Του Παναγιώτη Παλαιοκαστρίτη,
Τον 21ο αιώνα θεωρείται ως δεδομένο, τουλάχιστον στις δυτικές κοινωνίες, ότι ο πιο γνήσιος τρόπος μετουσίωσης της λαϊκής βούλησης, είναι η επιλογή αντιπροσώπων μέσω μιας συγκεκριμένης διαδικασίας ανάδειξής τους, αυτής των εκλογών. Αυτή, όμως, η αντίληψη, καλύπτει μόνο την κορυφή του παγόβουνου, δεν διεισδύει στα άδυτα των δομών που καθορίζουν την εκλογική διαδικασία και επισκιάζει τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τον καθορισμό της και μερικές φορές, την χειραγώγησή της από αυτά.
Το άρθρο 1, ενότητα 1 του Αμερικανικού Συντάγματος ορίζει ότι όλες οι νομοθετικές εξουσίες ανήκουν στο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών, το οποίο αποτελείται από την Γερουσία και την Βουλή των Αντιπροσώπων. Η Γερουσία αποτελείται από 100 μέλη –δύο για κάθε πολιτεία– ανεξαρτήτως από τον πληθυσμό της κάθε πολιτείας, τα οποία θα εκλέγονται από τους πολίτες κάθε πολιτείας. Η θητεία των Γερουσιαστών είναι εξαετής και το 1/3 από το σύνολο αυτών θα ανανεώνεται κάθε δύο χρόνια. Η Βουλή των Αντιπροσώπων αποτελεί το δεύτερο νομοθετικό σώμα και αποτελείται από 435 μέλη, τα οποία εκλέγονται κάθε δύο χρόνια από 50 πολιτείες. Οι θέσεις των αντιπροσώπων είναι έτσι κατανεμημένες, ώστε να ανταποκρίνονται στον συνολικό πληθυσμό των πολιτειών. Αυτή, λοιπόν, είναι η κορυφή του παγόβουνου που σκιαγραφεί ποιο είναι το νομοθετικό σώμα. Στο παρόν κείμενο ωστόσο, η ουσία είναι να αναδειχθεί μια πτυχή του αδύτου των δομών που μεταφέρουν τους αντιπροσώπους, από τον βυθό των πολιτειακών περιφερειών, στην επιφάνεια του Κογκρέσου. Αυτή η πτυχή ακούει στο όνομα “Gerrymandering”, όνομα που προκύπτει από το επίθετο του κυβερνήτη της πολιτείας της Μασαχουσέτης, του Elbridge Gerry, σε συνδυασμό με την ονομασία του μυθικού πλάσματος της Σαλαμάνδρας (Salamander). Η σαλαμάνδρα θα γινόταν το ζώο-πεπρωμένο του Gerry, όταν το 1812 σχεδίασε μια περιφέρεια στο σχήμα της, καθιερώνοντας έτσι τον όρο Gerrymandering.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα των ΗΠΑ, οι περιφέρειες που αναδεικνύουν αντιπροσώπους στο Κογκρέσο απαιτείται να είναι σχεδιασμένες κατά πληθυσμιακά ομοιόμορφο τρόπο, να έχουν μεταξύ τους συνοχή και να είναι συμπαγείς γεωγραφικά. Οι περιφέρειες πρέπει να επανασχεδιάζονται κάθε δεκαετία, έτσι ώστε να ενσωματώνουν τους νέους πληθυσμούς και να καταγράφονται αυτοί σε δεκαετή απογραφή. Στις περισσότερες πολιτείες, υπεύθυνος για τον δεκαετή επανασχεδιασμό των περιφερειών είναι συνήθως το πολιτικό κόμμα που κατέχει τα ινία της πολιτειακής κυβέρνησης, εκείνη την χρονική στιγμή. Στο σημείο αυτό, το φαινόμενο Gerrymandering επιστρατεύεται από τους κομματικούς φορείς, που έχουν επωμιστεί τον σχεδιασμό των περιφερειών, προκειμένου να γίνει σίγουρο ότι οι εκλογές δεν θα μείνουν έρμαιο της βούλησης των ψηφοφόρων. Το Gerrymandering πρόκειται για μια ευρύτερη στρατηγική, που αποσκοπεί στην εδραίωση των κομμάτων (που κάνουν τον σχεδιασμό των περιφερειών), είτε στο Κογκρέσο, είτε στα νομοθετικά σώματα των Πολιτειών. Αποτελείται από συγκεκριμένες τακτικές, με πιο βασικές το “cracking” και το “packing”.
