Της Ειρήνης-Βασιλείας Κουτή,
Ήταν μικρόσωμη, όχι ιδιαίτερα όμορφη, με βαθιά αγορίστικη φωνή. Γινόταν όμως θεριό όταν ανέβαινε στη σκηνή. Μια ζωντανή Καρυάτιδα που δεν άφηνε ασυγκίνητο κανέναν με το ταλέντο της. Η Μαρίκα Κοτοπούλη υπήρξε σταθμός στην ιστορία του θεάτρου αλλά και σύμβολο γυναικείας χειραφέτησης με τις επιλογές της. Έζησε με πάθος, αγάπησε με πάθος, δημιούργησε απ’ την αρχή μέχρι το τέλος της ζωής της στο θέατρο και στη ζωή μια γυναικεία περσόνα απ’ τις σπουδαιότερες του 20ου αιώνα στην Ελλάδα.
Γεννήθηκε το 1887 στην Αθήνα από γονείς ηθοποιούς. Ο πατέρας της ήταν θιασάρχης του Δραματικού Θιάσου «Πρόοδος» και κυριολεκτικά μεγάλωσε μέσα στις περιοδείες, κάτι που της έδωσε αξιόλογη θεατρική εμπειρία, αφού ήδη από παιδάκι ξεκίνησε με τους πρώτους θεατρικούς της ρόλους. Χαρακτηριστικό είναι ότι πέραν των γονέων και οι αδερφές της ήταν επίσης ηθοποιοί.
Τα χρόνια στο Βασιλικό Θέατρο
Η Μαρίκα ήταν αυτοδίδακτη, μα το ταλέντο της δοκιμάστηκε σε κάθε θεατρικό είδος (δράμα, κωμωδία, τραγωδία, επιθεωρήσεις). Στην τραγωδία όμως επρόκειτο να μεγαλουργήσει. Το 1902 (15 ετών), έχοντας ήδη ερμηνεύσει αρκετούς ρόλους, περιοδεύουσα με τον θίασο των γονιών της, γίνεται δεκτή στο Βασιλικό Θέατρο. Καθοριστική στιγμή για την καριέρα της ήταν όταν το 1903 συμμετέχει στην Ορέστεια του Αισχύλου, όπου για πρώτη φορά η τραγωδία ανεβαίνει στη δημοτική γλώσσα. Αποτέλεσμα οι βίαιες αντιδράσεις οπαδών της καθαρεύουσας που οδήγησαν σε αιματηρά επεισόδια και έναν θάνατο. Ήταν τα λεγόμενα «Ορεστειακά».
Η Θιασάρχης
Μετά τη διάλυση του Βασιλικού Θεάτρου, το 1908 και το 1912 εγκαθίσταται στο Θέατρο Ομονοίας, το οποίο μετονομάστηκε σε θέατρο «Μαρίκα Κοτοπούλη», σχηματίζει τον δικό της θίασο και σε ηλικία 21 ετών γίνεται επιτυχημένη θιασάρχης, επιλέγοντας το δικό της ρεπερτόριο. Στη συνέχεια, το 1929 ιδρύει μαζί με τον σκηνοθέτη και χρονογράφο Σπύρο Μελά και τον ηθοποιό και γαμπρό της Μήτσο Μυράτ το Θέατρο Τέχνης «Ελευθέρα Σκηνή», όπου παρουσιάστηκαν έργα των Λέρνορμαν, Μπατάιγ και άλλων. Γρήγορα όμως ο θίασος διαλύεται με την αποχώρηση του Μελά. Η Μαρίκα φεύγει για περιοδεία στην Αμερική, όπου παραμένει από το 1930 έως το 1932. Εκεί ανεβάζει έργα όπως ο Ερωτόκριτος του Κορνάρου, η Στέλλα Βιολάντη του Ξενόπουλου κ.α. Οι New York Times την επευφημούν. Το 1932 επιστρέφει ενώνοντας τις δυνάμεις της με την άλλη μεγάλη θεατρίνα της εποχής, Κυβέλη, για να στηρίξουν το νεοσύστατο τότε Εθνικό. Η συνεργασία τους κρατάει με κάποιες παύσεις δύο χρόνια μέχρι το 1934, χρονιά στην οποία εμφανίστηκε για μια και μοναδική φορά και στη μεγάλη οθόνη, στην ταινία «Ο κακός δρόμος», μια ελληνοτουρκική παραγωγή σε σενάριο Γρηγορίου Ξενόπουλου.
Το 1937 εγκαινιάζεται το Κοτοπούλη-Ρεξ στην Πανεπιστημίου. Γρήγορα ο θίασος γίνεται ημικρατικός. Νεότατοι και υπερταλαντούχοι σκηνοθέτες συνεργάζονται με τη Μαρίκα. Ο Γιαννούλης Σαραντίδης επιστρέφει απ’ τη Γαλλία για να τη σκηνοθετήσει, ομοίως ο Κάρολος Κουν την σκηνοθετεί στην «Ηλέκτρα» το 1939. Παράλληλα, η συνεργασία της με τους νέους και πολύ ταλαντούχους συνεχίζει σε κάθε επίπεδο. Σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι, ηθοποιοί, αρκούσε το ταλέντο για την Κοτοπούλη που ήξερε να το διακρίνει και να το αναδεικνύει. Άξιο αναφοράς είναι ότι συνεργάστηκε και με τον ζωγράφο Χατζηκυριάκο-Γκίκα.
Η παρακαταθήκη της
Στην Κατοχή οι θεατρικές εμφανίσεις της μειώνονται, ενώ για ένα χρόνο λειτούργησε τη δική της Θεατρική Σχολή. Η Μαρίκα ανέδειξε τους επόμενους πρωταγωνιστές, αφήνοντας θεατρικούς απογόνους όπως τους: Έλλη Λαμπέτη, Κατίνα Παξινού, Δημήτρη Χόρν, Μελίνα Μερκούρη, Δημήτρη Ροντήρη, Άννα Συνοδινού. Άλλοι απ’ αυτούς μαθήτευσαν πλάι της κι άλλοι αναδείχθηκαν με τη συμβολή της. Δε φοβήθηκε ποτέ να αναδείξει νέα ταλέντα, που ίσως κάποια και να την ξεπέρασαν.
Πρωτοπόρος και με το βλέμμα μπροστά, η Μαρίκα ήξερε να αφουγκράζεται τις ανάγκες της Τέχνης και να τη μετασχηματίζει ανάλογα. Ήταν απ’ τους πρώτους που αντιλήφθηκε τη σημασία του Σκηνοθέτη στο έργο και πως χωρίς τη δική του συμβολή είναι αδύνατο να δημιουργηθεί ένα έργο με συνοχή και «μελωδία». Έβαλε τη σφραγίδα της στην τραγωδία αφού η λακωνική, αφαιρετική κινησιολογία της σε συνδυασμό με τη βαθιά φωνή της και το πάθος της να αναδείξει το δράμα, έδωσαν νέα πνοή στις ηρωίδες της αρχαίας τραγωδίας και την ταύτισαν με το ιδανικό της τραγωδού. Η Μαρίκα από κριτικούς της εποχής χαρακτηρίστηκε ως «Η μοναδική της Ελλάδος».
Ολόκληρη η ζωή της ταυτίστηκε με το θέατρο και ανάμεσα σ’ άλλα βραβεία και επαίνους, το Εθνικό μετά τη συνεργασία τους το 1949 της απένειμε χρυσό μετάλλιο. Η Κοτοπούλη ζήτησε κάθε δύο χρόνια το συγκεκριμένο να δίνεται σε μια νέα πρωταγωνίστρια, θεσπίζοντας το υπάρχον έως σήμερα Βραβείο Κοτοπούλη, που συνεχίζει να είναι απ’ τις μεγαλύτερες τιμές που μπορεί να λάβει πρωτοεμφανιζόμενη πρωταγωνίστρια. Γεγονός αποτελεί πως το 1951 η ίδια η Κοτοπούλη το παρέδωσε στην Έλλη Λαμπέτη, τιμώντας την πρώην μαθήτριά της.
Κομμάτια απ’ τη ζωή και το έργο της μεγάλης τραγωδού βρίσκονται στο Μουσείο Μαρίκα Κοτοπούλη, το οποίο και στεγάζεται στο τότε εξοχικό της Μαρίκας, στη Ζωγράφου.
Η Εκτέλεση…
Φυσικά δεν μπορούμε να μην κάνουμε μια μικρή αναφορά στην πολυτάραχη ερωτική ζωή της γυναίκας αυτής, αφού ζωή και τέχνη εδώ ήσαν ένα. Το πάθος που έδειχνε στη σκηνή η Κοτοπούλη έβγαινε αβίαστα, γιατί το ‘χε στην ψυχή της. Ο έρωτάς της με τον στοχαστή και πολιτικό Ίωνα Δραγούμη ήταν από τους πιο μυθιστορηματικούς που γνώρισε η σύγχρονη Ελλάδα. Το ζευγάρι έζησε μαζί χωρίς να παντρευτεί από το 1909 ως το 1920, οπότε και δολοφονήθηκε ο Δραγούμης. Το πάθος τους αποτυπώθηκε από τον Φρέντυ Γερμανό στο βιβλίο του «η Εκτέλεση», όπου χαρακτηριστικά αναφέρει πως όταν η Μαρίκα έμαθε για την εκτέλεση του Ίωνος, έσκισε το πάτωμα με τα νύχια της ουρλιάζοντας.
Αυτή ήταν η μεγάλη Κοτοπούλη. Ένα φαινόμενο. Σε ό,τι κι αν αφοσιώθηκε ήταν σπουδαία και αφοπλιστική. Ανάγκασε τους πάντες να υποκλιθούν στο τεράστιο ταλέντο και το πνεύμα της, αφήνοντας πίσω της μια τεράστια κληρονομιά στον κόσμο του θεάτρου.
Ενδεικτικές Πηγές
- Γερμανός Φρέντυ, Η Εκτέλεση, Αθήνα: Καστανιώτη, 1999
Μεγαλωμένη στην Καρδίτσα. Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής ΔΠΘ και ασκούμενη δικηγόρος στην Αθήνα. Πρόσφατα ξεκίνησε να παρέχει εθελοντικά βοήθεια στο Ελληνικό Forum Προσφύγων ως Νομική Σύμβουλος. Έχει υπάρξει Ραδιοφωνική Παραγωγός κατά το έτος 2016-17, ενώ έχει βραβευτεί και σε δύο ποιητικούς διαγωνισμούς. Άρθρα της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα sites στο παρελθόν και από το Μάρτιο του 2020 αρθρογραφεί για το OffLine Post.