Του Αλέξανδρου Γκανά,
Η ανεργία αποτελούσε και αποτελεί ένα χρονίζον πρόβλημα, το οποίο και κρίνονται να αντιμετωπίσουν οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις κατά την τελευταία δεκαετία. Οι πολλαπλές οικονομικές δυσχέρειες, η πολιτική αστάθεια και οι περιορισμένες δυνατότητες της χώρας, είναι μόνο μερικοί απ’ τους παράγοντες που συνέβαλαν στην ραγδαία αύξηση των ποσοστών ανεργίας των Ελλήνων κατά την λεγόμενη «δεκαετία της κρίσης».
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα πορίσματα των ερευνών της ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά περίπου 20% μόλις μέσα σε μια πενταετία, εφόσον το ιδιαίτερα ελπιδοφόρο, 7,7% του 2008, ανήλθε, ύστερα απ’ την οικονομική κρίση που ξεκίνησε κατά εκείνη περίπου την περίοδο, στο εξωφρενικό 27,3%, κατά το 2013. Έπειτα, η συνδρομή μιας στοιχειώδους κρατικής μέριμνας καθώς και μιας σειράς ορθών κυβερνητικών αποφάσεων, προς άμβλυνση της υφιστάμενης ύφεσης, είχαν ως άμεσο απότοκο την μείωση του εν λόγω ποσοστού στο 18,5%, τον Ιανουάριο του 2019 αλλά και στο 16,4%, τον Ιανουάριο του τρέχοντος ημερολογιακού έτους.
Όπως μαρτυρούν τα άνωθεν στατιστικά στοιχεία, ο κίνδυνος και η κρίση, αν και σε καμία περίπτωση δεν είχαν εξαλειφθεί, παρουσίαζαν μια σημαντική μείωση, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, γεγονός που πέραν πάσης αμφισβήτησης, έδινε την δυνατότητα τόσο στους κυβερνώντες όσο και στους κυβερνώμενους να ατενίζουν το μέλλον με μια συγκρατημένη αισιοδοξία. Εντούτοις, η κήρυξη του πλανήτη σε κατάσταση καραντίνας, αναπόφευκτα, βάζει ένα τεράστιο φρένο σε οποιαδήποτε αισιόδοξη σκέψη, σε σχέση με την εθνική οικονομική ανάκαμψη και ευφορία. Ο αναγκαστικός εσωτερικός εγκλεισμός, ως απόρροια της προαναφερθείσας ραγδαίας και θανατηφόρας εξάπλωσης του “Sars-CoV-2”, σηματοδοτεί την έναρξη μιας ακόμα πιο δύσκολης περιόδους οικονομικής ύφεσης και κρίσης της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.
Αρχικά, αποφασιστικός παράγοντας, προκειμένου να έχει κανείς την δυνατότητα να κάνει μια λελογισμένη και ρεαλιστική εκτίμηση, σε σχέση με την έκταση του πλήγματος που θα δοκιμάσει η ελληνική οικονομία, είναι ο ρυθμός εξάπλωσης της πανδημίας του κορωνοϊού. Η χώρα μας, φαίνεται ότι αντιμετώπισε με ψυχραιμία και σύνεση το πρώτο κύμα του ιού, με αποτέλεσμα την άρση των περιοριστικών μέτρων της κυκλοφορίας την 4η Μαΐου καθώς και την διενέργεια μιας πρώτης διστακτικής απόπειρας επιστροφής στην κανονικότητα. Παρά το γεγονός αυτό όμως, αν αναλογιστεί κανείς τις υφιστάμενες συνθήκες, εύλογα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση είναι ρευστή και αβέβαιη, ενώ ο κίνδυνος πισωγυρίσματος, σε κάθε περίπτωση, υπαρκτός.
Επιπρόσθετα, οι ήδη βαρύτατες επιπτώσεις της πανδημίας, στην εθνική οικονομία, δεν κρίνονται σε καμία περίπτωση αμελητέες. Αναλυτικότερα, ένα ιδιαίτερα σημαντικό ποσοστό των εθνικών εσόδων προέρχεται απ’ τον τουρισμό και την αντίστοιχη δραστηριότητα. Το καλοκαίρι του ’20 σε κάθε περίπτωση, προβλέπεται ιδιαίτερα δύσκολο για τον εν λόγω τομέα, καθώς, αν και οι ξενοδοχειακές δομές, οι τουριστικές ατραξιόν, αλλά και οι επιχειρήσεις αναψυχής, θα λειτουργήσουν κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι αναγκασμένες εξαιτίας των συνθηκών, να περιορίσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό το μέγεθος της δράσης αλλά και της οικονομικής τους δραστηριότητας. Κάτι τέτοιο, υποδεικνύει ότι ο εξωτερικός τουρισμός, δηλαδή η προσέλκυση ξένων τουριστών στην Ελλάδα θα μειωθεί δραστικά, ενώ παράλληλα, οι Έλληνες τουρίστες, θα είναι σε κάθε περίπτωση πιο επιφυλακτικοί και διστακτικοί, σε σχέση με τις καλοκαιρινές τους διακοπές, εξαιτίας του υψηλού κινδύνου αλλά και των περιορισμένων δυνατοτήτων. Όλα τα προαναφερθέντα, έχουν ως αποτέλεσμα την σημαντική μείωση των θέσεων εργασίας στον εν λόγω κλάδο, καθώς και την αναπόφευκτη κατάληξη πολλών, στηριζόμενων στον τουριστικό χώρο, επιχειρήσεων «στο σφυρί».
Βέβαια η τουριστική δραστηριότητα, δεν είναι σε καμία περίπτωση η μόνη παράμετρος της ελληνικής οικονομίας που θα πιεστεί ασφυκτικά. Είναι γεγονός, ότι τα οικονομικά μεγέθη της χώρας αλλά και οι δυνατότητες της παγκόσμιας οικονομίας, πρόκειται να δεχθούν ένα σημαντικό πλήγμα, γεγονός που ίσως αποβεί μοιραίο για πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Έτσι, τόσο η καταναλωτική ζήτηση όσο και η δυνατότητα προσφοράς, θα περιορισθεί περαιτέρω σε ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα της ελληνικής οικονομίας, απ’ το οποίο ενδεχομένως να εξαιρούνται μόνο ορισμένες επιχειρήσεις σχετικές με τον πρωτογενή τομέα παραγωγής, με την παροχή ειδών πρώτης ανάγκης καθώς και με την παροχή ιατρικής ή φαρμακευτικής περίθαλψης.
Αναμφισβήτητα, διανύουμε μια ιδιαίτερα ταραχώδη περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας, οι επιπτώσεις της οποίας θα είναι εμφανείς για αρκετά ακόμη χρόνια, σε επίπεδο οικονομικό, κοινωνικό αλλά και πολιτικό. Υπό αυτό το πρίσμα, αποτελεί καθήκον όλων μας αλλά ιδιαίτερα εκείνων που οφείλουν να προασπίζονται τους κατοίκους αυτής της χώρας και τα συμφέροντά τους, να λάβουν τις κατάλληλες αποφάσεις προκειμένου να μην βρεθεί η χώρα στην εσχάτη των περιπτώσεων ήτοι στην ολική οικονομικοπολιτική κατάρρευση. Πιο συγκεκριμένα η ανεργία, πρόκειται να βρεθεί στην κορυφή της πυραμίδας των οικονομικών προβλημάτων τόσο στο άμεσο και μη μέλλον, γεγονός που αναδεικνύει την θέσπιση μέτρων και μεταρρυθμίσεων σε επιτακτική ανάγκη.
Πρώτα πρώτα, η τύχη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες και θα δεχθούν ένα ισχυρό πλήγμα εξαιτίας του ιού, πρέπει να κατέχει κεντρική θέση στην διαδικασία διαμόρφωσης της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, μέσω της παροχής χρηματοδοτήσεων ή και επιχορηγήσεων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα μέσω του έγκαιρου και ευνοϊκού εξωτερικού δανεισμού, την δυναμική παρουσία και οικονομική υποστήριξη της ΕΕ αλλά της σημαντικής μείωσης του προβλεπόμενου πρωτογενούς πλεονάσματος, προκειμένου να εξοικονομηθούν απαραίτητοι χρηματικοί πόροι. Τέτοιου είδους μέτρα, δύνανται να «διασώσουν» πολλές επιχειρήσεις απ’ την χρεοκοπία, με αποτέλεσμα την αποφυγή της ραγδαίας μείωσης των θέσεων εργασίας.
Συμπληρωματικά, τώρα περισσότερο από ποτέ, η ύπαρξη ηλεκτρονικής και διαδικτυακής κατάρτισης, διαδραματίζει καίριο χαρακτήρα για την ομαλή λειτουργία της οικονομίας. Με βάση αυτό, η δαπάνη κρατικών πόρων για την ηλεκτρονική εκπαίδευση μιας μερίδας των εργαζομένων, θα άνοιγε τον δρόμο για μια προοδευτική μεταβολή, του τρόπου ενάσκησης των οικονομικών δραστηριοτήτων και συναλλαγών, δημιουργώντας παράλληλα αρκετές νέες θέσεις εργασίας.
Συνοψίζοντας, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια πρωτοφανή κατάσταση, η οποία και ενδέχεται να προκαλέσει μείζονα προβλήματα και ριζικές μεταβολές στην οικονομία, στην πολιτική αλλά και στις συνήθειες των ανθρώπων συνολικότερα. Υπό τις εν λόγω συνθήκες, ο ορθός και λελογισμένος κρατικός σχεδιασμός και το αίσθημα της συλλογικής προσπάθειας για ένα μέλλον πιο «φωτεινό», αποτελούν την κυριότερη δίοδο προκειμένου να οδηγηθούμε στο τέλος αυτής της νέας μεγάλης κρίσης.
Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Νομικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Ο κλάδος της νομικής, ανέκαθεν φάνταζε ιδιαίτερα συναρπαστικός σε εκείνον, εφόσον από πολύ νεαρή ηλικία γνώριζε ότι αυτήν την κατεύθυνση θα ήθελε να ακολουθήσει μελλοντικά. Τα τελευταία δύο χρόνια ασχολείται ερασιτεχνικά με την συγγραφή και πιο συγκεκριμένα με την συγγραφή πολιτικών δοκιμίων, ποιημάτων και σύντομων διηγημάτων της λογοτεχνίας του φανταστικού. Τρέφει επιπλέον, μια ιδιαίτερη αγάπη για τον αθλητισμό, την τζαζ μουσική και το σκάκι, ευελπιστώντας ότι, κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον θα του δοθεί και η ευκαιρία να συμμετάσχει σε σκακιστικούς αγώνες.