Η πρώτη τεχνική, το cracking (διαχωρισμός), ουσιαστικά σπάει ένα συνασπισμό ψηφοφόρων, που έχουν προτίμηση σε ένα κόμμα και συνιστούν πλειοψηφία σε μια περιφέρεια, σε περισσότερες περιφέρειες, όταν το κόμμα αυτό είναι άλλο από εκείνο που κάνει τον σχεδιασμό. Με αυτό προσδοκάται, η αποδυνάμωση αυτών των ψήφων, διασπείροντάς τες σε περισσότερες περιφέρειες όπου και αποτελούν μειοψηφίες και λόγω του πλειοψηφικού συστήματος εκπροσώπησης, να λογίζονται ως «χαμένες ψήφοι». Αυτή η τεχνική, χρησιμοποιήθηκε κυρίως για να αποτρέψει τους Αφροαμερικανούς από το να συσπειρωθούν σε συγκεκριμένες περιφέρειες και να εκλέξουν δικούς τους αντιπροσώπους. Με το Voting Right Act το 1965, απαγορεύτηκε ο ρατσιστικός «διαχωρισμός». Εξακολουθεί, όμως, να συνεχίζεται ως τακτική για κομματικούς λόγους. Η δεύτερη τεχνική, το packing (μάζεμα), συγκεντρώνει το σύνολο των οπαδών του αντίπαλου κόμματος σε μια συγκεκριμένη περιφέρεια, με αποτέλεσμα να μην μπορούν αυτοί να επηρεάσουν τα αποτελέσματα των εκλογών των γύρω περιφερειών
Άλλες τεχνικές, μικρότερης εμβέλειας, είναι το “hijacking”, το “kidnapping” και το “prison-based gerrymandering”. Το hijacking (πειρατεία), είναι όταν ένας υποψήφιος αντιπρόσωπος τοποθετείται, μέσω του σχεδιασμού, σε μια άλλη περιφέρεια από αυτή που βρισκόταν στην αρχή. Σε αυτή την περίπτωση, ο μετακινημένος υποψήφιος βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν άλλο υποψήφιο. Τα οφέλη από αυτή την τακτική είναι πολλά, μεταξύ των οποίων μπορεί να είναι η αναμέτρηση με έναν υποψήφιο που έχει περισσότερους οπαδούς στην νέα περιφέρεια ή αν οι δυο υποψήφιοι είναι του ίδιου κόμματος, η οικονομική αποδυνάμωση του νικητή εκ των δύο, με αποτέλεσμα το προβάδισμα αυτού που έκανε τον σχεδιασμό στις γενικές πολιτειακές εκλογές. Το kidnapping (απαγωγή), είναι όταν μεταθέτεις την εκλογική βάση ενός υποψηφίου, στην οποία έχει τους υποστηρικτές του, τους συμμάχους, τις χορηγίες και την περισσότερη επιρροή, σε άλλη περιφέρεια όπου δεν χαίρει της ίδιας εκτίμησης. Τέλος, το prison-based gerrymandering είναι, όταν οι περιφέρειες σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να συμπεριλαμβάνουν και τον πληθυσμό των φυλακισμένων. Επειδή οι φυλακισμένοι καταγράφονται ως κάτοικοι της περιφέρειας, χωρίς όμως να έχουν δικαίωμα ψήφου, το βάρος της ανάδειξης των αντιπροσώπων πέφτει στον πληθυσμό της περιφέρειας που βρίσκεται εκτός της φυλακής. Αυτές είναι σε γενικές γραμμές, οι τακτικές που συντελούν στην διαμόρφωση του φαινομένου, που ονομάζεται Gerrymandering. Για να γίνει όμως πλήρως κατανοητό αυτό το φαινόμενο, είναι ίσως χρήσιμο να γίνει μια υποθετική μελέτη περίπτωσης.
