Της Σεβίνας Γιαννιού,
Τις προάλλες, λίγες μέρες μετά την απαγόρευση κάθε άσκοπης μετακίνησης, η έλλειψη ενός φαρμάκου στο σπίτι μού έδειξε το δρόμο προς τον «έξω κόσμο». Αφού λοιπόν εφοδιάστηκα με όλα τα απαραίτητα «δικαιολογητικά» της μετακίνησής μου, πήρα το δρόμο για το πλησιέστερο φαρμακείο, ακολουθώντας μια διαδρομή που ενδεχομένως και η ίδια να έχει πλήξει πια από τις φορές που την έχω διασχίσει όλα αυτά τα χρόνια. Κι όμως, εκείνη τη μέρα, αυτή η άλλοτε ίδια και φορτικά επαναλαμβανόμενη διαδρομή φαινόταν διαφορετική, γιατί ξεδίπλωνε μπροστά μου μια αντίθεση πρωτοφανή: ο ένας δρόμος, ερημωμένος και «βομβαρδισμένος» από τον αόρατο εχθρό, με μοναδικές παρούσες εμένα και μια γάτα σε ρόλο «ξεναγού», μας οδηγούσε στο κλειστό σχολείο, στο κλειστό βιβλιοπωλείο, στο κλειστό γυμναστήριο και στο κλειστό φροντιστήριο της περιοχής. Αντίθετα, στην κάθετο του δρόμου αυτού, όπου βρίσκονται σε σειρά ένα σούπερ μάρκετ, ένα φαρμακείο και ένα μικρό οπωροπωλείο, η ασφυκτική πολυκοσμία συνέθετε ένα σκηνικό τελείως διαφορετικό: στο σούπερ μάρκετ οι εργαζόμενοι εξυπηρετούσαν σε εξαντλητικά ταχείς ρυθμούς. Στο φαρμακείο, ο φαρμακοποιός με τον μοναδικό βοηθό του εργάζονταν ασταμάτητα υπό το… άγρυπνο και ανυπόμονο βλέμμα μιας ουράς δεκαπέντε ατόμων που περίμεναν έξω. Την ίδια στιγμή λίγο πιο κάτω, τρεις υπάλληλοι του δήμου φρόντιζαν για τη διατήρηση του οδοστρώματος καθαρού.
Ακόμα λοιπόν και μια σύντομη «βόλτα» μέχρι το φαρμακείο είναι αρκετή για να επιβεβαιώσει ότι η πανδημία έχει επηρεάσει την εργασιακή καθημερινότητα, άλλων μεν καθηλώνοντας τους στο σπίτι, άλλων δε θέτοντάς τους στην πρώτη γραμμή.
Πώς φαίνεται όμως ιδίοις όμμασι τόσο η εργασία από το σπίτι όσο και η «μάχη» στην πρώτη γραμμή;
Πέντε ερωτηθέντες: μία ιατρός, ένας δικηγόρος, ένας εργαζόμενος σε σούπερ-μάρκετ, μια εκπαιδευτικός και μία υποψήφια για τις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις, μας μιλούν υπό την ιδιότητά τους αυτή για τις προκλήσεις αλλά και τις δυσχέρειες με τις οποίες τους έφερε αντιμέτωπους ο COVID-19.
- Η Ε.Σ. είναι εντατικολόγος σε ΜΕΘ νοσοκομείου Αττικής που νοσηλεύει αποκλειστικά covid-19: «Η πάθηση αποτελεί terra incognita για όλη την ιατρική κοινότητα. Συναντάμε επομένως καθημερινά νέες προκλήσεις, τόσο επιστημονικές, όσο και πρακτικές. Καλούμαστε αρχικά να διαχειριστούμε μία πάθηση πρωτόγνωρη ως προς την παθοφυσιολογία, καθώς και τις κλινικές εκδηλώσεις της. Παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα των ασθενών δεν χρήζει εντατικής φροντίδας, λόγω του μεγάλου όγκου περιστατικών, καθίσταται επείγουσα η ανάγκη εγκαινιασμού κρεβατιών ΜΕΘ, ακόμη και σε χώρους μη προορισμένους για εντατική φροντίδα, καθώς και η πρόσληψη ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, ακόμη και μη εξειδικευμένου, ώστε να μπορέσει το ήδη πάσχον Εθνικό μας Σύστημα Υγείας να αντεπεξέλθει. Δεδομένης της περιορισμένης διαθεσιμότητας του προστατευτικού ατομικού εξοπλισμού, έπρεπε να εκπονήσουμε σχέδια εξοικονόμησης της χρήσης τους, χωρίς όμως “εκπτώσεις” στην παρεχόμενη φροντίδα. Σημαντικό κομμάτι επίσης ήταν η άμεση εξοικείωση με τα μέσα ατομικής προστασίας, με μάσκες και γυαλιά που πολλές φορές λειτουργούν ασφυκτικά και με στολές που μας βαραίνουν. Επιβαρυνόμαστε ιδιαίτερα, καθώς εναλλασσόμαστε σε βάρδιες των 6-8 ωρών στο χώρο του COVID -19. Σε αυτό το διάστημα δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε καμία προσωπική ανάγκη, ενώ σημάδια σε πρόσωπο και μύτη, πονοκέφαλος και πόνος στα άκρα είναι απόλυτα συνήθη στο τέλος κάθε βάρδιας. Ταυτόχρονα, έπρεπε να αναλάβουμε και την εκπαίδευση του προσωπικού στην τεχνική donning/doffing, καθώς και τον προγραμματισμό της γενικότερης καθοδήγησης των ιατρών άλλων ειδικοτήτων που πρόκειται να ενταχθούν στην ομάδα μας, ώστε να συνεργαστούμε αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση της κρίσης και την παροχή βέλτιστης φροντίδας στους ασθενείς μας. Ιδιαίτερα απαραίτητη για όλους μας είναι η διατήρηση υψηλού ηθικού, η ψυχολογική στήριξη των συνεργατών μας και η διατήρηση της ψυχολογικής μας ισορροπίας, καθώς η πολύωρη εργασία, η σωματική καταπόνηση, το στρες και ο φόβος συχνά δημιουργούν εντάσεις. Σημαντικό ρόλο παίζει εδώ το προσωπικό παράδειγμα που δίνει ο καθένας και που καθιστά τους γύρω του ήρεμους και συνεργάσιμους. Σε στιγμές εντάσεων, αυτό που σώζει την κατάσταση είναι η συζήτηση, καθώς πάντα κάποια νηφάλια παρέμβαση θα κατευνάσει τα πνεύματα. Σε τελική ανάλυση, το κλειδί βρίσκεται στη συνεργασία, την εμπιστοσύνη και τον αλληλοσεβασμό, καθώς όλο αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα teamwork.»
- Ο Γ.Γ. είναι δικηγόρος Αθηνών: «Οι συνέπειες της πανδημίας του “κορωνοϊού” και των μέτρων που έλαβε η κυβέρνηση για την αντιμετώπισή του στη χώρα μας επιδείνωσαν την -ούτως ή άλλως δυσχερή- καθημερινότητά μου ως δικηγόρου Αθηνών. Τα δικαστήρια ανέστειλαν επ’ αόριστον τη λειτουργία τους. Το ίδιο εν πολλοίς συνέβη και με τις δημόσιες/δημοτικές και λοιπές Αρχές και υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, οι οποίες υπολειτουργούν πλέον και με τη “βούλα” (με ΠΝΠ). Σημειώνω ότι η αυτοπρόσωπη παράσταση και επικοινωνία/διαμεσολάβηση/συναλλαγή του δικηγόρου με αυτές τις Αρχές και υπηρεσίες, αποτελούσε πάντοτε ένα σημαντικό μερίδιο της καθημερινής απασχόλησής του. Ο φόβος και η αβεβαιότητα που μεσουρανούν διαβρώνουν και παραλύουν τα πάντα. Ακόμη και για εκκρεμείς υποθέσεις που θα μπορούσαν θεωρητικώς να διευθετηθούν και υπό τις “ανώμαλες“ αυτές συνθήκες, οι πελάτες-εντολείς μοιάζει να έχουν χάσει το πραγματικό ενδιαφέρον τους. Προτιμούν –ευλόγως– να τηρήσουν στάση αναμονής και να αποφασίσουν τι θα κάνουν όταν πια θα έχει “κάτσει η σκόνη” και θα είναι ξεκάθαρο το τοπίο. Εννοείται ότι –πολλώ μάλλον– ουδείς είναι πρόθυμος να προβεί σε παράτολμα “ανοίγματα” και να αναλάβει οποιουδήποτε είδους νομικές δεσμεύσεις για το μέλλον. Η ζωή αναβάλλεται επ’ αόριστον και “εν ευθέτω”. Το τηλέφωνό μου δεν χτυπάει. Δεν έχω λόγο να κατεβαίνω στο γραφείο μου. Τεμπελιάζω ολημερίς στο σπίτι με τις παντόφλες και χαζεύω βαριεστημένα στο YouTube τον “θαυμαστό νέο κόσμο” που ξημερώνει.»
- Ο Ε.Μ. εργάζεται σε κεντρικό super–market στην Ξάνθη: «Κυρίως στην αρχή της πανδημίας, ο όγκος δουλειάς και πίεσης αυξήθηκε, διότι ο κόσμος φοβήθηκε και έκανε πολλά περισσότερα ψώνια. Υπήρχε αρκετή ένταση. Το ωράριο ήταν άδικο: για λίγες μέρες ήμασταν 7:00 με 22:00 ανοιχτά και αναγκαστήκαμε να δουλέψουμε όλοι λίγο παραπάνω. Μετά το έκαναν 7:00 με 21:00. Μας έβαλαν να δουλέψουμε και μια Κυριακή τον Μάρτιο. Το διευρυμένο ωράριο κράτησε όμως για λίγες μέρες και δε μας επηρέασε πολύ. Τώρα δουλεύουμε κανονικά, χωρίς υπερωρίες. Τα μέτρα ασφαλείας που έχουμε λάβει είναι γάντια, μάσκα, αντισηπτικό, σωστές αποστάσεις και συγκεκριμένος αριθμός πελατών ανάλογα με τα τετραγωνικά μέτρα του καταστήματος. Είναι βέβαια δύσκολο να τηρηθούν όλα τα μέτρα ασφαλείας σε όλη τη διάρκεια της βάρδιας! Μπροστά σε αυτήν την αλλαγή, εγώ και οι συνάδελφοί μου προσπαθήσαμε να παραμείνουμε ψύχραιμοι και να τηρήσουμε τα μέτρα ασφαλείας. Αυτό λόγω πίεσης όμως δε μπορείς πάντα να το καταφέρεις… Επειδή φοβάμαι, προσπαθώ –όσο περισσότερο μπορώ– να αποφεύγω την επαφή με τους πελάτες και να φοράω γάντια και μάσκα. Όσο περνάει ο καιρός, η κατάσταση βελτιώνεται, αφού ο κόσμος αρχίζει να ηρεμεί. Μαζί και εμείς…»
- Η Ν.Τ είναι διδάσκουσα στην ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση: «Όλα έγιναν ξαφνικά με ένα μήνυμα στο κινητό το πρωί της 10/3 λίγες ώρες πριν το γενικότερο κλείσιμο όλων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Είχαν βρεθεί 2 φοιτητές θετικοί στο κορωνοϊό και αναγκαστικά κλείσαμε για 15 ημέρες αρχικά. Βρεθήκαμε να μην έχουμε πρόσβαση στο γραφείο μας και σε διδακτικό υλικό. Το βασικό πρόβλημα ήταν η αδυναμία άμεσης επαφής και επικοινωνίας με τους φοιτητές. Έπρεπε ό,τι κάνουμε δια ζώσης στη τάξη να το κάνουμε διαδικτυακά. Στην αρχή σχεδιάσαμε υλικό που έπρεπε οι φοιτητές να διαβάσουν και να απαντήσουν σε συγκεκριμένες ερωτήσεις διαδικτυακά. Και τότε άρχισαν τα αναρίθμητα emails μέσω των οποίων οι φοιτητές ζητούσαν διευκρινήσεις. Βρέθηκα να απαντάω 30 emails την ημέρα με παρόμοιες ερωτήσεις… Στη δεύτερη εβδομάδα της καραντίνας προχωρήσαμε στη σύγχρονη διαδικτυακή διδασκαλία, χωρίς όμως βίντεο. Η αγωνία μου ήταν μεγάλη γιατί δεν ήμουν σίγουρη για πολλά πράγματα. Ήταν η πρώτη φορά που θα έκανα τέτοιου είδους διδασκαλία, χωρίς πίνακα και μαθητές, με πολλά προβλήματα αρχικά στο διαδίκτυο και με τους φοιτητές να μη μπορούν να παρακολουθήσουν καθ’ όλη τη διάρκεια των συναντήσεων λόγω κακής ποιότητας δικτύου. Αυτό οδήγησε στο να ρωτούν πράγματα που είχα αναφέρει 10 λεπτά πριν και έτσι ο χρόνος διδασκαλίας τριπλασιαζόταν. Οι επόμενες συναντήσεις ήταν με λιγότερα προβλήματα αλλά αποφάσισα να εμπλέξω περισσότερο και τους φοιτητές. Όλη αυτή η λαίλαπα έκανε τη ζωή μας άνω κάτω. Βγήκαμε από τη ρουτίνα μας, βρεθήκαμε να πρέπει να μάθουμε και να εφαρμόσουμε άμεσα τεχνολογίες που δεν τις είχαμε ποτέ χρησιμοποιήσει, βρεθήκαμε να πρέπει να καινοτομήσουμε και να ενεργοποιήσουμε την εφευρετικότητα μας αλλά βρεθήκαμε και να έχουμε και παραβίαση της ιδιωτικότητάς μας και να εργαζόμαστε πολύ περισσότερο. Διδασκαλία σημαίνει να έχεις επαφή με το μαθητή, να τον βλέπεις και να σε βλέπει, να σε ακούει αλλά κυρίως να τον “αφουγκράζεσαι”. Όλο αυτό χάνεται με τη διαδικτυακή διδασκαλία. Ελπίζω μόνο η λύση έκτακτης ανάγκης να μη παγιωθεί σαν καθεστώς γιατί θα έχει χαθεί τότε η ανθρώπινη επαφή δασκάλου-μαθητή που τις περισσότερες φορές κινητοποιεί τη μάθηση…»
- Η Ε.Γ. ,δεκαοκτώ ετών, ζει στην Αθήνα και φέτος δίνει πανελλαδικές εξετάσεις: «Εμείς οι μαθητές της Γ’ Λυκείου βιώνουμε σε μεγάλο βαθμό την ένταση της κατάστασης που έχει προκαλέσει η πανδημία και καλούμαστε να αναπροσαρμοζόμαστε διαρκώς σε νέα δεδομένα και συστήματα, χωρίς όμως να αποκλίνουμε από το στόχο μας, που είναι η επιτυχία μας. Η αλήθεια είναι πως η καθημερινότητά μας άλλαξε απότομα. Από εκεί που το απαιτητικό πρόγραμμα στο σχολείο και η επέκταση των μαθημάτων στα απογευματινά φροντιστήρια δεν μας επέτρεπαν να έχουμε ελεύθερο χρόνο για προσωπικό διάβασμα, βιώσαμε την αντιστροφή των δεδομένων και βρεθήκαμε να έχουμε άπλετο χρόνο για να καλύψουμε προσωπικές αδυναμίες, χωρίς όμως την ενίσχυση των καθηγητών. Νιώσαμε μετέωροι, ο στόχος μας άρχισε να θολώνει, χάσαμε το κίνητρό μας. Η ανασφάλεια όμως αυτή δεν πρόλαβε να μας καταβάλει, καθώς τόσο το σχολείο όσο και το φροντιστήριο προσαρμόστηκαν άμεσα στη λύση των διαδικτυακών μαθημάτων. Βλέπετε, δεν γλιτώσαμε το πρωινό ξύπνημα! Κάθε πρωί από τις 8:00 ξεκινά κανονικά το πρόγραμμα του σχολείου, διάρκειας τριών ωρών, αφού είναι ανέφικτο να μένει κανείς προσηλωμένος σε μία οθόνη για περισσότερες ώρες και το απόγευμα συνεχίζουμε με τα φροντιστηριακά μαθήματα. Ο ελεύθερος χρόνος που στην αρχή νομίζαμε πως θα έχουμε είναι μια ουτοπία, όπως καταλαβαίνετε. Οι απαιτήσεις που έχουν από εμάς οι καθηγητές αλλά και εμείς από τους εαυτούς μας δεν αφήνουν περιθώρια ξεκούρασης ή παραίτησης. Σίγουρα, η πορεία που έχουμε οι φετινοί υποψήφιοι των πανελλαδικών εξετάσεων είναι αντισυμβατική: ένα διαδικτυακό μάθημα δεν μπορεί να αναπληρώσει την προσωπική επαφή με τον καθηγητή αλλά και τον φίλο, που μαζί του θα γελάσεις, θα ξεφύγεις, θα αποφορτιστείς για λίγο από την πιεστική καθημερινότητα. Δεν μπορεί να αναπληρώσει τα διαγωνίσματα τα οποία καλείσαι να αντιμετωπίσεις σε συγκεκριμένο χρόνο και με επιτήρηση. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι δεν μπορεί να περιορίσει την αβεβαιότητα αλλά και την αγωνία ενός τελειόφοιτου μαθητή που βλέπει τις ελπίδες για ένα ξέγνοιαστο καλοκαίρι και την ιδέα μιας ξεχωριστής αποφοίτησης να διαψεύδονται. Από τη στιγμή όμως που διανύουμε μια περίοδο κρίσιμη για την υγεία των συμπολιτών μας, είναι εγωιστικό να απαιτούμε μια κανονικότητα. Όλοι οφείλουμε να κάνουμε υποχωρήσεις και αυτή είναι η δική μας υποχώρηση!»
Φαίνεται λοιπόν πως αυτός ο… (γ)ιός εισέβαλε εν μία νυκτί στο σπίτι πολλών επαγγελματικών «οικογενειών» και έφερε τα πάνω κάτω: «οδοστρωτήρας» σωστός, θέρισε την κανονικότητα και έσπειρε εντάσεις, αβεβαιότητα, ευθύνες και αδυναμίες, αναμοχλεύοντας ταυτόχρονα τις ήδη υπάρχουσες. Έκανε μάλιστα τόσο «καλή» δουλειά που μόνο ενδεδυμένοι εφευρετικότητα, ευελιξία, καρτερικότητα και αλληλεγγύη μπορούμε να διασχίσουμε το δρόμο που άφησε πίσω του. Το πόσο βέβαια θα κρατήσει αυτός ο αγώνας δρόμου, παραμένει άγνωστο. Ως τότε, πάντως, θα συνεχίσουμε να εκπαιδεύουμε τα αντανακλαστικά μας, να αναμετριόμαστε με ό,τι κάποτε είχαμε στοιβάξει κάτω από το χαλί και –κυρίως– να ανακαλύπτουμε όρια αν(τ)οχής που ποτέ δεν πιστεύαμε ότι διαθέταμε…
Ευχαριστώ θερμά όλους τους ερωτηθέντες που –παρά τις δυσκολίες που βιώνουμε– αφιέρωσαν χρόνο και μοιράστηκαν τις σκέψεις τους μαζί μου…!