Της Δήμητρας Χαρέλη,
Οι συνεχείς αλλαγές και μεταρρυθμίσεις χαρακτηρίζουν το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα. Η εκπαίδευση ανέκαθεν αποτελούσε την αφετηρία κάθε κυβέρνησης στον αγώνα δρόμου που διανύει κάθε φορά, θεωρώντας την ως ένα σημαντικό όπλο για να αποδείξει την αποτελεσματικότητά της και να ενισχύσει την αξιοπιστία της. Στην αντίπερα όχθη, το πολύτιμο εισιτήριο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι Πανελλαδικές εξετάσεις, αποτελούν θέμα αναρίθμητων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές. Πιο συγκεκριμένα, η θεωρητική κατεύθυνση ποτέ δεν είχε μια σταθερά στη λίστα των εξεταζόμενων μαθημάτων της αλλά και στη διδασκαλία τους. Κατά καιρούς διαφοροποιείται το μοντέλο εξέτασης με την προσθαφαίρεση μαθημάτων. Τα Λατινικά και τα Αρχαία Ελληνικά μπήκαν στις σχολικές αίθουσες το 1829, προωθώντας το μοντέλο μιας «Ελληνικής Παιδείας» με πρωτοβουλία μιας αξιοπρεπούς επιτροπής. Από το 1824 σχεδιαζόταν το εκπαιδευτικό πρότυπο που τελικά εφαρμόστηκε, έχοντας ως πρωταρχικό σκοπό να μεταδώσει στους μαθητές την ιδέα του Διαφωτισμού και να μην περιοριστεί σε πρακτικού περιεχομένου μαθήματα. Αυτό ήταν ένα γενναίο βήμα πιο κοντά στη φωτισμένη Ευρώπη.
Ο δρόμος προς την κατάργηση…
Δεν πρόκειται για ένα απλό διδακτικό μάθημα. Τα Λατινικά, κρύβουν από πίσω τους έναν ολόκληρο πολιτισμό, μια ένδοξη ιστορία με σημαντικές προσφορές στον παγκόσμιο πνευματικό κόσμο. Τα τελευταία χρόνια η διδασκαλία τους είχε δεχθεί μια σταδιακή υποβάθμιση με πολύ περιορισμένες διδακτικές ώρες στο σύνολό τους, κάτι που σταδιακά οδήγησε και στην οριστική κατάργησή τους. Οι διδακτικές ώρες ήταν ανεπαρκείς και καθιστούσαν αδύνατον στον μαθητή να αντιληφθεί ορθά μια τελείως διαφορετική κοσμοθεωρία από αυτή των Νέων και των Αρχαίων Ελληνικών σε γραμματικο-συντακτικό επίπεδο. Το αποτέλεσμα ήταν η στείρα γνώση των λατινικών κειμένων και η ελλιπής εκμάθηση κάποιων πολύ συγκεκριμένων γραμματικών και συντακτικών φαινομένων. Με λίγα λόγια, το μάθημα των Λατινικών δεν πρόσφερε ποτέ μια ολοκληρωμένη γνώση για την τεράστια ιστορία του ρωμαϊκού πολιτισμού. Δεν προσέφερε ποτέ συστηματική εκμάθηση της γραμματικής, κι ας στηρίζονται σήμερα πάνω της αρκετές σύγχρονες γλώσσες. Φυσικό επακόλουθο ήταν η αποστροφή των μαθητών και η γενναία απόφαση να καταργηθεί από τα εξεταζόμενα μαθήματα των Πανελλαδικών εξετάσεων για τη θεωρητική κατεύθυνση.
Η μεταρρύθμιση που κλόνισε ολόκληρο τον «Φιλολογικό Κόσμο».
Σαν βόμβα έσκασε η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας το 2018 σχετικά με την κατάργηση των Λατινικών από τη λίστα των εξεταζόμενων μαθημάτων των Πανελλαδικών εξετάσεων της θεωρητικής κατεύθυνσης, αλλά και η διδασκαλία τους. Ομολογουμένως, ανέκαθεν υπήρχαν ψίθυροι γύρω από αυτό το ζήτημα ως προς την ύλη, τον τρόπο εξέτασης και το σύνολο των διδακτικών ωρών. Όταν ανακοινώθηκε η επίσημη κατάργησή τους, ξέσπασε θύελλα αντιδράσεων και από την πλευρά μεμονωμένων καθηγητών αλλά και οργανωμένων φορέων. Εξέφραζαν τον φόβο τους για την εξαφάνιση της κλασικής παιδείας στα σχολεία μέσω των μαθημάτων τους. Κινδυνολογίες για προώθηση μιας τεχνοκρατικής παιδείας και απαξίωση του φιλολογικού κλάδου έλαβαν επίσης χώρα. Κάποιοι άλλοι προβληματίστηκαν για την κατάληξη των φιλολογικών σχολών, καθώς οι μαθητές χωρίς την παραμικρή γνώση λατινικών δεν θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στο ήδη υπάρχον πρόγραμμα σπουδών των φιλολογικών σχολών.
Κοινωνιολογία: Στο επίκεντρο τώρα η σύγχρονη κοινωνία μέσω της σχολικής διδασκαλίας
Το ανατρεπτικό σχέδιο αυτής της μεταρρύθμισης τοποθέτησε το μάθημα της Κοινωνιολογίας για πρώτη φορά στα εξεταζόμενα στις Πανελλαδικές εξετάσεις. Μέσω της διδασκαλίας της, οι μαθητές θα κατανοήσουν τους ταχύτατους ρυθμούς του σύγχρονου κόσμου. Θα ρίξει φως σε άλυτα προβλήματα και αναγκαία ζητήματα της κοινωνίας, για τα οποία μελλοντικά οι μαθητές πρέπει να τοποθετηθούν, να αποφασίσουν και κάποιοι ίσως και να τα αντιμετωπίσουν κατά πρόσωπο. Μια καλή προετοιμασία για τη σκληρή πραγματικότητα θα είναι σημαντικό εφόδιο για αυριανούς υπεύθυνους και συνειδητούς πολίτες. Θεματικές ενότητες όπως είναι η παγκοσμιοποίηση, το προσφυγικό ζήτημα και η οικονομική κρίση, οι οποίες απασχολούν έντονα τις κοινωνικές εξελίξεις σήμερα προκαλούν την ανησυχία των μαθητών. Ως κοινός παρανομαστής δεσπόζει η κριτική σκέψη, περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη στείρα γνώση και την αποστήθιση, ένα συχνό φαινόμενο που εντοπίζεται σε μεθόδους εκμάθησης κυρίως στη θεωρητική κατεύθυνση. Επίσης ενεργοποιείται και ένα μεγάλο μέρος αδιόριστων κοινωνιολόγων σε σχολεία, περιορίζοντας με αυτή την τακτική την ανεργία του κλάδου. Κατ’ επέκταση παρατηρείται κάποια προώθηση των κοινωνικών επιστημών. Συγκεκριμένα, οι μαθητές επιλέγουν με μεγαλύτερη ευκολία παρόμοιους κλάδους, εφόσον υπάρχει η κατάλληλη προετοιμασία ήδη από το σχολείο για την ακαδημαϊκή τους πορεία.
Το συχνό φαινόμενο των μετασχηματισμών του εκπαιδευτικού συστήματος ταλαιπωρεί με επίπονα πειράματα, τόσο τους εκπαιδευτικούς όσο και τους ίδιους τους μαθητές με ασταμάτητο ρυθμό, ίδιο με αυτόν της πολιτικής αστάθειας στη χώρα. Η νέα προσθήκη από πολλούς εξετάστηκε καλύτερα και αξιολογήθηκε θετικά. Πολλοί συλλογισμοί τερματίστηκαν στη σκέψη ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συσχετίζεται η παραμονή της Κοινωνιολογίας με την κατάργηση των Λατινικών. Αποτελούν δυο εντελώς αντικρουόμενες περιπτώσεις αλλά η συνύπαρξή τους θα προσέφερε ένα καρποφόρο αποτέλεσμα για την εκπαιδευτική κοινότητα κι ίσως έναν καλύτερο κόσμο, που θα στηρίζεται στις αξίες του παρελθόντος, κάνοντας μια γενναία εφαρμογή πάνω στα χνάρια του τώρα.