Της Μαρίας Μπουλιέρη,
«Φούσκωσα! Δεν θέλω άλλο, τι να το κάνω;»
«Πέτα το, σιγά»
Είναι ένας διάλογος που, λίγο ή πολύ, όλοι έχουμε ακούσει κάπου, κάποια στιγμή στη ζωή μας. Στο τέλος της ημέρας και κάνοντας ένα σύντομο απολογισμό γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η κατασπατάληση τροφίμων, το λεγόμενο food waste, είναι δυστυχώς μια πραγματικότητα, τόσο στο σπίτι του καθενός από εμάς, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αναφέρομαι, δηλαδή, στα τρόφιμα που αγοράζουμε χωρίς τελικά να καταναλώσουμε με αποτέλεσμα να χαλάσουν ή στα υπολείμματα που προέρχονται από τις κουζίνες των σπιτιών μας, μέχρι τις κουζίνες και τις αποθήκες των μεγαλύτερων αλυσίδων τροφοδοσίας. Κοινός τους παρονομαστής η κατάληξή τους όχι στο στομάχι μας, αλλά… στον κάδο απορριμμάτων.
Τα νούμερα μιλάνε από μόνα τους. Στην Ευρώπη πετάμε κάθε χρόνο 88 εκατομμύρια τόνους τροφίμων, που αναλογεί σε 173 κιλά ανά άτομο, ενώ στην Ελλάδα πιο συγκεκριμένα, φαίνεται πως η αναλογία αυτή ανέρχεται στα 80 κιλά ανά άτομο.
Το αποτύπωμα των παραπάνω στο περιβάλλον, μεταξύ άλλων, είναι εμφανές και φαίνεται να μας επηρεάζει πολύ περισσότερο από ό,τι φανταζόμασταν. Πώς; Ενδεικτικά αναφέρω ότι για κάθε κιλό τροφίμων που παράγεται, απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα 4,5 κιλά διοξειδίου του άνθρακα (CO2), ενώ το 70% του πόσιμου νερού καταναλώνεται στη γεωργία. Σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών «αν τα απόβλητα τροφίμων ήταν χώρα, θα ερχόταν τρίτη στη σειρά σε εκπομπές ρύπων, αμέσως μετά την Κίνα και τις ΗΠΑ». Σα σκέψη, την λες και κάπως τρομακτική. Συνεπώς, η ορθότερη διαχείριση των τροφών και των υπολειμμάτων τους θα μπορούσε να βοηθήσει στη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος.
Και τι σχέση έχει με αυτά ο κορωνοϊός; Άμεση!
Η ραγδαία εξάπλωση του «αόρατου εχθρού» έχει συνδεθεί, αφενός, με την ανάπτυξη του φαινομένου του “panic buying”. Σε όλη την Ευρώπη, όπως και στη χώρα μας, καθημερινά βλέπουμε κόσμο να συρρέει στα σούπερ μάρκετ και να παίρνει μεγάλες ποσότητες τροφίμων, φοβούμενοι ότι ίσως, τα μέτρα της απαγόρευσης κυκλοφορίας θα γίνουν πιο αυστηρά ή ότι οι προμήθειες στην αγορά θα αρχίσουν να στερεύουν. Αξίζει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσιεύτηκαν από το Εμπορικό Επιμελητήριο Αθηνών, η αύξηση των πωλήσεων σε αξία στα σούπερ μάρκετ, εν μέσω πανδημίας, έχει αυξηθεί κατά 35,1% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο και συγκεκριμένα, η αύξηση πωλήσεων στα τρόφιμα ανέρχεται σε ποσοστό 30,2%.
Αφετέρου, ας το παραδεχτούμε, το #μενουμεσπιτι έχει βάλει το χεράκι του στο να βγάλουμε τον σεφ που κρύβουμε μέσα μας. Η μαγειρική αποτελεί μία ευχάριστη ενασχόληση για πολλούς – όχι για μένα – που βοηθάει στο να κάνουμε τις ώρες μέσα στο σπίτι να φαντάζουν λιγότερες.
