12.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967

Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967


Της Άλκηστης Κατσάλη,

Ξημέρωνε 21η Απριλίου του 1967, όταν ένα στρατιωτικό κίνημα με επικεφαλής τον ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό και τους συνταγματάρχες Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα εγκαθιδρύοντας στην Ελλάδα μία στυγνή δικτατορία, η οποία διήρκεσε επτά χρόνια. Το καθεστώς έλαβε αργότερα τον χαρακτηρισμό της Χούντας των Συνταγματαρχών ή Στρατιωτικής Δικτατορίας. Στη διάρκεια της επταετίας σχηματίστηκαν τέσσερις δικτατορικές κυβερνήσεις: η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Κόλλια (Απρίλιος-Δεκέμβριος 1967), η Κυβέρνηση Γεωργίου Παπαδόπουλου (Δεκέμβριος 1967 – Οκτώβριος 1973), η Κυβέρνηση Σπύρου Μαρκεζίνη (Οκτώβριος-Νοέμβριος 1973) και η Κυβέρνηση Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου (Νοέμβριος 1973 – Ιούλιος 1974).

Ο Δρόμος προς τη Χούντα

Η κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος δεν πραγματοποιήθηκε εν μία νυκτί. Προετοιμαζόταν για πολλά χρόνια. Η πολιτική αστάθεια, οι κοινωνικές αναταραχές καθώς και το ίδιο το παλάτι που δεν ήθελε να βασιλεύει αλλά να κυβερνά, άνοιξαν τον δρόμο προς τη Χούντα. Η αλήθεια είναι πως το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου «έπιασε» τον πολιτικό κόσμο κυριολεκτικά στον ύπνο. Οι περισσότεροι πολιτικοί συνελήφθησαν. Ο λαός άρχισε σιγά σιγά να απαξιώνει τον πολιτικό κόσμο και να αποστασιοποιείται γενικότερα από τα πολιτικά δρώμενα. Αυτό συνέβη κυρίως λόγω της χρόνιας πολιτικής αστάθειας που επικρατούσε στον ελληνικό χώρο. Η δεκαετία του 1960 έπαιξε σημαντικό ρόλο για την πολιτική κατάσταση της χώρας. Πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές που έλαβαν χώρα τη δεκαετία αυτήν είχαν κάνει κάποιους να φοβούνται για δικτατορία και κάποιους άλλους να την υποκινούν και να τη σχεδιάζουν.

Ειδικότερα, στις εκλογές του 1958, επικράτησε η ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση) που εκπροσωπούσε τον «εθνικόφρονα» και συντηρητικό κόσμο. Δεύτερο κόμμα ήλθε η ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά), η οποία ήταν συνασπισμός αριστερών κομμάτων και δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Η ΕΔΑ εξέλεξε 78 βουλευτές και άσκησε το έργο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσοστό που πήρε ως τότε αριστερό κόμμα σε εκλογές. Φυσικά, το γεγονός αυτό θορύβησε το παλάτι, τον στρατό και τη Δύση. Το 1961 οι Έλληνες εκλήθησαν να ψηφίσουν ξανά. Οι εκλογές αυτές προκάλεσαν βαθιά πολιτική κρίση. Νικητής αναδείχθηκε και πάλι η ΕΡΕ με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ωστόσο, ο πολιτικός κόσμος κατήγγειλε την άσκηση βίας στο εκλογικό σώμα και υποστήριξε ότι έγινε νοθεία του αποτελέσματος.

Στις εκλογές του 1964 η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου επικράτησε με πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Στο διάστημα που ακολούθησε δημιουργήθηκαν εντάσεις μεταξύ της Βουλής και του Στέμματος. Το παλάτι είχε πολλές απαιτήσεις, κυρίως με την εμπλοκή του στο στράτευμα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου επιθυμούσε τη θέση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, μια θέση που ο Κωνσταντίνος Β’ δε δεχόταν να του δώσει. Ακολούθησαν σημαντικά γεγονότα όπως η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, όπου μέσω αυτής το Παλάτι προσπάθησε να «χτυπήσει» την κυβέρνηση Παπανδρέου. Τον Μάιο του 1965, ο Παπανδρέου αποφάσισε την αποπομπή του φιλομοναρχικού Πέτρου Γαρουφαλιά από το ΥΠΕΘ αναλαμβάνοντας ο ίδιος το Υπουργείο. Η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου παραιτήθηκε τον Ιούλιο του 1965, με τον Βασιλιά να ορκίζει την ίδια ημέρα «κυβέρνηση των αποστατών», με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα, που κατείχε ως τότε την θέση του Πρόεδρου της Βουλής. Όλα τα προαναφερθέντα διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος και την επιβολή δικτατορικού καθεστώτος. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι είχαν περάσει μόλις 18 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, ενώ ταυτόχρονα ο Ψυχρός Πόλεμος είχε φτάσει στην κορύφωσή του όσον αφορά τον διεθνή περίγυρο. Οι κυβερνήσεις αυτών των ετών ασχολήθηκαν περισσότερο με την ανοικοδόμηση της χώρας και την οικονομική ανάπτυξη παρά με την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών.

