14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΣυνεντεύξειςΗ Συμεώνα Χατζίρη μιλά στο OffLine Post για το εγκληματικό φαινόμενο

Η Συμεώνα Χατζίρη μιλά στο OffLine Post για το εγκληματικό φαινόμενο


Συνέντευξη στη Μαρία Κουτσανδριά, 

Η Συμεώνα Χατζίρη είναι 25 ετών, μεγάλωσε στο Αιγάλεω και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ξεκίνησε να εργάζεται για πρώτη φορά σε δικηγορικό γραφείο στην ηλικία των 18,5 ετών. Έχει ασχοληθεί με τη ραδιοφωνία, καλύπτοντας θέματα νομικού και πολιτικού περιεχομένου. Μέρος της άσκησής της πραγματοποιήθηκε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, ενώ δηλώνει περήφανα πως οι μέντορές της στον νομικό κλάδο είναι η κυρία Ι. Σταθάκου και ο κύριος Γ. Γιάνναρος, με τους οποίους συνεργάζεται για πάνω από μία πενταετία. Σήμερα, είναι υπότροφος του Πανεπιστημίου του Γκρίνουιτς στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Εγκληματολογία και Εγκληματική Ψυχολογία».

  • Ποια είναι η εμπειρία σου αναφορικά με τις σπουδές σου στο Ηνωμένο Βασίλειο σε συνδυασμό με παράλληλη εργασία; Πώς καταφέρνεις να συνδυάζεις και τα δύο, έχοντας στον νου μας ότι πρόκειται για ένα μεταπτυχιακό υψηλών απαιτήσεων;

Οι συνεργάτες μου είναι άνθρωποι προοδευτικοί, έχουν μεγάλη κατανόηση και ξέρουν πως η επιπλέον μόρφωση είναι επαγγελματικό προσόν. Όταν ενημέρωσα τον κύριο Γιάνναρο και την κυρία Σταθάκου για το βήμα μου αυτό, με ενθάρρυναν και με διαβεβαίωσαν πως θα συνέχιζα να εργάζομαι κυρίως εξ αποστάσεως. Θα ήταν ψέμα να σας πω πως έχω πρόγραμμα και πως τα προλαβαίνω όλα. Κάποιες φορές κοιμάμαι λίγες ώρες για να προλάβω τα πάντα και σίγουρα υπάρχουν μέρες που δυσκολεύομαι πολύ να ανταπεξέλθω στις επαγγελματικές και ακαδημαϊκές υποχρεώσεις μου. Το άγχος είναι υπερβολικό και υπάρχει το λεγόμενο Brain-Drain. Ωστόσο, προσπαθώ να βλέπω την καλή πλευρά των πραγμάτων. Πριν την καραντίνα πετούσα από Λονδίνο προς Αθήνα και τούμπαλιν ανά δύο-τρεις εβδομάδες, ώστε να μπορώ να πηγαίνω στα δικαστήρια, αλλά είχα την καλοτυχία να κοιμάμαι σε ελληνικό έδαφος, όπως επίσης είχα το πλεονέκτημα να είμαι κοντά στην οικογένειά μου, στην οποία συμπεριλαμβάνονται, εκτός από τους εξ αίματος συγγενείς, και οι αγαπημένοι μου φίλοι.

  • Κατά τη γνώμη σου αποτελεί το έγκλημα μια κοινωνική κατασκευή;

Πολλοί προσπαθούν να δώσουν έναν ορισμό σχετικά με το τι είναι έγκλημα και να ανακαλύψουν τι το προκαλεί. Αν κάποιος κάνει μια απλή αναζήτηση στο Google, θα βρει 1.000 διαφορετικές απαντήσεις από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και δε θα αργήσει να συνειδητοποιήσει πως στην ανθρώπινη διανόηση μεγάλο ρόλο διαδραματίζουν και οι νοητικές παγιώσεις, οι οποίες δε μας αφήνουν να κοιτάξουμε τις ρίζες των εκάστοτε προβλημάτων. Θα με ρωτήσετε: «Τι εννοείς με αυτό;». Θα σας πω πως κάθε άνθρωπος ξεχωριστά, αλλά και κάθε εποχή, μας επηρεάζει διαφορετικά και δημιουργεί κάποια νοητικά σχήματα σχετικά με το τι είναι σωστό και το τι είναι λάθος, με αποτέλεσμα δυστυχώς μόνο αντικειμενικά να μη βλέπονται κάποια γεγονότα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περίπτωσης είναι και ο Lombroso, ο οποίος πέρασε στην ιστορία ως ο πατέρας της σύγχρονης εγκληματολογίας. Αν διαβάσει κάποιος τα έργα του, αντιλαμβάνεται πόσο βαθιά επηρεασμένος ήταν από τον μισογυνισμό και τον ρατσισμό της εποχής που έζησε. Για να καταλήξω, όμως, στην άποψή μου θα σας πω πως ο άνθρωπος καταφεύγει στο έγκλημα κυρίως επειδή δε βρίσκεται κοντά στην αληθινή του φύση και επειδή δεν έχει μάθει να αποδέχεται και να τον αποδέχονται. Το έγκλημα είναι άλλοτε μια έκρηξη οργής, μια απόπειρα διεκδίκησης, όπως τα εγκλήματα μίσους ή πάθους, κάποιες φορές μια προσπάθεια προσέγγισης ενδιαφέροντος/προσοχής/απόλαυσης όπως η κατά συρροή δολοφονία, ένα αποπροσανατολισμένο lifestyle που προστάζει π.χ. να κλέψεις μια τράπεζα για να έχεις άκοπα πολλά λεφτά ή ακόμα και μια κίνηση απελπισίας για να επιβιώσεις, όπως το να κλέψεις ένα καρβέλι ψωμί επειδή δεν έχεις να φας ή να σκοτώσεις σε άμυνα τον θύτη σου. Προφανώς όσα ανέφερα ως παραδείγματα είναι ενδεικτικά και δε σημαίνει πως δε μπορείς να βρεις κοινά χαρακτηριστικά ενός τύπου εγκλήματος με ένα άλλο. Άρα, τι προκαλεί το έγκλημα; Η μη ικανοποίησή μας με την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, όποια και να είναι αυτή.

  • Πολλοί ισχυρίζονται πως για να οδηγηθείς στον φόνο πρέπει να υπάρχει μέσα σου το εγκληματικό στοιχείο από νεαρή ηλικία. Αυτό έχει κάποια βάση; Ή μήπως ακόμα και ο πιο νομοταγής πολίτης μπορεί να εκδηλώσει εγκληματική συμπεριφορά, ευρισκόμενος υπό συναισθηματική φόρτιση;

Όλοι είμαστε εν δυνάμει δολοφόνοι, αρκεί να βρεθούμε στις κατάλληλες χωροχρονικές συνθήκες και στην ιδιαίτερη περίπτωση που θα μας ερεθίσει, ώστε να βγει από μέσα μας το εγκληματικό στοιχείο. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις ανθρώπων που άλλοτε για ψυχικούς ή ψυχολογικούς λόγους, για τους οποίους θα μπορούσαμε να συζητάμε για ώρες μιας και είναι ένα βαθύ ζήτημα, εκδηλώνουν από μικρή ηλικία τέτοιες τάσεις.

  • Τι μέτρα πιστεύεις πως θα έπρεπε να λάβει η κοινωνία γι’ αυτές τις περιπτώσεις;

Αγάπη, φροντίδα, ψυχολογική και κοινωνική στήριξη. Ξέρω πως ακούγεται ρομαντικό, αλλά είμαι θερμή υποστηρίκτρια της άποψης πως αν ο κόσμος δεν είχε μέσα του τον φόβο, τον ρατσισμό, την κακία και συχνά τη βαρβαρότητα κατά του διαφορετικού και του αγνώστου, η γη δε θα φιλοξενούσε τόσους Τζιχαντιστές. Το ίδιο συμβαίνει με μικρούς και μεγάλους εγκληματίες. Από τη μια, φοβόμαστε να αποδεχτούμε πως υπάρχουν άνθρωποι που έχουν εγκληματικές τάσεις και δίνουν δείγματα γι’ αυτό από την παιδική τους ηλικία, γιατί έτσι θα έπρεπε να αναρωτηθούμε συλλογικά για το τι κάνουμε λάθος σαν κοινωνία, οπότε εθελοτυφλούμε για να νιώσουμε περισσότερο ασφαλείς συνειδησιακά. Ύστερα, όταν οι άνθρωποι που αγνοήσαμε και περιθωριοποιήσαμε εγκληματήσουν, τους πάμε στα δικαστήρια, όπου τους επιβάλλουμε μια ποινή κι εξασφαλίζουμε επιφανειακά πως ο δράστης δε θα μπορέσει να προβεί σε εγκληματικές ενέργειες είτε για λίγο καιρό, είτε για πολύ. Κάπως έτσι ο φαύλος κύκλος της εγκληματικότητας δεν παύει να υπάρχει.

  • Είσαι σίγουρη πως αυτή η τακτική που παρουσιάζεις θα λειτουργούσε;

Ξέρετε, υπάρχει μια φυλή στην Αφρική όπου όταν κάποιος σφάλλει, μαζεύονται όλοι στο κέντρο του χωριού, τον περικυκλώνουν και επί δύο μέρες τον ευχαριστούν για τις ευγενείς πράξεις του, επειδή πιστεύουν πως η ανθρώπινη φύση είναι αγνή και γεμάτη αγάπη. Το ίδιο πιστεύω κι εγώ, έτσι κι αλλιώς τα σωφρονιστικά συστήματα μάς έχουν αποδείξει πως μόνο σωφρονιστικά δεν είναι και ως νεαρή νομικός μπορώ να σας πω, κλέβοντας λίγη από την πείρα των συνάδελφών μου, πως όποιος μπαίνει στη φυλακή συνήθως βγαίνει κατά πολύ χειρότερος. Αν όμως δοκιμάζαμε μια διαφορετική προσέγγιση, ίσως τα πράγματα να ήταν καλύτερα.

  • Πιστεύεις ότι μπορεί να υπάρξει σύγκριση των σπουδών του εξωτερικού και ειδικότερα του Ηνωμένου Βασιλείου, όπου διανύεις την περίοδο των σπουδών σου, με τα ελληνικά δεδομένα στον χώρο της εγκληματολογίας;

Σέβομαι βαθιά τους Έλληνες ακαδημαϊκούς και είμαι ευγνώμων που σπούδασα στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στην Ελλάδα. Δε θα μπορούσα ποτέ να ξεχάσω ή να αμφισβητήσω ακαδημαϊκές προσωπικότητες όπως την κυρία Ζωή Παπαϊωάννου-Παπαθανασίου, τον κύριο Βουτσάκη, τον κύριο Παντελή, τον κύριο Κιούπη ή τον κύριο Λαζαράτο σε σχέση με τη Νομική Αθηνών. Είχα βέβαια και κακές εμπειρίες, που καθυστέρησαν επί δύο έτη τη λήψη του πτυχίου μου, αλλά δε θα σταθώ στις εξαιρέσεις. Τώρα σε σχέση με τον χώρο της εγκληματολογίας τολμώ να πω πως και η ίδια έχω εκπλαγεί με το πόσο εντυπωσιακό και ποιοτικό έργο έχουν προσφέρει οι Έλληνες φοιτητές και ακαδημαϊκοί εγκληματολόγοι και είμαι περήφανη που σε κάθε ακαδημαϊκή εργασία μου μπορώ και χρησιμοποιώ τα έργα τους στη βιβλιογραφία των εργασιών μου. Επίσης, σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω το πόσο καλή αντιμετώπιση και βοήθεια είχα από κορυφαίους ακαδημαϊκούς όπως η κυρία Αγγελική Καρδαρά. Οπότε ναι, πιστεύω πως το ελληνικό σύστημα έχει ακαδημαϊκούς υψηλότατων προδιαγραφών! Παρ’ όλα αυτά, δυστυχώς τα ποσοτικά λίγα μεταπτυχιακά, οι περιορισμένες θέσεις σε αυτά και η όχι και τόσο αντικειμενική διαδικασία επιλογής των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί σε κάποια προγράμματα, είναι καταστάσεις που θα μπορούσαν να βελτιωθούν και το τονίζω αυτό λαμβάνοντας πλήρως την ευθύνη του λόγου μου.

  • Έχοντας πρόσφατα μελετήσει την εργασία σου, η οποία εστιάζει στη μακροχρόνια και δυναμική εύρεση ορισμού της τρομοκρατίας, παρά τις πραγματοποιηθείσες απόπειρες να βρεθεί λύση στο θέμα αυτό, βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την προσέγγισή σου στο ζήτημα της αδυναμίας της παγκόσμιας κοινότητας να καταλήξει σε έναν διεθνώς αποδεκτό ορισμό. Θα μπορούσες να μας κάνεις μια σύντομη ανάλυση;

Το ζήτημα που προκύπτει με την τρομοκρατία είναι πως διαρκώς αλλάζει μορφές, ξεκινώντας από τα κίνητρα και τους στόχους της μέχρι και τα μέσα διεξαγωγής της. Είναι αδιαμφισβήτητο πως η τρομοκρατία έχει εξυπηρετήσει διαφορετικούς σκοπούς ανά τα χρόνια κι αυτό φαίνεται αν κάποιος ρίξει μια πρώτη ματιά στα τέσσερα γνωστά «κύματα» της τρομοκρατίας. Παρ’ όλα αυτά, τρία πράγματα είναι σίγουρα: 1) πως μέχρι και σήμερα μας εκπλήσσει δυσάρεστα, 2) πως την τρέφουν τα ΜΜΕ και 3) πως τείνει να επεκτείνεται προς πολλές κατευθύνσεις, μιας και ορθά έχει δοθεί η εντύπωση πως μέσω αυτής επιτυγχάνονται διάφοροι σκοποί, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα.

  • Υπάρχει το τέλειο έγκλημα;

Υπάρχει, αλλά η επιτυχία του έγκειται στην επιτυχία που έχει και μια κρυφή ερωμένη… Δεν το ανακάλυψε ποτέ κάνεις. Συγγνώμη για τον πλεονασμό, αλλά δε θα μπορούσα να βρω άλλες λέξεις για να το περιγράψω.

  • Τέλος, θα ήθελα να σου ζητήσω να τοποθετηθείς σχετικά με ένα ακανθώδες, θα έλεγα, ζήτημα στον εγκληματολογικό κλάδο. Ποια πιστεύεις ότι είναι η θέση και οι προοπτικές του εγκληματολόγου στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης;

Οι μεγάλες κρίσεις γεννούν και πολλά μικρά και μεγάλα εγκλήματα. Θα έλεγα, λοιπόν, πως η εγκληματολογία είναι ένας κλάδος που αδίκως υποβιβάζεται στη χώρα μας και είναι μια επιστήμη με αντικειμενικά χαμηλή επαγγελματική κατάρτιση. Αν οι εγκληματολόγοι είχαν τις θέσεις και τον μισθό που τους άξιζε, θα κοιμόσασταν όλοι πιο ήσυχοι τη νύχτα. Για να γίνω πιο σαφής, στην Ελλάδα έχουμε την ψευδαίσθηση πως αυτός που μας προστατεύει για να αποφευχθεί ένα έγκλημα είναι οι αστυνομικές αρχές, το οποίο δεν είναι λάθος ως άποψη, αλλά ποιος ξέρει το έγκλημα καλύτερα από έναν εγκληματολόγο; Η απάντηση είναι: Μόνο ένας εγκληματίας.

  • Θα έμενες μόνιμα στο εξωτερικό;

Θα αρκεστώ στο να ενημερώσω εσένα, αλλά και το κοινό πως μετράω μέρες -σαν φαντάρος- για να γυρίσω μόνιμα στην Ελλάδα. Την πρώτη νύχτα που κοιμήθηκα στο Λονδίνο και συνειδητοποίησα πως δεν ήμουν εκεί απλώς για διακοπές, ένιωσα όπως ο Ζαμπέτας όταν η γυναίκα του τον έπεισε να μείνουν στο κέντρο. Δεν κοιμήθηκα… ήθελα να έρθω πίσω στο Αιγάλεω… με τα πόδια!

  • Υπάρχουν άνθρωποι που σε έχουν επηρεάσει και βοηθήσει σε όλα αυτά τα βήματά σου;

Είμαι αρκετά προνομιούχος άνθρωπος. Αγαπάω και αγαπιέμαι πολύ από την οικογένειά μου και λέγοντας τη λέξη οικογένεια δεν εννοώ μόνο τους εξ αίματος συγγενείς, αλλά και τους φίλους μου που είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Η Ίριδα Σταθάκου, πέρα από συνάδελφος και συνεργάτης, είναι στενή φίλη μου με πολλές και δυσεύρετες αρετές. Η κυρία Ειρήνη Παπαγεωργίου είναι επίσης μία εξ αυτών των ανθρώπων, στενή μου φίλη και πραγματικά θα ήθελα να την ευχαριστήσω και δημόσια για την αγάπη και τη στήριξή της, ενώ η επιμονή και η εργατικότητά της ήταν παράδειγμα για εμένα. Η παιδική μου φίλη Αγγελική, ο καλύτερός μου φίλος, ο κύριος Ηλίας Μινιουράκος και πολλοί ακόμα άνθρωποι που με στηρίζουν και με αγαπούν πριν και μετά από αυτήν την εμπειρία των σπουδών στο εξωτερικό.

Ευχαριστούμε θερμά την Συμεώνα Χατζίρη για την παραχώρηση της συνέντευξης!

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Κουτσανδριά
Μαρία Κουτσανδριά
Γεννηθείσα στην Αθήνα, είναι επί πτυχίω φοιτήτρια Νομικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ). Τα ενδιαφέροντά της κινούνται στο χώρο των ξένων γλωσσών (είναι γνώστης γερμανικών και άπταιστων αγγλικών), του εθελοντισμού, προσφάτως της αρθρογραφίας, όπως και της παρακολούθησης καλοκαιρινών νομικών μαθημάτων, των λεγόμενων summer law schools, η οποία έχει εξελιχθεί σε ετήσια αγαπημένη συνήθεια. Αυτό το διάστημα εργάζεται ως αεροσυνοδός σε γνωστή ελληνική αεροπορική εταιρεία.