11.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςΓερουσία: Το νομοθετικό σώμα που δεν πεθαίνει ποτέ!

Γερουσία: Το νομοθετικό σώμα που δεν πεθαίνει ποτέ!


Της Ιωάννας Χατζηαντωνίου,

Δικαιώματα, υποχρεώσεις, κανόνες. Όλα όσα δίνουν μορφή στις πράξεις που συνιστούν εν γένει την καθημερινή μας ζωή. Αν κάνουμε ένα βήμα πίσω, θα δούμε πως οι κανόνες τους οποίους ακολουθούμε και οι οποίοι στηρίζουν ή επικρίνουν νομικά τις πράξεις μας, έχουν συνταχθεί από ανθρώπους εξοπλισμένους με το αξίωμα της νομοθετικής εξουσίας σε μια χώρα. Άνθρωποι με όραμα βελτίωσης της ζωής των πολιτών μιας χώρας, σύμφωνα με την προσωπική αλλά και κομματική άποψή τους. Για το ομοσπονδιακό κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, αυτόν τον νομοθετικό ρόλο έχει αναλάβει το Κογκρέσο, αποτελούμενο από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία, η τελευταία αλλιώς γνωστή ως «το νομοθετικό σώμα που δεν πεθαίνει ποτέ».

Η Γερουσία των Η.Π.Α, μέρος του Κογκρέσου, πρωτοεμφανίστηκε σαν ιδέα το 1787 στο πρώτο άρθρο του Αμερικανικού Συντάγματος, το οποίο αποτελεί και τη νομική της βάση. Η σύστασή της απαριθμεί 100 Γερουσιαστές, δύο ανά Πολιτεία, με θητείες έξι ετών, εκλεγμένους από τον αμερικανικό λαό – κατόπιν της 17ης Αναθεώρησης του 1913. Την προεδρία του σώματος αναλαμβάνει ο Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, δίχως δικαίωμα ψήφου, με μοναδική εξαίρεση την περίπτωση «ισοπαλίας» όπου θα υποβάλλει την ψήφο που θα κρίνει το αποτέλεσμα. Σε περίπτωση απουσίας του Αντιπροέδρου, την προεδρία της Γερουσίας αναλαμβάνει ο «pro-tempore» πρόεδρος, συνήθως Γερουσιαστής από το κόμμα που πλειοψηφεί και με τα περισσότερα χρόνια στο σώμα.

Μεγάλο ενδιαφέρον στο σώμα της Γερουσίας τραβάει ο τρόπος οργάνωσης της θητείας των μελών της, με μια ειδική ρύθμιση: το σώμα αυτό διακρίνεται, δευτερευόντως, σε 3 τάξεις, βάσει των οποίων υπολογίζεται η ανανέωσή της. Πιο συγκεκριμένα, κάθε δύο χρόνια μια τάξη -αριθμητικά το ένα τρίτο- της Γερουσίας ανανεώνεται, καθώς η θητεία των συγκεκριμένων μελών της λήγει. Αυτή η μικρή ρύθμιση έχει δώσει και το προαναφερθέν «παρατσούκλι» στη Γερουσία, καθώς δεν αλλάζει ποτέ εξ’ ολοκλήρου, αλλά έχει μία δυναμική με ροή. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί πως η φετινή χρονιά αποτελεί και χρονιά εκλογών ανανέωσης της Γερουσίας!

Πέρα από τον παράγοντα θητεία, όμως, οι Γερουσιαστές οργανώνονται κατά κύριο λόγο στη βάση: α) του κόμματος το οποίο υποστηρίζουν και β) των επιτροπών ανά τομέα πολιτικής. Στο πρώτο επίπεδο, κάθε κόμμα εκλέγει έναν αντιπρόσωπο, συνήθως μέλος της Γερουσίας με μεγάλη επιρροή, ώστε να συντονίζει το κόμμα εντός του σώματος. Ανάλογα με το πόσοι Γερουσιαστές υποστηρίζουν τα κόμματα, δημιουργούνται μια «πλειοψηφία» και μια «μειοψηφία». Για παράδειγμα, σήμερα εν έτει 2020, η Γερουσία απαρτίζεται από 53 μέλη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (η πλειοψηφία), 45 του Δημοκρατικού (η μειοψηφία) και 2 ανεξάρτητους Γερουσιαστές. Αντίστοιχα, ο αρχηγός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ή αλλιώς «αρχηγός της πλειοψηφίας» είναι ο Mitch McConnell, Γερουσιαστής του Kentucky, ενώ «αρχηγός της μειοψηφίας» (ήτοι των Δημοκρατικών) ο Γερουσιαστής της Νέας Υόρκης, Charles E. Schumer. Οι δύο αυτοί αρχηγοί είναι υπεύθυνοι και για την ανάθεση των Γερουσιαστών του κόμματός τους στις διάφορες επιτροπές.

Πηγή Εικόνας: Chris Keller/Los Angeles Times

Έπειτα, λόγω του όγκου και της περιπλοκότητας του έργου της Γερουσίας υπάρχουν οι επιτροπές. Επί της παρούσης, υπάρχουν 20 μόνιμες και 4 συνδυασμένες επιτροπές συσπειρωμένες γύρω από βασικούς τομείς πολιτικής, που ωστόσο διαιρούνται σε υπο-επιτροπές για την ευκολότερη διαχείριση των προς ψήφιση ζητημάτων. Χαρακτηριστικά υπάρχει η επιτροπή εξωτερικών θεμάτων (με 7 υπο-επιτροπές), η επιτροπή υγείας, εκπαίδευσης, εργασίας και συντάξεων (με 3 υπο-επιτροπές), αυτή του προϋπολογισμού της οποίας υψηλά ιστάμενο μέλος είναι ο μέχρι πρότινος υποψήφιος για το χρίσμα των Δημοκρατικών, Bernie Sanders, αλλά και η συγχωνευμένη επιτροπή για τη φορολόγηση. Κάθε επιτροπή είναι εξοπλισμένη με ειδικό προσωπικό και κονδύλια, ώστε να προχωρήσει στο νομοθετικό της έργο.

Πώς, όμως, δημιουργούνται ή αναθεωρούνται οι νόμοι; Αρχικά, πρέπει να τεθεί ένα ζήτημα (ανάλογα με τη θεματολογία της εκάστοτε επιτροπής ή υπο-επιτροπής) στο τραπέζι, για το οποίο υπάρχει προοπτική δημιουργίας, αναθεώρησης ή άρσης της νομοθεσίας. Το μέλος ή τα μέλη της επιτροπής με την ιδέα, αλλιώς γνωστοί ως «χορηγοί», έρχονται σε επαφή με σχετικούς εκτελεστικούς οργανισμούς, ζητώντας σχόλια και υποδείξεις σχετικά με ένα ήδη υπάρχον μέτρο–νόμο ή μια ιδέα. Κατόπιν, συλλέγουν πληροφορίες από ειδικούς εκτός της επιτροπής τους, προσπαθώντας να αποκτήσουν μία σφαιρική εικόνα επί του θέματος, έτσι ώστε κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων να μπορούν με μια συνοψισμένη μορφή να παρουσιάσουν τις δυνατότητες και επιλογές που υπάρχουν για την προσθήκη ή αλλαγή της νομοθεσίας, αλλά και να απαντήσουν σε πιθανά ερωτήματα των υπόλοιπων Γερουσιαστών. Στη συνέχεια, ακολουθεί μια -αρκετά δύσκολη πολλές φορές- συζήτηση με μετατροπές και αναθεωρήσεις των κειμένων και της νομικής γλώσσας, με απότοκο το τελικό μέτρο πάνω στο οποίο θα συζητήσει η Γερουσία στην ολομέλειά της. Μετά, θέση παίρνει και η Βουλή των Αντιπροσώπων, και αφού το Κογκρέσο σύσσωμο αποφασίσει σε ένα συγκεκριμένο κείμενο νομοσχεδίου, αυτό περνάει για υπογραφή στην εκτελεστική εξουσία.

Ως μέρος του γενικού νομοθετικού οργάνου της Αμερικής, η Γερουσία είναι επιφορτισμένη με την ιδιότητα επικύρωσης προτάσεων του Προέδρου, που χρήζουν έγκρισης από τη νομοθετική εξουσία, για διορισμούς στο Δημόσιο -λόγου χάρη μελών του υπουργικού Συμβουλίου και του Ανώτατου Δικαστηρίου- όπως και για την επικύρωση διαφόρων Συνθηκών. Ακόμα, πρέπει να υπογραμμιστεί πως η Γερουσία είναι υπεύθυνη για τις διαδικασίες εκδίκασης υποθέσεων καθαίρεσης ομοσπονδιακών αξιωματούχων, οι οποίες έχουν αναφερθεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Στα χρονικά της Γερουσίας έχουν καταγραφεί τρεις τέτοιες περιπτώσεις που αφορούσαν το προεδρικό αξίωμα: του Andrew Johnson (1868), του Bill Clinton (1999) αλλά και του νυν προέδρου Donald Trump (2020), και όλες κατέληξαν στην αθώωση. Ωστόσο, όσον αφορά άλλα αξιώματα, καθαιρέσεις έχουν πραγματοποιηθεί κυρίως στα δικαστικά σώματα.

Το 2020 είναι έτος εκλογών για την Αμερική, καθώς δε θα κριθεί μόνο η προεδρία της χώρας αλλά και η ανανέωση του ενός τρίτου της Γερουσίας, του σώματος που μπορεί να ενισχύσει το έργο ενός προέδρου ή να το παρεμποδίσει σε υψηλό βαθμό, σπιλώνοντας τη θητεία του. Προς το παρόν, ο Donald Trump έχει το πλεονέκτημα μιας Ρεπουμπλικανής Γερουσίας με τον Mitch McConnell στο πλευρό ως αρωγό για τους τελευταίους μήνες (;) της θητείας του. Ωστόσο, η κρίση του κορωνοϊού δεν του επιτρέπει να παράγει σημαντικό έργο, καθώς άμεση προτεραιότητα αποτελεί η διαχείριση της πανδημίας με όσο το δυνατόν λιγότερα θύματα. Από Νοέμβριο, όμως, κανείς δεν ξέρει τι ξημερώνει στην Αμερική…


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ


Ιωάννα Χατζηαντωνίου

Γεννημένη στη συμπρωτεύουσα Θεσσαλονίκη το 1999, μετακόμισε στην πρωτεύουσα για σπουδές στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά. Όνειρο της είναι να αλλάξει κάτι μικρό στον κόσμο δίνοντας το παρόν όπου και όπως μπορεί. Κυνηγάει τα ταξίδια γιατί πιστεύει πως πρέπει να δεις τον κόσμο και μάλιστα με πολλά διαφορετικά μάτια. Λατρεύει την ποίηση, τα βιβλία και έχει πίστη στη δύναμη των λέξεων σε όποια γλώσσα και αν είναι αυτές, εξ ου και η εκμάθηση ξένων γλωσσών ως χόμπι.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ιωάννα Χατζηαντωνίου
Ιωάννα Χατζηαντωνίου
Γεννημένη στη συμπρωτεύουσα Θεσσαλονίκη το 1999, μετακόμισε στην πρωτεύουσα για σπουδές στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά. Όνειρο της είναι να αλλάξει κάτι μικρό στον κόσμο δίνοντας το παρόν όπου και όπως μπορεί. Κυνηγάει τα ταξίδια γιατί πιστεύει πως πρέπει να δεις τον κόσμο και μάλιστα με πολλά διαφορετικά μάτια. Λατρεύει την ποίηση, τα βιβλία και έχει πίστη στη δύναμη των λέξεων σε όποια γλώσσα και αν είναι αυτές, εξ ου και η εκμάθηση ξένων γλωσσών ως χόμπι.