Το πραξικόπημα

Μια ομάδα σχετικά αξιωματικών μεθόδευσαν σχέδιο πραξικοπήματος, το οποίο εκτελέστηκε με αποτελεσματικότητα και είχε ως σκοπό να προλάβει μια σχεδόν βέβαιη νίκη της Ένωσης Κέντρου στις κάλπες. Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου εκδηλώθηκε κατά τις πρώτες πρωινές ώρες, αφού είχε ολοκληρωθεί προηγουμένως η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου χωρίς να έχει κάποια γνώση για τις κινήσεις των στρατιωτικών. Η ενέργεια αυτή αιφνιδίασε όλο τον πολιτικό κόσμο, ο οποίος στάθηκε ανίκανος να ξεπεράσει την κρίση των προηγούμενων δεκαοκτώ μηνών. Αυτό, σε συνδυασμό με την κατακερματισμένη μορφή των συνδικαλιστικών οργανώσεων και την ουσιαστική έλλειψη δομής στα πολιτικά κόμματα, βοήθησε τον στρατό να καταλάβει με ευκολία την εξουσία. Μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος συνεργάστηκε με τους πραξικοπηματίες και μάλιστα ο πρώτος πρωθυπουργός της δικτατορίας (εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Κόλλιας) διορίστηκε με υπόδειξή του. Λίγο αργότερα έδειξε με κινητοποίηση πιστών του στρατιωτικών μονάδων ότι θέλει να ανατρέψει τη Δικτατορία (13 Δεκεμβρίου 1967). Ωστόσο μετά την αποτυχία αυτής της προσπάθειας, αναχώρησε ανενόχλητος στο εξωτερικό.

Η ιδεολογική προπαγάνδα του καθεστώτος απηχούσε τις αυταρχικές και πατερναλιστικές αντιλήψεις του καθεστώτος Μεταξά. Σύντομα, όμως, κατέστη σαφές ότι το πρωταρχικό κίνητρο των συνταγματαρχών ήταν λιγότερο υψηλό. Τρομοκρατημένοι από την προοπτική της επιστροφής στην εξουσία μιας κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου, φοβόταν μια εκκαθάριση εκείνων των ακροδεξιών σταγονιδίων στις ένοπλες δυνάμεις που βρίσκονταν πίσω από το πραξικόπημα.

Μετά την αποτυχία ενός ερασιτεχνικού αντιπραξικοπήματος που επιχείρησε ο βασιλιάς τον Δεκέμβριο του 1967, η κυβερνώσα τριανδρία των Συνταγματαρχών εγκατέλειψε κάθε πρόσχημα διακυβέρνησης με πολιτικές μαριονέτες. Εγκαθίδρυσαν μια αντιβασιλεία, για να αντικαταστήσουν τον βασιλιά, ο οποίος έφυγε για την εξορία. Έτσι, ο Παπαδόπουλος έγινε πρωθυπουργός και εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως ο ισχυρός άνδρας του καθεστώτος. Συγκέντρωνε όλο και περισσότερη εξουσία στα χέρια του αναλαμβάνοντας εκτός από την πρωθυπουργία και πληθώρα Υπουργείων. Το 1968, μάλιστα, προσπαθώντας να θεσμοθετήσει τη στρατιωτική κατάληψη της εξουσίας εισήγαγε ένα ιδιαίτερα αυταρχικό Σύνταγμα, το οποίο επικυρώθηκε με ένα νόθο δημοψήφισμα. Το καθεστώς στάθηκε ανίκανο να προσελκύσει τη λαϊκή βάση. Η απροθυμία του να έρθει αντιμέτωπο με εκλογές, επιβεβαίωνε αυτή του την ανικανότητα.

