11.9 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςΟι «διπλωματικές» σχέσεις Τrump - Kim Jong Un

Οι «διπλωματικές» σχέσεις Τrump – Kim Jong Un


Της Κυριακής Θεοδοσάκη,

Οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βορείου Κορέας αποτελούν σταθερά ένα φλέγον ζήτημα της διεθνούς πολιτικής. Οι κίνδυνοι που απορρέουν από τα πυρηνικά όπλα για τη διεθνή ασφάλεια και το συνεχές αδιέξοδο στις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις ανανεώνουν συνεχώς τη διεθνή ατζέντα, με αποτέλεσμα η αναφορά στον «Άξονα του Κακού» από την προεδρία Bush να παραμένει συνεχώς επίκαιρη για την ασφάλεια των ΗΠΑ.

Κατά τη διαχείριση του πυρηνικού προγράμματος της Β. Κορέας υπήρξαν στο παρελθόν σημαντικές πολιτικές πρωτοβουλίες. Σε πρώτο επίπεδο, το “Agreed Framework” που συμφωνήθηκε από τις δύο χώρες το 1994 σε απάντηση της πρόθεσης της Β. Κορέας να αποσυρθεί από τη Συνθήκη για τη Μη-Διάδοση των Πυρηνικών, εγκαινίασε μια θετική διπλωματική πορεία. Ακολούθησε το πλαίσιο των πολυμερών συζητήσεων “Six – Party Talks”, που οδήγησε τη Β. Κορέα σε σημαντικές υποχωρήσεις ως προς τις πυρηνικές της δυνατότητες και το οποίο ανεπιτυχώς σταμάτησε το 2009.

Η τακτική του Προέδρου Donald Trump απέναντι στο αυταρχικό καθεστώς της χερσονήσου είναι σε σημαντικό βαθμό αμφίσημη. Από τη μια πλευρά, υιοθετείται μια πρακτική που βασίζεται στην άμεση εμπλοκή του ιδίου στις διαπραγματεύσεις -μια άνευ προηγουμένου διπλωματική αμερικανική τακτική- η οποία ωστόσο δεν έχει αποδώσει καρπούς. Ο Donald Τrump πραγματοποίησε τρεις διαδοχικές συναντήσεις αυτοπροσώπως με τον Βορειοκορεάτη ομόλογό του. Η πρώτη ιστορική συνάντηση έλαβε χώρα στη Σιγκαπούρη το 2018. Το αποτέλεσμα ήταν η εγκαθίδρυση ενός νέου πλαισίου για τις σχέσεις των δύο χωρών, γεγονός που γέννησε ελπίδες για μια θετική εξέλιξη ως προς τη διαχείριση των πυρηνικών.

Η δεύτερη συνάντηση που έλαβε χώρα στο Βιετνάμ το 2019, έθεσε τέλος στις ελπιδοφόρες προσεγγίσεις. Ο Αμερικανός Πρόεδρος αποχώρησε λέγοντας πως δε μπορεί να συμφωνήσει ως προς το αίτημα της ολικής άρσης των κυρώσεων, και έτσι η σύνοδος έληξε χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Αξίζει, βέβαια, στο σημείο αυτό να αναφερθεί πως το 2019 o Donald Trump έγινε ο πρώτος Αμερικανός Πρόεδρος που πάτησε στη Β. Κορέα, διασχίζοντας τη γραμμή διαχωρισμού ανάμεσα στις δύο χώρες. Πρόκειται για την τρίτη συνάντηση των δύο ηγετών που πραγματοποιήθηκε στην αποστρατικοποιημένη κορεατική ζώνη. Η “face-to-face” προσέγγιση που σε μεγάλο βαθμό επιδιώκει ο Αμερικανός Πρόεδρος βασίζεται στην πεποίθηση πως είναι ικανός από μόνος του να οδηγήσει τη Β. Κορέα σε υποχώρηση.

