Του Παναγιώτη Παναγιωτακόπουλου,
Το Crowdfunding είναι, με απλά λόγια, η χρηματοδότηση από το πλήθος, συνήθως μιας ιδέας ή κάποιου project, από πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι καλύπτουν τον οικονομικό στόχο κάθε έργου, προσφέροντας ο καθένας ξεχωριστά μικρότερα ή μεγαλύτερα ποσά. Είναι αλήθεια πως σε μια περίοδο στην οποία το ποσοστό απόρριψης χρηματοδότησης για νεοφυείς επιχειρήσεις (start-up), αλλά και μικρομεσαίες λειτουργούσες επιχειρήσεις, από τους κλασικούς φορείς όπως οι τράπεζες και το κράτος, αγγίζει το 98%, η ύπαρξη ενός «εξωτραπεζικού» εργαλείου, σαν το crowdfunding, μπορεί να προσφέρει ανάσες σε πολλές από αυτές.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί, πως την «ένεση» για την αναγνώριση που λαμβάνει το crowdfunding, σαν μορφή χρηματοδότησης, δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν άλλοι από την ευρεία διάδοση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, την ραγδαία ανάπτυξη του διαδικτύου, αλλά και την ελευθερία κίνησης κεφαλαίων, σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από αυτόν του παρελθόντος. Στην ψηφιακή λοιπόν εποχή, η μετάβαση στην οποία είχε και δυσχερείς συνέπειες, όπως για παράδειγμα την αντικατάσταση ανθρώπινου δυναμικού από μηχανήματα, μπορεί να πλανάται στον αέρα ένα αίσθημα υπερηφάνειας, για το γεγονός πως βρέθηκε πρόσφορο έδαφος για λαμπρές πρωτοβουλίες, σαν αυτή του crowdfunding.
Οι πρώτες συναντήσεις με τους προγόνους του crowdfunding έγιναν τον 17ο-18ο αιώνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Τράπεζα της Αγγλίας, την οποία γύρω στα 1730 έσωσε η εμπορική κοινότητα του Λονδίνου, με την συγκέντρωση δικών της χρημάτων, στηρίζοντας έτσι το αγγλικό νόμισμα, όταν οι πελάτες της τράπεζας ζήτησαν μαζικά να μετατρέψουν τις καταθέσεις τους σε χρυσό, προκαλώντας πλήγμα στη ρευστότητα του ιδρύματος. Ως μία επιπλέον, πιο απλοϊκή, μορφή crowdfunding μπορεί να θεωρηθεί ο τρόπος με τον οποίο γινόταν και γίνεται ακόμα και σήμερα, πιο σπάνια βεβαίως, η έκδοση συγγραμμάτων. Ο συγγραφέας κάθε φορά, είτε αναζητεί χρηματοδότηση προκειμένου να προχωρήσει στην έκδοση του έργου του, είτε έχει εξασφαλίσει από νωρίς τους αγοραστές του, ώστε να είναι σίγουρος για την επιτυχία και την απήχηση του εκάστοτε συγγράμματος.
Η πρώτη εμφάνιση του crowdfunding με την σύγχρονη μορφή του, δηλαδή μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας, έγινε το 2003, όταν ο Brian Camelio, ένας μουσικός από την Βοστόνη, δημιούργησε το ArtistShare, μια ιστοσελίδα μέσω της οποίας οι μουσικοί είχαν τη δυνατότητα να αντλήσουν δωρεές από τους θαυμαστές τους για την παραγωγή ψηφιακών ηχογραφήσεων. Με την πάροδο του χρόνου, το ArtistShare εξελίχθηκε σε μια πλατφόρμα συλλογής χρημάτων για πολλά είδη τέχνης. Η πρώτη ιδέα που υλοποιήθηκε από την παραπάνω πλατφόρμα αφορούσε την ψηφιοποίηση του Concert in garden, ενός άλμπουμ Jazz μουσικής της Maria Schneider.
Η αποζημίωση, με άλλα λόγια η ανταμοιβή, όσων συνέβαλαν στο παραπάνω project ήταν, αναμενόμενα, ανάλογη της συνεισφοράς τους. Για ποσά έως 9,95$, οι bakers, έτσι «βαφτίστηκαν» οι χορηγοί, είχαν το δικαίωμα να κατεβάσουν πρώτοι το άλμπουμ. Ανεβαίνοντας κλίμακα, για ποσά μεγαλύτερα των 250$, το όνομα των bakers καταχωρούταν στο βιβλίο του άλμπουμ. Έκπληξη προκάλεσε ένας baker, ο οποίος συμμετείχε με το ποσό των 10.000$ και τελικά πήρε τον τίτλο του εκτελεστικού παραγωγού. Αξίζει να σημειωθεί πως το συνολικό ποσό που συγκεντρώθηκε από το project αυτό άγγιξε τα 130.000$.