Έστω ότι, με βάση το πρώτο πλέγμα του παραπάνω πίνακα, έχουμε μια πολιτεία 50 ατόμων. Οι 30 από αυτούς δηλώνουν υποστηρικτές του «Μπλε» κόμματος και οι άλλοι 20, υποστηρικτές του «Κόκκινου» κόμματος. Αν τώρα, με βάση το δεύτερο πλέγμα, διαιρεθεί η πολιτεία σε πέντε περιφέρειες, τότε κάθε περιφέρεια θα στείλει από ένα αντιπρόσωπο στη Βουλή για να την εκπροσωπήσει. Αν η κατανομή θέλουμε να γίνει με τρόπο που να εκφράζει αναλογικά τον πληθυσμό, τότε ο σχεδιασμός των περιφερειών θα πρέπει να γίνει με κάθετες γραμμές. Σε αυτή την περίπτωση, αυτό που προκύπτει βάσει του δεύτερου πλέγματος, είναι ότι οι Μπλε θα καλύψουν 3 θέσεις στην Βουλή, εκπροσωπώντας το 60% του πληθυσμού και οι Κόκκινοι 2 θέσεις, εκπροσωπώντας το 40%. Σε αυτή την περίπτωση, η εκπροσώπηση ορίζεται ως τέλεια. Αν όμως τώρα, βάσει του τρίτου πλέγματος (όπου και εφαρμόζεται το gerrymandering), σχεδιαστούν οι γραμμές των περιφερειών από το κόμμα των Μπλε με οριζόντιο τρόπο, τότε αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη επικράτηση των Μπλε έναντι των Κόκκινων. Αυτό συμβαίνει, επειδή, (με βάση το πλειοψηφικό σύστημα εκπροσώπησης) οι ψήφοι των Κόκκινων που αποτελούν μειοψηφίες και στις πέντε οριζόντιες περιφέρειες, απορροφώνται από τις πλειοψηφίες των Μπλε. Σε αυτή την περίπτωση, ο σχεδιασμός είναι μεν συμπαγής αλλά όχι δίκαιος. Τέλος, στο τέταρτο πλέγμα (όπου εφαρμόζεται πάλι το gerrymandering), οι Κόκκινοι σχεδιάζουν τις περιφέρειες με τέτοιο τρόπο, ώστε να τεμαχίζουν τον πληθυσμό που υποστηρίζουν τους Μπλε, σε δυο πλειοψηφικές περιφέρειες. Τους αντίστοιχους υποστηρικτές τους, τους κατανέμουν έτσι ώστε να αποτελούν πλειοψηφία σε τρείς περιφέρειες. Έτσι, παρόλο που οι Κόκκινοι αποτελούν το 40% του συνολικού πληθυσμού, καταλήγουν να κερδίζουν το 60% των θέσεων! Αυτή η περίπτωση δεν συνιστά ούτε συμπαγή ούτε δίκαιο σχεδιασμό. Κάτι αντίστοιχο, φαίνεται να συνέβη σε ένα γενικότερο πλαίσιο, στις εκλογές του 2012. Οι Δημοκρατικοί, παρόλο που έλαβαν 1.4 εκατομμύρια παραπάνω ψήφους από τους Ρεπουμπλικανούς, οι τελευταίοι πήραν την πλειοψηφία των θέσεων με 234 θέσεις έναντι 201 των πρώτων!
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό, ότι το φαινόμενο Gerrymandering είναι μια δόλια στρατηγική, που έχει ως αποτέλεσμα την αλλοίωση της πολιτικής βούλησης του εκλογικού σώματος και συνηγορεί στο ορθό της έκφρασης που της έχει δοθεί συχνά, ότι «αντί οι ψηφοφόροι να επιλέγουν τους πολιτικούς, καταλήγει οι πολιτικοί να επιλέγουν τους ψηφοφόρους». Αν και έχουν τεθεί αρκετές προτάσεις για την επίλυση αυτού του προβλήματος, όπως ο σχεδιασμός των περιφερειών από τα δικαστικά όργανα ή από ανεξάρτητους φορείς ή τον σχεδιασμό με βάση μια μαθηματική φόρμουλα ή με αλγορίθμους, φαίνεται ότι τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον τα κόμματα θα κατέχουν την πρωτοκαθεδρία στον σχεδιασμό των περιφερειών. Ως συνέπεια αυτού, το Gerrymandering θα συνεχίσει να διαστρεβλώνει την λαϊκή βούληση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- A Deeper Look at Gerrymandering, Policy Map, https://www.policymap.com/2017/08/a-deeper-look-at-gerrymandering/
- “Redistricting, a Devil’s Dictionary”, ProPublica, https://www.propublica.org/article/redistricting-a-devils-dictionary
- How our Laws Are Made, John V. Sullivan, https://www.govinfo.gov/content/pkg/CDOC-110hdoc49/pdf/CDOC-110hdoc49.pdf
- “The Great Gerrymander of 2012”, The New York Times, https://www.nytimes.com/2013/02/03/opinion/sunday/the-great-gerrymander-of-2012.html
- “This Is the best explanation of Gerrymandering you will ever see”, The Washington Post, https://www.washingtonpost.com/news/wonk/wp/2015/03/01/this-is-the-best-explanation-of-gerrymandering-you-will-ever-see/
- “Hating Gerrymandering Is Easy. Fixing it Is Harder”, FiveThirtyEight, https://fivethirtyeight.com/features/hating-gerrymandering-is-easy-fixing-it-is-harder/
Γεννήθηκε το 1992 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Σπουδάζει Νομική στο ΑΠΘ. Γνωρίζει άριστα Αγγλικά. Έχει έντονο ενδιαφέρον για την Πολιτική Φιλοσοφία, την Ιστορία, την Κοινωνιολογία και τις διεθνείς σχέσεις. Φιλοδοξεί να αποκτήσει ένα μεταπτυχιακό στην Εγκληματολογία. Τέλος, ως χόμπι έχει την ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες.