9.8 C
Athens
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΤιμολόγηση ιατρικών προϊόντων εν καιρώ πανδημίας και κρατική παρέμβαση

Τιμολόγηση ιατρικών προϊόντων εν καιρώ πανδημίας και κρατική παρέμβαση


Του Μανώλη Ανδριγιαννάκη,

Εν μέσω κρίσεων, όπως η πανδημία του κορωνοϊού που βιώνουμε αυτή την περίοδο, είναι πολύ συχνό φαινόμενο η ζήτηση κάποιων προϊόντων να αυξάνεται εκθετικά, αφού οι άνθρωποι, σε κλίμα ανασφάλειας ή κινδύνου, τείνουν να εξασφαλίζουν μαζικά τις αναγκαίες προμήθειες σε αναλώσιμα και φαγητό ή και ιατρικά είδη.

Στην παρούσα κατάσταση, αυτό συμβαίνει με χρήσιμα ιατρικά προϊόντα όπως αντισηπτικά, προστατευτικές μάσκες και γάντια μιας χρήσης, που θεωρούνται αναγκαία από τους καταναλωτές για να προστατευτούν από την εξάπλωση του κορωνοϊού, περιορίζοντας τον κίνδυνο να νοσήσουν κι αυτοί. Αυτή όμως η ανάγκη, σε συνδυασμό με τον πανικό που προκλήθηκε σε όλες κοινωνίες, της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης, από την εξάπλωση του ιού, οδήγησε σε μαζική κατανάλωση αυτών των προϊόντων, εξαφανίζοντάς τα από τα ράφια σούπερ μάρκετ και φαρμακείων με απίστευτους ρυθμούς. Η τρομακτική αυτή αύξηση της ζήτησης, σε μια ελεύθερη αγορά, είναι λογικό να επηρεάσει και τη μεταβολή των τιμών.

Όταν αυξάνεται η ζήτηση πέρα από τις δυνατότητες των επιχειρήσεων για παραγωγή του προϊόντος είναι εύλογο να δημιουργούνται ελλείψεις και οι επιχειρήσεις να ανεβάζουν τις τιμές, προκειμένου και να εκμεταλλευτούν την υψηλή ζήτηση, αλλά και να περιορίσουν τις πιθανότητες το προϊόν να εξαντληθεί. Σε συνθήκες μαζικής ζήτησης, βλέπουμε να εμφανίζονται φαινόμενα μαύρης αγοράς και άλλες δυσλειτουργίες της αγοράς, αφού η ποσότητα που προσφέρεται στην αγορά… δεν αρκεί για να καλύψει τη ζήτηση. Αντίστοιχα, όταν η ζήτηση για ένα προϊόν μειώνεται, αν και το κόστος παραγωγής θεωρήσουμε πως παραμένει σταθερό, οι επιχειρήσεις θα μειώσουν τις τιμές, ώστε να προσελκύσουν πελάτες και να πωλήσουν το προϊόν τους. Με ανάλογο τρόπο λειτουργεί και η προσφορά αγαθών στην αγορά, αλλά μια κρίση επιδρά, σε πρώτη φάση, κυρίως στη ζήτηση και συνεπώς θα επικεντρωθούμε εκεί.

Σε αυτό το πλαίσιο, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα σε μια επιχείρηση να τιμολογήσει ελεύθερα τα προϊόντα της σε μια ελεύθερη και ανταγωνιστική αγορά, πρέπει να καταστεί σαφές ότι δεν υπάρχει πράγματι αισχροκέρδεια ή οποιοδήποτε «αισχρό» κέρδος. Κάθε επιχείρηση κοστολογεί τα προϊόντα της στις τιμές που επιθυμεί και με οποιοδήποτε περιθώριο κέρδους επιθυμεί. Αν ο καταναλωτής κρίνει πως η τιμή είναι υπερβολικά υψηλή έχει δικαίωμα, από την πλευρά του, να μην αγοράσει το προϊόν και να το αναζητήσει σε μια άλλη επιχείρηση. Όπως έχω αναφέρει και σε προηγούμενο άρθρο, σε μια ελεύθερη αγορά όλη τη δύναμη την έχουν τα άτομα. Αν κανείς δεν αγοράζει, για παράδειγμα, ένα μικρό μπουκαλάκι αντισηπτικού με 5€, γιατί βρίσκει την τιμή εμφανώς υπερβολική, τότε φαρμακεία, φαρμακαποθήκες και σούπερ μάρκετ θα αναγκαστούν να μειώσουν εκ νέου τις τιμές, για να πουλήσουν τα προϊόντα τους ή αλλιώς θα κλείσουν. Στην ελεύθερη αγορά δεν υπάρχουν θέσφατα. Όλα αλλάζουν καθημερινά, ανάλογα με τις συνθήκες,. Δεν υπάρχει λοιπόν αισχροκέρδεια, αφού το όποιο κέρδος νομιμοποιείται από το καταναλωτή που αγοράζει το προϊόν. Αν αυτός αδυνατεί να πάρει αποφάσεις ορθολογικά και λειτουργεί, όπως είδαμε και στην τρέχουσα κρίση, με το θυμικό, απαντώντας στο φόβο με ενστικτώδεις αντιδράσεις, τότε η αγορά μπορεί να παρουσιάσει δυσλειτουργίες.

Όπως γίνεται κατανοητό, οι τιμές στην αγορά προσδιορίζονται από το μηχανισμό της ζήτησης και της προσφοράς, προφανώς λαμβάνοντας υπόψη και το κόστος παραγωγής κάθε επιχείρησης, προκειμένου να διαθέσει ένα αγαθό στην αγορά. Η διαδικασία τιμολόγησης των προϊόντων είναι κατεξοχήν διαδικασία της αγοράς και δεν πρέπει να εμπλέκεται το κράτος άμεσα και ρυθμιστικά. Αυτός είναι ο μηχανισμός που λειτουργεί με απόλυτη επιτυχία σε κανονικές συνθήκες και εκφράζει με αρκετή δικαιοσύνη την αξία των προϊόντων στην αγορά.

Το ερώτημα είναι εάν το κράτος σε μια περίοδο κρίσης, όπως αυτή, πρέπει να παρέμβει και με ποιον τρόπο. Οι απόψεις ποικίλλουν, αλλά η πλειοψηφία ευλόγως θα υποστήριζε πως το κράτος, σε τέτοιες περιπτώσεις, καλείται να παρέμβει για να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη ροή προϊόντων στην αγορά και τον έλεγχο των τιμών, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου. Στην προκειμένη περίπτωση, άμεσα ήταν τα μέτρα που έλαβε στη χώρα μας η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση τόσο της έλλειψης ιατρικών προϊόντων στην αγορά όσο και της σταδιακής αύξησης που παρατηρήθηκε στις τιμές τους. Κινήθηκε με αποφασιστικότητα, ίσως και με υπερβάλλοντα ζήλο, επιτυγχάνοντας σταδιακά την αποκλιμάκωση των τιμών, καθώς και την ενίσχυση της προσφοράς. Ας μελετήσουμε, λοιπόν, τα μέτρα που έλαβε και τις συνέπειες που αυτά είχαν.

Πρώτο βήμα αποτέλεσαν οι περιορισμοί στην ποσότητα πώλησης. Εδώ και μερικές εβδομάδες έχει τεθεί ανώτατη ποσότητα προϊόντων απολύμανσης, αιθυλικής αλκοόλης και αντισηπτικού, που μπορεί ένας καταναλωτής να αγοράσει. Αυτό αποτελεί ένα, αν μη τι άλλο, ορθό μέτρο που στοχεύει στη μείωση της υπερβάλλουσας ζήτησης, ώστε να αποφευχθούν οι ελλείψεις στην αγορά και συγχρόνως να ανακοπεί και η φυσιολογική άνοδος των τιμών των προϊόντων αυτών. Άλλωστε, μεταξύ μας, κανείς δεν χρειάζεται δέκα αντισηπτικά ή μάσκες ταυτόχρονα. Με αυτό τον τρόπο, εξασφαλίζεται ότι ο καθένας θα αγοράσει όσα πραγματικά έχει ανάγκη και δεν θα μπορεί να αδειάσει το ράφι, επειδή ανησυχεί ότι θα νοσήσει.

Σε δεύτερο στάδιο, όμως, αποφασίστηκε από την κυβέρνηση η επιβολή προστίμων ύψους 50.000 ευρώ σε επιχειρήσεις που διαπράττουν αισχροκέρδεια, πουλώντας τα παραπάνω προϊόντα σε αυξημένες, υψηλές τιμές, αποκομίζοντας υπερ-κέρδη. Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που βρίσκεται σε ισχύ ορίζει, κατ’ ουσίαν, παράνομη την αύξηση του περιθωρίου κέρδους οποιασδήποτε συναφούς επιχείρησης, απ’ τα επίπεδα που διατηρούσαν στις αρχές Φεβρουαρίου. Ήδη από τις πρώτες μέρες ισχύος αυτής της διάταξης έπεσαν κάποια πρόστιμα σε φαρμακαποθήκες, που είχαν αυξήσει το περιθώριο κέρδους τους εν καιρώ πανδημίας… όπως είχαν κάθε δικαίωμα να κάνουν εύλογα, επιχειρώντας να απορροφήσουν την αυξημένη ζήτηση.

