17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο Σύνταγμα της Απριλιανής Δικτατορίας

Το Σύνταγμα της Απριλιανής Δικτατορίας


Της Πηνελόπης Ανυφαντή, 

Είναι εύλογο οι έννοιες του Συντάγματος και της δικτατορίας να βρίσκονται σε αντίθετες τροχιές και να μην μπορούν να σταθούν μαζί σε μία πρόταση. Στη μία πλευρά στέκεται το Σύνταγμα, ως νεωτερική κατάκτηση και θεμελιώδης νόμος των σύγχρονων δημοκρατιών που κατοχυρώνει τις πολιτικές και ατομικές ελευθερίες και διαπλάθει το πλαίσιο εντός του οποίου ασκείται η κάθε εξουσία. Στην απέναντι όχθη της εννοιολογικής αυτής αντίφασης βρίσκεται ένα ανελεύθερο καθεστώς στερούμενο δημοκρατικής νομιμοποίησης που περιορίζει δυσανάλογα τις θεμελιώδεις ελευθερίες και τα δικαιώματα των ατόμων.

Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 περιεβλήθη το νομικό ένδυμα του υπ’ αριθμ. 280 βασιλικού διατάγματος περί κηρύξεως της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας και αναστολής συνταγματικών άρθρων, ήτοι αυτών του Συντάγματος του 1952 που βρισκόταν έως τότε σε ισχύ. Στην πραγματικότητα, όμως, ούτε αυτό το ίδιο το βασιλικό διάταγμα απέλαβε τυπικής νομιμότητας, καθώς επρόκειτο για προϊόν πλαστογραφίας. Όπως δήλωσε ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, λίγο μετά την κατάπνιξη του αντικινήματός του το Δεκέμβριο του 1967, εκείνος δεν έθεσε την υπογραφή του στο εν λόγω βασιλικό διάταγμα, ενώ αμφιβολίες καταλείπονταν και για την ταυτότητα του Υπουργικού Συμβουλίου που συνυπέγραφε αυτό. Σκοπός ήταν να δημιουργηθεί μια επίφαση νομιμότητας του καθεστώτος που επεβλήθη και να δοθεί η εντύπωση στο λαό ότι αυτό έχει τη στήριξη του βασιλιά.Μέχρι τη θέση σε ισχύ του Συντάγματος του 1968, η δικτατορική Κυβέρνηση ασκούσε συντακτική εξουσία, δηλαδή εξέδιδε συντακτικές πράξεις, όπως αποκαλούνταν τα νομοθετικά προϊόντα των ανώμαλων πολιτικών καταστάσεων κατά κατάλυση των συνταγματικών δεσμεύσεων και της νομιμότητας που προβλέπεται από αυτές. Οι συντακτικές αυτές πράξεις καταργούσαν συνταγματικές διατάξεις του προγενέστερου Συντάγματος και δη, όσες σχετίζονταν με την άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων και την εγγύηση των θεμελιωδών ελευθεριών (προσωπική ελευθερία, δικαίωμα συνεταιρίζεσθαι, άσυλο κατοικίας, ελευθεροτυπία και ελευθερία έκφρασης, δικαίωμα στο νόμιμο δικαστή, απόρρητο αλληλογραφίας κ.α.).

Αργότερα, συστάθηκε επιτροπή νομικών για την προετοιμασία του νέου συνταγματικού κειμένου, το οποίο εν τέλει τίθεται σε δημοψήφισμα για έγκριση από τον ελληνικό λαό, με προδιαγεγραμμένο σαφώς αποτέλεσμα, διαβλητότητα της όλης διαδικασίας και εξόφθαλμη προπαγάνδα στο πλαίσιο κατευθυνόμενων συναθροίσεων υπέρ της έγκρισης. Πρόκειται για ένα Σύνταγμα που εγκαθιδρύει πολίτευμα Βασιλευόμενης Δημοκρατίας, προβλέπει ανώτατο αριθμό βουλευτών τους 150 και περιοριστικές ρήτρες των ατομικών δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα η άσκησή τους να καθίσταται κενό γράμμα, ενώ για την άσκηση του πολιτικού δικαιώματος του εκλέγειν πρόσθετη προϋπόθεση είναι η κατοχή απολυτηρίου μέσης εκπαίδευσης. Το κυριότερο όμως, χαρακτηριστικό του Συντάγματος του 1968 είναι ο ενισχυμένος ρόλος των Ενόπλων Δυνάμεων. Σε ένα φιλελεύθερο και δημοκρατικό πολίτευμα, ο ρόλος των Ενόπλων Δυνάμεων περιορίζεται στην υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας της χώρας από εξωτερικούς κινδύνους. Το δικτατορικό Σύνταγμα ωστόσο, έθετε τις Ένοπλες Δυνάμεις στην υπηρεσία του ίδιου του απολυταρχικού καθεστώτος, ώστε να το προστατεύουν από οποιαδήποτε επιβουλή, προερχόμενη ακόμα και από το εσωτερικό της χώρας. Η στρατιωτική παντοδυναμία ήταν πλέον και συνταγματικά κατοχυρωμένη!

Το Μάιο του 1973, πραγματοποιήθηκε ανταρσία στο αντιτορπιλικό «Βέλος», πράξη που αποδόθηκε στον ίδιο τον εξόριστο βασιλιά. Η οριστική ρήξη του καθεστώτος με τη Βασιλεία ήταν αδιαμφισβήτητη, γεγονός που οδήγησε σε σειρά ανακατατάξεων, με αποτέλεσμα την κατάργηση της Βασιλείας και την εγκαθίδρυση του πολιτεύματος της Προεδρικής Δημοκρατίας, με πρώτο Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Η αλλαγή αυτή αποτυπώνεται πλέον στο Σύνταγμα του 1973, που ενισχύει τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας σε σύγκριση με εκείνη του βασιλιά, αυξάνει τον αριθμό των βουλευτών σε 200 και οραματίζεται να θέσει τη χώρα σε μία πιο φιλελεύθερη τροχιά… Πώς όμως, μπορεί να διασφαλιστεί η φιλελεύθερη πορεία μίας χώρας τη στιγμή που ο πυρήνας της έννοιας του φιλελευθερισμού, η προστασία δηλαδή των ατομικών δικαιωμάτων και η λειτουργία του κράτους δικαίου που εξ ορισμού σημαίνει περιορισμένη εκτελεστική εξουσία, αναιρείται στο ίδιο το κείμενο που εκ πρώτης όψεως τον προβλέπει; Τα Συντάγματα της Επταετίας έμειναν ουσιαστικά ανεφάρμοστα. Η ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματος του 1968 (άρθρο 138) προέβλεπε πως η άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων και η διενέργεια εκλογών προϋποθέτει έκδοση απόφασης από την «Επαναστατική Κυβέρνηση», η οποία σαφώς ποτέ δεν ελήφθη.Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την τέλεση απάνθρωπων βασανιστηρίων από τα όργανα του στρατιωτικού καθεστώτος, είχαν προκαλέσει αντιδράσεις σε διεθνές επίπεδο κατά της Ελλάδας και κυρίως στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, διεθνούς οργανισμού που συστάθηκε το 1950 με στόχο την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την αποτροπή επανάληψης των ναζιστικών εγκλημάτων. Μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης ήταν και η Ελλάδα και συνεπώς, δεσμευόταν νομικά από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών ελευθεριών. Η Επιτροπή των Υπουργών, όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης, έπειτα από αλλεπάλληλες έρευνες, συστάσεις και διαπραγματεύσεις, αποφάσισε την αποβολή της χώρας μας από αυτό.

Η Ελλάδα τέθηκε σε καθεστώς διεθνούς απομόνωσης και μάλιστα, σε μία περίοδο που προετοιμαζόταν δειλά η ένταξή της στην ΕΟΚ και στη φιλελεύθερη τροχιά της Δύσης, γεγονός που αποτελεί την κυριότερη και καθόλου αμελητέα συνέπεια της αποβολής της, παρά την προκλητική απαξίωση με την οποία αντιμετωπίστηκε το ζήτημα από τη δικτατορική Κυβέρνηση και δη, από τον Αντιπρόεδρο αυτής, Στυλιανό Παττακό. Αξιοσημείωτο είναι δε ότι όλα τα παραπάνω έχαιραν της έγκρισης και αποδοχής των δικαστηρίων και κυρίως του Αρείου Πάγου, ως του ανώτατου ακυρωτικού, τελευταίου προπυργίου παροχής δικαστικής προστασίας που διεξήγαγε έλεγχο συνταγματικότητας και αναγνώριζε πως «η Επανάστασις της 21ης Απριλίου 1967» εφόσον επικράτησε, δημιουργούσε δίκαιο…


Ενδεικτικές Πηγές

Πηνελόπη Ανυφαντή

Είναι φοιτήτρια στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει λάβει μέρος σε σεμινάρια, ημερίδες καθώς και προσομοιώσεις λειτουργίας θεσμικών οργάνων της ΕΕ τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά και έχει ολοκληρώσει ένα εξάμηνο φοίτησης στο Λουξεμβούργο στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus. Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το δημόσιο και ευρωπαϊκό δίκαιο, αγαπάει τα βιβλία και την ποίηση και της αρέσει πολύ να ταξιδεύει.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Βογά
Σοφία Βογά
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996, όπου και διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ήδη σήμερα δικηγόρος, ενώ πραγματοποιεί μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο στο Εθνικό και Καποδιαστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και αραβικά, και στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων κλασικής λογοτεχνίας, τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη γυμναστική.