Της Πένυς Πανούση,
Μια στιγμή. Μόνο μία στιγμή. Μόνο μία στιγμή χρειάζεται για να καταστραφούν όλα και εσύ να βρεθείς για ακόμα μία φορά πεταμένος στην άκρη ενός άγνωστου δρόμου. Ενός δρόμου που δεν γνωρίζεις που καταλήγει και οι ταξιδιώτες δεν πρόκειται να ενδιαφερθούν να σε περισυλλέξουν. Βέβαια, ακόμα κι αν σταματήσουν και προσφερθούν να σε πάνε εκεί που ανήκεις, στο ασφαλές για εσένα σημείο σου, στο μέρος της καρδιάς σου, εσύ τι θα απαντήσεις; Τι θα απαντούσε κάποιος που το μόνο που του έχει απομείνει είναι η μοναξιά του εαυτού του; Ένας άνθρωπος που πλέον δεν ανήκει πουθενά; Η απάντηση, λοιπόν, είναι πως δεν υπάρχει απάντηση. Ο δρόμος του γυρισμού είναι τόσο θολός όσο και ο δρόμος του αγνώστου. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα λοιπόν.
Μην γελάσεις λίγο. Μην αφεθείς λίγο. Μην αισθανθείς έστω για λίγο όμορφα, αμέσως να καταρρεύσουν όλα. Αμέσως η ζωή να σου ρουφήξει για ακόμα μία φορά την προσωρινή εκείνη χαρά, εκείνη που σου έδωσε επιτέλους μετά από πόσες ασφυκτικές ημέρες το οξυγόνο που τόσο πολύ χρειαζόσουν για να μπορείς να πεις πως έζησες και κάτι βγαλμένο από χολιγουντιανή ρομαντική κομεντί. Αλλά που να καταλάβει αυτή. Καταλαβαίνουν οι θύτες το λάθος τους; Καταλαβαίνουν εκείνοι που πληγώνουν, ότι πληγώνουν; Μπορείς να δεις το χάος που προκαλείς όταν εσύ το δημιουργείς; Μπορεί να αντιληφθείς την πανωλεθρία που επέρχεται απ’ το δικό σου μοιραίο λάθος, όταν εσύ ο ίδιος ζεις για να δημιουργείς χάος· όταν τρέφεσαι και αναπνέεις απ’ την καταστροφή; Όταν η εικόνα της χαράς σε γεμίζει γαλήνη; Υπάρχεις για να διαλύεις. Γιατί χρειάζεται μία καταστροφή για να αναζωογονηθείς. Τα πιο ήρεμα δεν σε καλύπτουν. Δεν καλύπτουν την λάβα που συγκρατείς με νύχια και με δόντια, μην τυχόν εκχειλιστεί. Μόνο που εσύ αυτό ζητάς. Αυτό θέλεις. Την καταστροφή· την αυτοκαταστροφή. Θέλεις να δεινοπαθήσεις κι εσύ και οι γύρω σου.
Κάπως έτσι είναι και η ζωή λοιπόν. Υπάρχει για να μας πηγαίνει μόνο κόντρα. Για να μας βάζει τρικλοποδιές και παγίδες, με σκοπό να έχει κάτι να αντλεί χαρά απ’ αυτό. Θυσιάζεται στο βωμό της ίντριγκας, γιατί ο πόνος της ψυχής της ηρεμεί όταν βλέπει να υποφέρουν οι άλλοι γύρω της. Προσπαθεί να αποδράσει απ’ την βίαιη και ακαταλαβίστικη ζωή της, πλάθοντας η ίδια το τέλος αυτής και των γύρω της και βάζοντας την τελική υπογραφή της.
Αφού λοιπόν έκανε ότι ήταν να κάνει, σε πετάει σαν την τρίχα απ’ το ζυμάρι, σαν παράσιτο που ήρθε η ώρα του να πάρει τον δρόμο του αγύριστου. Η χαρά χάθηκε αλλά δεν ήταν και η μόνη. Χάθηκε η εμπιστοσύνη σου. Και πίστεψε, όταν χάνεται αυτή δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να συγκριθεί μαζί της. Το χειρότερο ήρθε. Δεν πρόκειται να κάτσει ήρεμο, ούτε φρόνιμο. Ήρθε με φόρα και θυμό να τα κάψει όλα. Ό,τι καλό είχε απομείνει από σένα θα καεί. Δεν υπάρχει μεταβολή, ούτε αναστροφή. Η μαύρη κουρτίνα έπεσε. Όλα θ’ αλλάξουν, οι δείκτες της ζωής όμως θα μείνουν παγωμένοι. Έως ότου κάποιος να αποπειραθεί να τους κουρδίσει ξανά. Και τότε τι θα γίνει; Πάλι το ίδιο μοτίβο;
Νιώθεις κουρασμένος. Κουρασμένος απ’ την προδοσία της ζωής, των ανθρώπων. Τους έδωσες τα καλύτερα στοιχεία σου και εκείνοι στο ανταπέδωσαν με τον χειρότερο τρόπο. Σε λησμόνησαν. Και για την λησμονιά δεν υπάρχει καμία συγχώρεση ή εξήγηση. Εξάλλου τι μπορείς να πεις σε όσους από επιλογή σαμποτάρουν οτιδήποτε τους περιβάλλει για να δυναμώσουν προσωρινά οι ίδιοι;
Κατέρρευσες. Αυτός ο δρόμος όμως είναι η μέση του τέλους σου. Δεν έφτασε ακόμα η στιγμή να τα παρατήσεις. Πολλές εκπλήξεις σου επιφυλάσσονται ακόμα. Κάθε χιλιόμετρο έχει κάτι το καινούριο, κάτι το διαφορετικό. Καιρός να αναγεννηθείς απ’ τις στάχτες σου.
Γεννημένη στις 16 Ιουνίου του 2000 στην Αθήνα με καταγωγή απ’ την Αρκαδία. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, στην Κόρινθο. Στα γενικά ενδιαφέροντά της, συγκαταλέγονται οι προσομοιώσεις συνεδρίων διεθνής κλίμακας, η μελέτη κοινωνικοπολιτικών ζητημάτων, η ανάγνωση βιβλίων και η φιλοσοφία.