Η πρώτη ελληνική ηλεκτρονική πλατφόρμα που εξυπηρετούσε την άντληση χρηματοδότησης δημιουργικών και καινοτόμων ιδεών ήταν η Groopio, από τους Δημήτρη Αναγνώστου και Ειρηναίο Φιλιππίδη. Στον παγκόσμιο χάρτη, το Kickstarter είναι με διαφορά η πιο γνωστή και η μεγαλύτερη πλατφόρμα crowdfunding, έχοντας χρηματοδοτήσει παραπάνω από 67.000 projects, συγκεντρώνοντας περισσότερο από ένα δισεκατομμύριο δολάρια από το 2009, όταν και έκανε την εμφάνιση του, μέχρι και σήμερα. Επιστροφή στα εγχώρια εδάφη και προσγείωση με το Groopio, που όπως αναφέρθηκε είναι η πιο γνωστή ελληνική πλατφόρμα έχει συγκεντρώσει από την έναρξη της λειτουργίας της τουλάχιστον 98.000€, προς υποστήριξη νέων projects. Όσο μικρό και αν φαντάζει το ποσό αυτό, συγκριτικά με τους πρωτοπόρους του χώρου, δεν θα έπρεπε να προκαλεί απογοήτευση, αφού οι επενδύσεις και τα «ανοίγματα» σε μία χώρα σαν την Ελλάδα, η οποία παλεύει να ορθοποδήσει μετά το γερό χτύπημα της τελευταίας οικονομικής κρίσης, δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο.
Αφήνοντας στην άκρη τα μαθήματα ιστορίας και τα στατιστικά στοιχεία γύρω από το crowdfunding, είναι βασικό να ερευνηθεί το κατά πόσο μπορεί αποκτήσει θέση ισχύος στην διεθνή επικαιρότητα. Πώς η συλλογική, λοιπόν, προσπάθεια, την οποία ουσιαστικά πρεσβεύει η έννοια του crowdfunding μπορεί να αποτελέσει σημείο «κλειδί» στην αντιμετώπιση παγκόσμιων κρίσεων, όπως η πανδημία αυτή που βασανίζει τον πλανήτη τους τελευταίους μήνες;
Το διάστημα αυτό, οι ελλείψεις που αφορούσαν τον κλάδο της υγείας διέφεραν ως προς το είδος και το κόστος ενδεχομένως, στο σύνολο τους, όμως, ήταν αναρίθμητες. Προστατευτικές μάσκες, γάντια μιας χρήσης, αποστειρωμένες στολές, κλίνες για τους παθόντες, μηχανήματα υποστήριξης αναπνοής, μονάδες εντατικής θεραπείας, μαζί με άλλα είδη πρώτης ανάγκης όπως τα τρόφιμα, το νερό και την ένδυση που μπορεί να ήταν δυσεύρετα για μεγάλες μερίδες μερίδες του παγκόσμιου πληθυσμού εν καιρώ κρίσης, ήταν μερικές μόνο από τις ελλείψεις που προαναφέρθηκαν.
Η ευρύτητα της έννοιας του crowdfunding, συνεπώς, που έχει στα σπλάχνα της από μουσικούς δίσκους, έξυπνες λάμπες, καινοτομίες κάθε λογής μέχρι και ολόκληρες επιχειρήσεις, σίγουρα δεν θα ήταν αρνητική στην προσφορά στέγης για ιδέες ικανές να γίνουν σωσίβιες λέμβοι για την διάσωση από την πανδημία. Ακόμα και μια οικογένεια, αν είχε την δυνατότητα, θα μπορούσε ισχυριζόμενη πως κατασκευάζει μάσκες από ρούχα, για παράδειγμα, να ζητήσει την οικονομική βοήθεια επίσημα από μία πλατφόρμα επιλογής της και έτσι να μπορέσει να δημιουργήσει μια μικρή, αλλά σίγουρα σημαντική, μονάδα παραγωγής και να διανέμει το προϊόν της στην αγορά. Αντίστοιχα, μια επιχείρηση, που προφανώς έχει την τεχνογνωσία, μπορεί να στραφεί σε αναζήτηση χρηματοδότησης με παρόμοιο τρόπο, προσφέροντας ανακούφιση, σε πολύ μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, ανάλογη των δυνατοτήτων της. Όσο απλές σκέψεις και αν φαντάζουν, είναι σίγουρα υλοποιήσιμες. Η ανωνυμία για όσους χρηματοδότες το επιθυμούν είναι εφικτή, καθώς επίσης η κίνηση απευθύνεται σε όλα τα «βαλάντια», αφού δεν έχει σημασία ποιος είναι πλουσιότερος από τον διπλανό του, αλλά ποιος ακόμα και με την ελάχιστη συμμετοχή μπορεί να προσθέσει το δικό του λιθαράκι για κάτι σπουδαίο.
Το συμπέρασμα από όλα τα παραπάνω είναι ένα. Είμαστε τυχεροί που ζούμε σε μια εποχή που υπάρχουν διαθέσιμα εργαλεία για την επίλυση των περισσότερων προβλημάτων, απλών και σύνθετων. Το ζήτημα είναι την κρίσιμη ώρα να λειτουργήσουμε με την απαραίτητη διαύγεια και έτσι όλα τα «όπλα» της φαρέτρας να χρησιμοποιηθούν προς όφελός μας. Ακόμα και αν σε ορισμένες περιπτώσεις δεν είναι απόλυτα ορθολογικό, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ας μην ξεχνάμε πως σε περιόδους κρίσης, παντός είδους, αυτοί που καταφέρνουν να επιβιώσουν και να προχωρήσουν ένα βήμα παραπέρα είναι όσοι έχουν την ικανότητα να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους και να λειτουργήσουν με γνώμονα το κοινό συμφέρον.