Της Αριάδνης-Παναγιώτας Φατσή,
Ο κλασικός πλέον πίνακας «Η εμμονή της μνήμης» είναι χωρίς αμφιβολία το πιο γνωστό και πιο πολυσυζητημένο έργο του Σαλβαδόρ Νταλί. Έγινε ανώνυμη δωρεά από συλλέκτη το 1934 στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Το έργο απεικονίζει μία υπερρεαλιστική σύνθεση σε φόντο που θυμίζει τοπίο της καταλανικής εξοχής. Η θάλασσα διαδέχεται τον ορίζοντα σε γαλάζιο και κίτρινο χρώμα. Μπροστά από αυτήν τοποθετείται μία πλατφόρμα μπλε χρώματος και μία πέτρα, ενώ ένα κυβικό καφέ αντικείμενο λειτουργεί ως βάση για το γυμνό από φύλλα δέντρο, στο μοναδικό κλαδί του οποίου κρέμεται ένα ρολόι τσέπης το οποίο είναι παραμορφωμένο σαν να έχει λιώσει.
Στην καφετιά πλατφόρμα υπάρχει άλλο ένα παρόμοιο ρολόι αλλά και ένα κλειστό ρολόι τσέπης, το οποίο δεν είναι παραμορφωμένο αλλά πάνω του περπατούν μυρμήγκια. Στο κέντρο της σύνθεσης υπάρχει μία ακαθόριστη φιγούρα με ανθρώπινα χαρακτηριστικά, επάνω στην οποία φαίνεται σαν σέλα ένα ακόμα παραμορφωμένο ρολόι. «Η Εμμονή της Μνήμης» είναι το πιο αναγνωρίσιμο έργο του Σαλβαδόρ Νταλί.
Πρόκειται, χωρίς αμφιβολία, για ένα σουρεαλιστικό έργο, καθώς εμφανίζει βασικά στοιχεία του σουρεαλισμού, όπως η τοποθέτηση αντικειμένων σε ασυνήθιστες θέσεις (δέντρο ριζωμένο σε μια ξύλινη πλατφόρμα, ρολόγια σε ένα φυσικό τοπίο) και ο παράδοξος συνδυασμός στοιχείων που αντίκειται στη λογική (ρολόι σαν σέλα πάνω σε ανθρώπινη φιγούρα). Η ονειρική διάσταση και ο αυτοματισμός φαίνονται στο έργο, το οποίο, όπως ακριβώς ήθελε ο δημιουργός του, μοιάζει με εξωπραγματική εικόνα παρμένη από κάποιο αλληγορικό παραμύθι ή όνειρο.
Τεχνικά ιδιαίτερη εντύπωση κάνουν οι σκιές, οι φωτισμοί και τα χρώματα με τα οποία ο Νταλί δημιουργεί την τρισδιάστατη αίσθηση. Το έργο περιλαμβάνει τόσο θερμά όσο και ψυχρά χρώματα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο πίνακας «Η αποσύνθεση της εμμονής της μνήμης» του 1954, όπου ο Νταλί τοποθετεί την ίδια σύνθεση σε μια εντελώς αποδομημένη διάθεση, πιθανώς σχολιάζοντας την πρόοδο των φυσικών επιστημών και με ξεκάθαρη επιρροή από την πυρηνική τεχνολογία.
Πολλοί θεωρούν ότι η άσπρη φιγούρα στο κέντρο του πίνακα αποτελεί μία σουρεαλιστική αυτοπροσωπογραφία του Νταλί, λόγω του χαρακτηριστικού σχήματος πάνω από τις βλεφαρίδες που θυμίζει το περιώνυμο μουστάκι που έφερε ο ζωγράφος. Το ρολόι που εμφανίζεται σαν σέλα πάνω από την ανθρώπινη φιγούρα πιθανότατα δηλώνει ότι ο χρόνος έχει κατά μία έννοια υποδουλώσει τον άνθρωπο.
Η καθημερινή ζωή και οι γρήγοροι ρυθμοί της μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο να κάνει λάθη ή να μην απολαμβάνει τις στιγμές που περνούν. Παράλληλα, το κλειστό ρολόι με τα μυρμήγκια είναι μια παραδοχή της φθαρτής φύσης του ανθρώπου και του αναπόφευκτου θανάτου. Κατά άλλη θεωρία, το μοναδικό κλειστό ρολόι στην άκρη του τραπεζιού υποδηλώνει τις αναμνήσεις που ο άνθρωπος (ή ο ίδιος ο Νταλί, αν δεχθούμε ότι το έργο περιλαμβάνει αυτοπροσωπογραφία) έχει αφήσει στο παρελθόν και προσπαθεί να ξεχάσει. Το ρολόι πάνω στο κλαδί θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει τα πρόσφατα γεγονότα, διότι βρίσκεται πιο κοντά στη λευκή φιγούρα, ενώ το χρυσό ρολόι πάνω στην καφέ πλατφόρμα είναι τα νεανικά χρόνια που αρχίζουν πια να περνούν.
Ο Νταλί, βέβαια, ήταν μόλις 27 ετών όταν δημιούργησε αυτόν τον πίνακα, οπότε είναι πιθανό ενώ δεν έχει δει στον εαυτό του σημάδια γήρανσης να νοσταλγεί τα παιδικά χρόνια ή να εκφράζει συνολικά τον φόβο του ανθρώπου για τα γηρατειά και τον θάνατο. Τα τέσσερα ρολόγια σχηματίζουν έναν νοητό κύκλο, ο οποίος θα μπορούσε να είναι ο κύκλος της ζωής ενός ανθρώπου, από τα «χρυσά» παιδικά και νεανικά χρόνια στο κλειστό ρολόι με τα μυρμήγκια, που παραπέμπει άμεσα σε κλειστό φέρετρο, αλλά είναι και μία καινούργια αρχή. Τα δύο βότσαλα που βρίσκονται στο ίδιο περίπου ύψος αλλά μακριά το ένα από το άλλο έχουν ερμηνευθεί ως χωρισμός από κάποιο αγαπημένο πρόσωπο, ενώ η μπλε πλατφόρμα θεωρείται ότι συμβολίζει την είσοδο σε μια καλύτερη ζωή, η οποία όμως έχει ξεχαστεί στο περιθώριο.
Η ακινησία στο φόντο του πίνακα πέρα από τον τονισμό των κινητών στοιχείων προσδίδει και μία αίσθηση ματαιότητας στο έργο. Τα στοιχεία της φύσης θα μείνουν εκεί ίδια και απαράλλαχτα, ενώ τα ρολόγια, τα αντικείμενα και η ανθρώπινη μορφή (που άλλωστε είναι ήδη μια παραφωνία στο φυσικό τοπίο) έρχονται και παρέρχονται. Η σκηνή δεν αντικατοπτρίζει μία ρεαλιστική σύνθεση, αντίθετα όλα βρίσκονται σε ένα ονειρικό τοπίο, γεγονός που έρχεται να υποδηλώσει ότι τελικά αυτά που συμβαίνουν στην ανθρώπινη ζωή δεν είναι πιο σημαντικά από ένα όνειρο.
Γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής στο ΕΚΠΑ. Αναπτύσσει ιδιαίτερη δράση σε φοιτητικούς οργανισμούς και εκδηλώσεις, βρίσκεται στο διοικητικό συμβούλιο της Unique Minds και έχει συμμετάσχει σε πολλά συνέδρια και ημερίδες. Την ενδιαφέρει η συγγραφή νομικών και λογοτεχνικών άρθρων, τάσεις τις οποίες ικανοποιεί η συμμετοχή της στο OffLine Post. Γνωρίζει Αγγλικά και Γερμανικά.