην Τσεχία, βάζοντας ένα τέλος στη ναζιστική κατοχή στην Τσεχία.
Την επόμενη μέρα, ο Κόκκινος Στρατός βρισκόταν στα προάστια της Πράγας και με σχετική ευκολία κατάφερε να μπει στην Πράγα στις 8 το πρωί, στις 9 Μαΐου. Η απελευθέρωση της Πράγας που συνοδεύτηκε με μια μικρή εξέγερση έναντι των ναζιστικών στρατευμάτων, γιορτάζεται ακόμη στην πρωτεύουσα της Τσεχίας. Βέβαια, σε αυτήν την ιστορία, η Πράγα και οι πολίτες της στάθηκαν μόνοι τους να παλεύουν με το θηρίο, καθώς καμία βοήθεια δεν έφτασε από τους Συμμάχους, μέχρι και την απελευθέρωσή της από τον Κόκκινο Στρατό.
Βιβλιογραφία
- Karel Bastosek (1965), The Prague Uprising, pp.34-36, 53-54, 135-136
- Bryant, Chad Carl (2007). Prague in Black: Nazi Rule and Czech Nationalism. Harvard University Press. pp.24-28
Διαμένει στην Αθήνα και βρίσκεται στο 4ο έτος των σπουδών του στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών (Κόρινθος) του Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Έχει παρακολουθήσει αρκετά συνέδρια τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, καθώς έχει βοηθήσει και στην δημιουργία κάποιων από αυτών. Ασχολείται με την αρθρογραφία από τον χειμώνα του 2017. Αυτήν την περίοδο τον εντοπίζουμε στην Πράγα, όπου κάνει πρακτική στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων της Τσεχίας. Τα ενδιαφέροντα του είναι η διεθνής πολιτική, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η συγκριτική πολιτική, οι Ευρωπαϊκές και οι Λατινοαμερικάνικες σπουδές.