Η παρέμβαση αυτή θίγει ένα θεμελιώδες δικαίωμα των επιχειρήσεων και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε σε περίοδο κρίσης. Υπάρχουν και άλλες εναλλακτικές που μπορούν να αξιολογηθούν σε κατεύθυνση λιγότερο περιοριστική για τον ιδιωτικό τομέα. Στο κάτω κάτω, δεν δικαιούται το κράτος να κατηγορεί επιχειρηματίες για αισχροκέρδεια. Ένα κράτος, που μέσω των ειδικών φόρων κατανάλωσης σε πολλά αγαθά, αποτελεί το ίδιο παράγοντα αισχροκέρδειας, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη βενζίνη που το 70% της τιμής είναι φόροι! Συνεπώς, μια πολιτική ποινικοποίησης των υπερ-κερδών μιας επιχείρησης είναι σε λάθος κατεύθυνση και στέλνει το λάθος μήνυμα στους ιδιώτες. Αντί να περιορίζει την ελεύθερη αγορά, η πολιτική ηγεσία μπορεί να της παρέχει δυνατότητες. Αυτό έγινε καθυστερημένα, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να κινητοποιήσει σε πρώτη φάση στρατιωτικά εργοστάσια για την παραγωγή μασκών και αντισηπτικών, συνάπτοντας, συγχρόνως, συμφωνίες με μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις, παρέχοντας άδειες παραγωγής αντισηπτικών.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η γνωστή εταιρεία Παπουτσάνης, που παράγει 150.000 αντισηπτικά τσέπης την ημέρα. Στόχος της κυβέρνησης ήταν να πενταπλασιαστεί η παραγόμενη ποσότητα εντός είκοσι ημερών. Με αυτό τον τρόπο, τροφοδοτείται η αγορά με μεγάλες ποσότητες αγαθών, καλύπτοντας σε μεγάλο βαθμό τη ζήτηση, σπρώχνοντας τελικά και τις τιμές φυσιολογικά προς τα κάτω, με την αγορά να βαίνει σε ισορροπία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση επιτυγχάνει τους στόχους της που είναι η εξυπηρέτηση των αναγκών των πολιτών και η συγκράτηση των τιμών, χωρίς όμως να δρα επιθετικά, τιμωρητικά, ή έστω και ρυθμιστικά απέναντι στις επιχειρήσεις. Καταφέρνει έτσι και τους πολίτες να ικανοποιεί και την ιδιωτική οικονομία να μην παρεμποδίζει, σε μια πρωτοφανή κρίση και την ώρα που η τελευταία βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση, λόγω της καραντίνας.

Η διαφορά μεταξύ των πολιτικών αύξησης παραγωγής και προσφοράς από τη μια και ποινικοποίησης των κερδών, από την άλλη, είναι τεράστια και δείχνει δύο διαφορετικά πρόσωπα της κυβέρνησης. Το πρακτικό υπέρ της αγοράς και ταυτόχρονα το στυγνά παρεμβατικό με κρατικιστικές προκαταλήψεις. Ελπίζουμε η πολιτική ηγεσία να παραμείνει στην πλευρά της ελεύθερης οικονομίας και να προσφέρει πραγματικές λύσεις, τώρα που η κρατική παρέμβαση, κατ’ εξαίρεση, καθίσταται αναγκαία για να περιοριστούν τα προβλήματα στην αγορά, ώστε η κρίση να αντιμετωπιστεί, διατηρώντας ένα κοινωνικό πρόσημο.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μανώλης Ανδριγιαννάκης
Μανώλης Ανδριγιαννάκης
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1999 και είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του ΟΠΑ. Παρακολουθεί σεμινάρια και ημερίδες πολιτικής, οικονομίας, γεωπολιτικής και τεχνολογίας, ενώ συμμετέχει σε συνέδρια και προγράμματα προσομοίωσης πολιτικών θεσμών (Europa.S, ΠΠΔΣ, ΜΒΕ, MEUS). Στις δημοτικές εκλογές του 2019 ήταν υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος στο Δήμο Βύρωνα, στην Αθήνα. Στο OffLine Post έφερε την ιδιότητα του Αρχισυντάκτη Οικονομικών κατά το διάστημα Ιούνιος 2019-Ιούνιος 2020.