Του Γιώργου Μοσχόπουλου,
Είναι πάρα πολλά που γνωρίζουμε για τον κύριο Άνταμ Σμιθ, συγγραφέα του διάσημου έργου «Ο Πλούτος των Εθνών», ωστόσο πιθανότατα ελάχιστοι γνωρίζουν ποιος ήταν στη πραγματικότητα αυτός ο σπουδαίος οικονομολόγος. Σε αυτό το άρθρο θα γίνει μια απόπειρα σκιαγράφησής του που ξεφεύγει από την τετριμμένη οικονομική ανάλυση και αγγίζει μια πιο βιογραφική προσέγγιση, με τέτοια μορφή ώστε να ξεφύγουμε λίγο από την κατήφεια των ημερών.
Ήταν 1723, σε μια άγνωστη πόλη με το όνομα Kirkcaldy στο Fife της Σκωτίας, όπου γεννήθηκε ο θεμελιωτής της οικονομικής επιστήμης. Κανείς δε θα μπορούσε να φανταστεί εκείνη την μέρα το πόσο θα σημάδευε αυτή η γέννηση την πορεία των κοινωνικών επιστήμων. Ορφανός από πατέρα ήδη πριν από την γέννηση του, μεγάλωσε στη γενέτειρα του, που περισσότερο θύμιζε χωριό πάρα πόλη, καθώς ο πληθυσμός της δε ξεπερνούσε τους 1500 κάτοικους. Οντάς επιμελής και καλός μαθητής θεώρησε ότι που του ταίριαζε περισσότερο το επάγγελμα του καθηγητή και έτσι στα 17 του χρονιά πήρε υποτροφία για το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Ωστόσο, η Οξφόρδη δε έμοιαζε σε τίποτα με το λαμπρό πανεπιστήμιο του σήμερα και καθώς έβρισκε βαρετή ο ίδιος την τεμπελιά των καθηγητών της, θεώρησε σωστό να περάσει την φοιτητική του ζωή διαβάζοντας οτιδήποτε ο ίδιος θεωρούσε χρήσιμο, τολμώντας ακόμα να έχει στη κατοχή του την «Πραγματεία πάνω στη ανθρώπινη φύση», ένα βιβλίο του Χιουμ που θεωρούνταν αιρετικό ακόμα και για έναν φιλόσοφο της εποχής. Λίγο πριν κλείσει το 28ο έτος της ζωής του, του προσφέρεται από την Γλασκόβη η έδρα της Λογικής στο τοπικό πανεπιστήμιο, το οποίο έμελλε να δώσει αργότερα το όνομα του ιδίου στο οικονομικό τμήμα της σχολής. Εκείνη την περίοδο, η Γλασκόβη ήταν το κέντρο του Σκωτσέζικου Διαφωτισμού.
Ο κύριος Σμιθ ντυμένος συχνά με παντελόνι μέχρι το γόνατο, λευκές μεταξωτές κάλτσες, καστόρινο καπέλο με πλατύ μπορ και μπαστούνι, χαρακτηριζόταν από δυο πράγματα, τα οποία επρόκειτο να τον ακολουθήσουν σε όλη την διάρκεια της ζωής του, την αφηρημάδα του και την ανάγκη για νομοτελειακή ανάλυση. Για την πρώτη είναι πληθώρα ιστοριών που την καταδεικνύουν, όπως ότι μια μέρα περπατώντας με έναν φίλο του και συζητώντας περί φυλλωσιάς έπεσε μέσα σε έναν λάκκο ή μια άλλη φορά που κατέβηκε στον κήπο με την ρόμπα του και χωρίς να το καταλάβει είχε περπατήσει απορροφημένος από τις σκέψεις του 25 χιλιόμετρα.
Η ανάγκη του στον αντίποδα για νομοτελειακή ανάλυση δε θα γίνει τελείως εμφανής μέχρι την συγγραφή «του πλούτου των εθνών». Ως καθηγητής φιλοσοφίας έδινε διαλέξεις για την ηθική και την λογική και έγινε ευρέως γνωστός από το βιβλίο του που εκδόθηκε το 1759 με τίτλο «H Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων», στο οποίο πραγματευόταν το πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος, του οποίου τα κίνητρα είναι ιδιοτελή, να διατυπώνει ηθικές κρίσεις στις οποίες η ιδιοτέλεια μεταστοιχειώνεται σε κάτι ανώτερο. Με την έκδοση του βιβλίου κέρδισε ακόμη περισσότερο σεβασμό από τους διανοούμενος της εποχής, που πλέον φαίνονταν να νοιάζονται όλο και λιγότερο για την περιβόητη αφηρημάδα του Φιλοσόφου και την ατημέλητη εμφάνιση του.
Έχοντας περάσει αρκετές καταθλίψεις είναι εντυπωσιακό το πώς οραματίστηκε τον μηχανισμό της αγοράς σε μια εποχή που τίποτε δε έμοιαζε με καλοκουρδισμένη μηχανή, πόσο μάλλον η οικονομική δραστηριότητα. Η εικόνα στη Αγγλία, κατά τα τέλη του 18ου αιώνα, θύμιζε μια εργασιακή κόλαση. Οι βιομηχανικές περιοχές βασάνιζαν εργάτες και τους ανάγκαζαν σε 14ωρη εργασία, σε μεταλλεία άνδρες και γυναίκες ζούσαν για βδομάδες κάτω από την γη, σκάβοντας κυρίως με μερικά μόνο διαλείμματα για να ζήσουν. Αντ’ αυτού ο υπέροχος κύριος Σμιθ έβλεπε αρμονία και νόμους στην χαοτική αυτή κατάσταση.
Έτσι, οραματιζόμενος τον μηχανισμό της αγοράς και το αόρατο χέρι, έφτασε το 1776 να εκδώσει «τον Πλούτο των Εθνών» και τα υπόλοιπα έμειναν γραμμένα ανεξίτηλα στη ιστορία και είναι γνωστά σχεδόν σε όλους. Ο ίδιος προτίμησε να μείνει εργένης, καθώς όπως ο ίδιος είχε δηλώσει είναι «εραστής μόνο των βιβλίων του» και συνέχισε μέχρι το τέλος της ζωής του να βλέπει νόμους εκεί που οι άλλοι βλέπουν χάος. Ο σπουδαίους λοιπόν Άνταμ Σμιθ, εκτός από σπουδαίος φιλόσοφος και οικονομολόγος που είναι γνωστό τοις πάσι, ήταν και μια περίεργη φιγούρα που, βυθισμένη σε σκοτεινές σκέψεις, έβλεπε πολλά παραπάνω από τα προφανή, για όσο χρόνο ατένιζε αφηρημένα την ανθρώπινη φύση.