Όμως, για να μην καταλήξουμε να πετάμε και εμείς μεγάλες ποσότητες φαγητού ή και συσκευασίες ολόκληρες εποικοδομητικές στα σκουπίδια, τι μπορούμε να κάνουμε;
Αρχικά, πηγαίνοντας για τα ψώνια μας, δε σκεφτόμαστε ότι θα έρθει το τέλος του κόσμου (αν έρθει, πείτε πως δεν έκανα εγώ αυτό το σχόλιο). Εκτός από το πολυπόθητο χαρτί υγείας και τα υπόλοιπα προϊόντα όπως γάλα, μακαρόνια και ρύζι φτάνουν για όλους και θα συνεχίσουν να φτάνουν και να καλύπτουν τις ανάγκες μας. Όλα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι αγοράζουμε ότι έχουμε ανάγκη και ξέρουμε ότι θα καταναλώσουμε άμεσα και όχι ότι θα βοηθήσει στο «χτίσιμο» της συλλογής μας στην αποθήκη.
Επίσης, η σωστή διαχείριση των τροφίμων, αφού μπουν στα ντουλάπια και στα ψυγεία μας, μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Η κατάψυξη των τροφίμων ως μέθοδος διατήρησής τους, αν πραγματοποιηθεί με τον σωστό τρόπο, βοηθάει στο να διατηρούνται τα τρόφιμα περισσότερο, μειώνοντας έτσι τα απόβλητα είτε αυτά είναι ωμά λαχανικά και κρέας, είτε μαγειρεμένο φαγητό.
Ένα άλλο σημαντικό σημείο είναι να καταστήσουμε σαφή τη διάκριση μεταξύ των ενδείξεων «Ημερομηνία λήξης» και «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από», οι οποίες συχνά συγχέονται. Μετά το πέρας της «Ημερομηνίας Λήξης» δεν πρέπει να καταναλώνουμε τρόφιμα, ενώ μετά το πέρας της ημερομηνία της ένδειξης «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από» το τρόφιμο είναι ακόμα κατάλληλο προς κατανάλωση, απλά ίσως έχει χάσει λίγα από τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά, όπως το άρωμά του. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να πετάμε ένα προϊόν που βλέπουμε ότι πλησιάζει ή έχει περάσει η ημερομηνία προτιμώμενης κατανάλωσής του.
Τέλος, αν έχετε φτιάξει μια ολόκληρη κατσαρόλα ρύζι εμπνεόμενοι από τις συνταγές του αγαπημένου (ονόματα δε λέμε) σεφ και περισσέψει, μια λύση είναι η τοποθέτηση σε τάπερ. Όμως, πόσες είναι οι φορές που τα έχουμε ξεχάσει στο βάθος του ψυγείου με αποτέλεσμα να καταλήξουν στα σκουπίδια μας μέρες μετά; Για αυτό, αν πραγματικά θέλουμε να μειώσουμε το φαγητό που πετάμε, νομίζω είναι καλύτερο να αξιοποιήσουμε το περισσευούμενο φαγητό άμεσα σε επόμενο γεύμα. Ρύζι με κοτόπουλο, ρύζι με λαχανικά, ρύζι με… ρύζι, ναι, ας μαγειρεύαμε μικρότερη ποσότητα.
Κλείνω με μία φράση του Ross Perot «Ο ακτιβιστής δεν είναι αυτός που λέει ότι ο ποταμός είναι βρόμικος. Ο ακτιβιστής είναι αυτός που καθαρίζει τον ποταμό». Δε χρειάζεται να είμαστε «ακτιβιστές» για να καταλάβουμε πόσο σημαντικό είναι να προστατεύουμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε, αρκεί να κάνουμε μικρές αλλαγές στις καθημερινές μας συνήθειες.
Αναφορές
- https://www.europarl.europa.eu/news/en/headlines/society/20170505STO73528/food-waste-the-problem-in-the-eu-in-numbers-infographic
- http://www.fao.org/3/a-ar428e.pdf
- https://www.eea.gr/epikairotita-eea/afxisi-poliseon-sta-souper-market/
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα, όπου και ζει μόνιμα. Είναι ασκούμενη δικηγόρος και μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο πρόγραμμα «International & European Legal Studies: Private Law and Business Transactions» της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ. Τρέφει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το εμπορικό δίκαιο και ιδιαίτερα το δίκαιο της βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Σε προπτυχιακό επίπεδο, στα πλαίσια του προγράμματος ERASMUS+, φοίτησε επιπλέον στο Πανεπιστήμιο της Λιμόζ στη Γαλλία. Εκεί, ακαδημαϊκά εστίασε στο δίκαιο του περιβάλλοντος και πήρε μέρος σε πολλές εθελοντικές δράσεις. Αγαπά τη γιόγκα, τα ακροβατικά και πάντα απολαμβάνει τη θέα της θάλασσας.