Από την άλλη πλευρά, παρατηρείται η συνέχεια της παγιωμένης αμερικανικής πρακτικής ως προς τα αυταρχικά καθεστώτα. Η συγκρουσιακή προσέγγιση για την άσκηση της μέγιστης πίεσης μέσα από τις κυρώσεις και τις εν δυνάμει επεμβάσεις παραμένει σταθερή. Η υπόσχεση “fire and fury” του Donald Trump προς το καθεστώς της Β. Κορέας συνιστά απτή απόδειξη. Ωστόσο, οι συνεχείς κυρώσεις και η άρνηση παροχής εγγυήσεων ασφάλειας προς το καθεστώς, ώστε να προχωρήσει σε σταδιακό αφοπλισμό, αναδεικνύονται αντιπαραγωγικές. Η Β. Κορέα, με παράδειγμα τα καθεστώτα του Ιράκ και της Λιβύης, αντιλαμβάνεται πως η μόνη εγγύηση ασφαλείας ενός αυταρχικού καθεστώτος απέναντι σε μια αμερικανική επέμβαση είναι η κατοχή πυρηνικών όπλων. Και, πράγματι, η χώρα αυτή κατάφερε υπό συνθήκες μυστικότητας -και με τη βοήθεια της Κίνας- να οικοδομήσει ένα πυρηνικό οπλοστάσιο και να διεξαγάγει πυρηνικές δοκιμές, αγγίζοντας την «καρδιά» της αμερικανικής ασφάλειας.

Η αμερικανική στάση συνίσταται στο ότι αν δεν υπάρξουν κινήσεις αφοπλισμού, δεν πρόκειται να αρθούν οι κυρώσεις. Η Β. Κορέα απαιτεί εγγυήσεις ασφαλείας από τις ΗΠΑ και την άρση κάποιων κυρώσεων, για να προχωρήσει σε κινήσεις περιορισμού του πυρηνικού οπλοστασίου. Το αδιέξοδο είναι εμφανές και εντείνεται ακόμα παραπάνω από τα πρόσωπα της διοίκησης Trump. Σημαντικό μέρος για την αποτυχία της δεύτερης συνόδου μεταξύ των δύο χωρών αποδίδεται από μέρους της Β. Κορέας στον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών, Mike Pompeo, για τον οποίο αιτεί τη μη συμμετοχή του στις μελλοντικές συζητήσεις χαρακτηρίζοντάς τον γελοίο και όμοιο με γκάνγκστερ. Τα πρόσωπα της αμερικανικής διοίκησης, εν απουσία γνώσεων και συνεργατικού πνεύματος, και η πεποίθηση του Trump πως αποτελεί “dealmaker”, βάσει του επιχειρηματικού παρελθόντος του, συνιστούν τις δύο βασικές αρνητικές συνιστώσες του διπλωματικού αδιεξόδου με τη Β. Κορέα.

Τα λάθη αυτά, όμως, είναι εμφανή σε στρατηγικούς αντιπάλους των ΗΠΑ. Η Ρωσία και η Κίνα έχουν ήδη αρχίσει να υιοθετούν μια συνεργατική πολυμερή στάση προς τη Β. Κορέα στον αντίποδα του αδιεξόδου που έχει καταλήξει η αμερικανική πρακτική. Αν η τακτική αυτή αποδώσει, τότε θα επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στον στρατηγικό ανταγωνισμό και την ισορροπία δυνάμεων αποδεικνύοντας πως υπάρχει και η φωνή των αναδυόμενων δυνάμεων στη διεθνή πολιτική. Και αν αποδώσει, ποιες επιπλοκές θα έχει για την αμερικανική εξωτερική πολιτική και την αμερικανική κοινή γνώμη εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2020;


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ


Κυριακή Θεοδοσάκη

Σπουδάζει στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά και συμμετέχει ενεργά σε προσομοιώσεις (Εuropa.S, RhodesMRC). Συμμετείχε στην πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ευρωπαϊκές εκλογές «This time I’m voting» ως εθελόντρια. Ενδιαφέρεται για τα ευρωπαϊκά θέματα καθώς και για τα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κυριακή Θεοδοσάκη
Κυριακή Θεοδοσάκη
Σπουδάζει στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά και συμμετέχει ενεργά σε προσομοιώσεις (Εuropa.S, RhodesMRC). Συμμετείχε στην πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ευρωπαϊκές εκλογές «This time I’m voting» ως εθελόντρια. Ενδιαφέρεται για τα ευρωπαϊκά θέματα καθώς και για τα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής.