Της Βίκυς Ντζούρβα,
Καθημερινά κατακλυζόμαστε από ειδήσεις και εξελίξεις που αφορούν τον Ευρωπαϊκό χώρο και τις σφαίρες επιρροής του. Πόσοι από εμάς όμως, αναρωτηθήκαμε πράγματι, πώς ορίζουμε τον όρο Ευρώπη και ποιες περιοχές αυτή περιλαμβάνει; Υπό πνευματικό και ιστορικό πρίσμα, Ευρώπη είναι όλα τα πολιτισμικά επιτεύγματα και οι αξίες πάνω στα οποία θεμελιώθηκε ο Δυτικός πολιτισμός και μετέπειτα, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Γεωγραφικά όμως, στα Ανατολικά της Γηραιάς Ηπείρου υπάρχουν χώρες που δεν ασπάζονται την καπιταλιστική Δυτική θεωρία, αλλά χαράζουν εξίσου την Ευρωπαϊκή πορεία. Μία από αυτές είναι και η Ρωσία. Έχοντας βγει ηττημένη και κυρίως, οικονομικά και πολιτικά κατακερματισμένη από ένα μακροχρόνιο Ψυχρό πόλεμο, αναζήτησε τρόπους επιβίωσης στο νέο παγκοσμιοποιημένο σύστημα. Η άκριτη υιοθέτηση του δόγματος της Κοινότητας δεν ευδοκίμησε σε μία χώρα με αχανείς εκτάσεις και έντονα εσωτερικά προβλήματα, όπως αυτό των Τσετσένων. Ο φιλελευθερισμός της Ένωσης υπερχρέωσε την Ρωσία και την κατέστησε μια μετριοπαθή περιφερειακή δύναμη, χωρίς την αίγλη του παρελθόντος.
Στη σημερινή εποχή, την εποχή Vladimir Putin, η παραπάνω εικόνα άλλαξε και η Ρωσία ακολουθεί μια διαφορετική προσέγγιση τόσο στα εσωτερικά, όσο και στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Επέστρεψε σε ένα συγκεντρωτικό σύστημα κάθετης πολιτικής που τόσο καλά γνωρίζει και ασπάζεται. Εκμεταλλευόμενη την ενεργειακή της αυτονομία και την αφθονία της σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους, οδηγήθηκε σε κρατικοποίηση των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ εξακολουθεί να δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στη μιλιταριστική της δύναμη. Με την Ευρωπαϊκή Ένωση διατηρεί εταιρική σχέση από το 1994, καθώς η Κοινότητα επιδιώκει την συνεργατική τους συμβίωση. Συγκεκριμένα, η βιομηχανοποιημένη Ευρώπη εξασφάλισε νέο πεδίο διοχέτευσης των προϊόντων της και η Ρωσία αγοραστές του ενεργειακού της πλούτου, παραμένοντας μέχρι σήμερα ο κύριος προμηθευτής της σε βασικά πρωτογενή ενεργειακά προϊόντα. Είναι όμως, η ανταλλακτική αυτή σχέση ισοδύναμη; Πιθανότατα όχι.
Οι τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι παγκοσμίως σταθερά υψηλές και η Ευρώπη στο μεγαλύτερο μέρος της ενεργειακά εξαρτημένη από τους αγοραστές της (σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat ενεργειακά εξαρτημένη σε ποσοστό άνω του 50%). Έτσι, η πολιτική του Putin βρήκε παράθυρο ευκαιρίας για την άσκηση πίεσης στους Ευρωπαίους εταίρους του, ενώ ταυτόχρονα ενδυναμώνει συνεχώς τη θέση του τόσο στην ίδια τη διάθεση πόρων, όσο και στις υποδομές μεταφοράς τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι αγωγοί φυσικού αερίου της Ουκρανίας διασχίζουν τόσο την ίδια, όσο και τα εδάφη της Ρωσίας για να καταλήξουν στην υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ χώρες όπως η Ιταλία και η Γερμανία, προσεγγίζουν τη Ρωσία για μεταλαμπάδευση μέρους της τεχνογνωσίας της στον τομέα της ενέργειας.
Αντιλαμβανόμενη τη σημασία της τροφοδότησής της με ενέργεια, η ενωμένη Ευρώπη δεν αντιτίθεται έντονα στις ενέργειες της Ρωσικής κυβέρνησης, ακόμα και αν αυτές προσβάλλουν τις διακυρηγμένες αξίες της. Αξιομνημόνευτο παράδειγμα είναι η μετριοπαθής στάση της στη Κρίση της Κριμαίας το 2014 και η σιωπηλή «συγκατάθεσή» της στην επέμβαση της Ρωσίας. Από την πλευρά της Ρωσίας, η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και της Ένωσης με χώρες της παλαιάς σφαίρας επιρροής της θεωρείται επέκταση και βάλλει το αίσθημα ασφάλειάς της. Η ανάκτηση της ισχύος της περιλαμβάνει πιθανές επεμβάσεις στην περιφέρειά της και προσέγγιση νέων συμμάχων στο χώρο της Ευρασίας, αλλά και σε διεθνές επίπεδο με κράτη όπως η Ινδία, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία. Όσον αφορά τις σχέσεις με την Ευρώπη, εκμεταλλεύεται τον σημερινό Ευρωσκεπτικισμό και προσεγγίζει Ευρωπαϊκές χώρες ξεχωριστά και όχι ως ενιαίο σύνολο, προτείνοντας ειδικές τιμές στην παροχή ενεργειακών πόρων και προνόμια, σε μία τακτική «διαίρει και βασίλευε». Ταυτόχρονα, στην τωρινή εποχή δοκιμασίας της Ευρωπαϊκής ομοψυχίας λόγω κορωνοϊού, προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια στην «πληγωμένη» Ιταλία, την ώρα που οι Ευρωπαίοι εταίροι της δεν επιδεικνύουν αντίστοιχη αλληλεγγύη, ενισχύοντας έτσι τις εσωτερικές αναταραχές της Κοινότητας. Εν κατακλείδι, είναι βέβαια στο χέρι της Ένωσης να στραφεί στην απόκτηση ιδίων πόρων και ιδιαίτερα στη λειτουργία της βιομηχανίας της με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ελαχιστοποιώντας έτσι την εξάρτησή της από τρίτες χώρες.
Γεννήθηκε το 2000 στο Αγρίνιο. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την εκμάθηση ξένων γλωσσών, την παρακολούθηση συνεδρίων σχετικά με το ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαί και τη μελέτη βιβλίων.