Η Ελλάδα απομονώθηκε διεθνώς. Η Δικτατορία κατηγορήθηκε για παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και ο υπουργός Εξωτερικών Παναγιώτης Πιπινέλης για να αποφύγει την καταδίκη της κυβέρνησής του από το Συμβούλιο της Ευρώπης, δήλωσε ότι η χώρα αποχωρεί εκούσια από αυτό. Ταυτόχρονα, οι πιέσεις από το εξωτερικό εντάθηκαν. Οι δικτάτορες προσπάθησαν να δώσουν την εντύπωση ότι ήθελαν να εξυγιάνουν τα ήθη, να καθαρίσουν το πολιτικό έδαφος και ότι προχώρησαν στον εκδημοκρατισμό της χώρας. Το 1972 ο Παπαδόπουλος συγκέντρωσε ακόμη μεγαλύτερες εξουσίες. Η οικονομική κρίση του 1973 άρχισε να μαστίζει την Ελλάδα. Ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε, οι τιμές των πρώτων υλών αυξήθηκαν και οι δυνατότητες για απόκτηση ή οικοδόμηση κατοικίας περιορίστηκαν. Ο λαός άρχισε να εκδηλώνει τη δυσαρέσκειά του. Πολιτικοί και διανοούμενοι αποδοκίμασαν τη στρατιωτική κυβέρνηση, ενώ εκδηλώθηκαν και έντονες διαμαρτυρίες φοιτητών. Μετά τα επεισόδια του Πολυτεχνείου, ο Παπαδόπουλος ανατράπηκε από τον ταξίαρχο Δημήτριο Ιωαννίδη με τη δικαιολογία ότι είχε δημιουργήσει μια προσωπική εξουσία.

Η νέα κυβέρνηση κλήθηκε να λύσει πληθώρα προβλημάτων (οικονομικά, κοινωνικά, εθνικά). Ωστόσο, φάνηκε ανίκανη για κάτι τέτοιο. Στις αρχές Απριλίου 1974 οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δοκιμάστηκαν και γνώρισαν μία νέα, οξεία κρίση. Ύστερα από μια σειρά γεγονότων, στις 15 Ιουλίου 1974, η Χούντα πραγματοποίησε πραξικόπημα στην Κύπρο, δίνοντας στους Τούρκους την ευκαιρία να παρέμβουν υποτίθεται για τη συνταγματική νομιμότητα. Έτσι, οι Τούρκοι παραβιάζοντας την ανεξαρτησία της νήσου, κατέλαβαν το 40% του εδάφους της, λεηλάτησαν, εκτόπισαν και σκότωσαν. Η τραγωδία στην Κύπρο συγκλόνισε όλο το ελληνικό έθνος και ακολούθησε μία γενικευμένη επιστράτευση. Τελικά, στις 23 Ιουλίου, έπειτα από 7 χρόνια, το αυταρχικό καθεστώς κατέρρευσε και η κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας», υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ενέργησε γρήγορα με προοδευτικό ρυθμό «ανοικοδομώντας» από την αρχή τη χώρα.

Η Στρατιωτική Δικτατορία στην αρχή δικαιολόγησε την πράξη της ως ανάγκη να προλάβει μια επικείμενη κατάληψη της εξουσίας από τους Κομμουνιστές. Η παρέμβαση του παλατιού ώθησε τα πράγματα στα άκρα. Η επιβολή της 21ης Απριλίου αποτελεί μια ακόμα εθνική τραγωδία, τις συνέπειες της οποίας πληρώνουμε ακόμα και σήμερα τόσο στο εσωτερικό της ελληνικής πολιτικής ζωής, όσο και στο διεθνές περιβάλλον με τον διαμελισμό της Κύπρου και τον «ακρωτηριασμό» του ελληνισμού που συντελέστηκε με την εισβολή, τον Ιούλιο του 1974.


Βιβλιογραφία
  • Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, σελ. 456-460, Εκδόσεις Βάνιας, 2005.
  •  Σύγχρονη πολιτική ηγεσία, Μάνος Γ. Παπάζογλου, σελ. 220-223, Εκδόσεις Παπαζήση, 2012.
  • Συνοπτική ιστορία Ελλάδας, Richard Clogg, σελ. 220-228, Εκδόσεις Κάτοπτρο, 2015.

Άλκηστη Κατσάλη

Γεννημένη το 2000 και μεγαλωμένη στα Γρεβενά. Σπουδάζει Ιστορία και Αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και κατά καιρούς παρακολουθεί διάφορες επιμορφώσεις στον τομέα της, φέροντας έντονο ενδιαφέρον στην Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία. Στον ελεύθερό της χρόνο επιλέγει να διαβάζει ιστορικά βιβλία και ποίηση.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