16.7 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςLobbying στη νομοθετική εξουσία των Η.Π.Α.

Lobbying στη νομοθετική εξουσία των Η.Π.Α.


Του Νικόλαου Καραμήτρου,

Σε μια δύσκολη για την ανθρωπότητα περίοδο, τα πολιτικά δρώμενα στις Η.Π.Α. δε σταματούν ποτέ, πόσο μάλλον ενόψει των επερχόμενων Αμερικανικών Προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου του 2020. Ωστόσο, ο νέος πλανητάρχης καλείται μετά την εκλογή του να συνεργαστεί με μία ομάδα ανθρώπων, τους lobbyists.

Τι είναι όμως, οι lobbyists; Οι lobbyists είναι επαγγελματίες δικηγόροι του εμπορικού δικαίου που αποσκοπούν εκ μέρους εταιρειών, οργανισμών και ισχυρών ομάδων του πληθυσμού στην επιρροή των πολιτικών αποφάσεων με πληθώρα τρόπων, όπως θεωρούνται η καταχρηστική χρήση των επιχειρηματικών κεφαλαίων ή η παροχή πληροφοριών, στις οποίες δεν έχουν πρόσβαση οι πολιτικοί (π.χ. δημοσκοπήσεις). Αρκετές πολυεθνικές εταιρείες έχουν μόνιμα στελέχη, τα οποία ασχολούνται με το lobbying ή αγοράζουν τις υπηρεσίες του lobbying από εταιρείες δημοσίων σχέσεων. Το lobbying είναι μια διαδικασία, η οποία από τη δεκαετία του 1970 και μετά έχει αυξηθεί σημαντικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπαγόμενη στο ευρύτερο σύστημα των δημοσίων σχέσεων και επικεντρωμένη στα μέλη μιας επιχείρησης ή ενός οργανισμού που επιδιώκουν να διαπραγματευτούν και να πείσουν τις εκάστοτε κυβερνήσεις ασκώντας τους πίεση, αναφορικά με θέματα που αφορούν τη στρατηγική ανάπτυξή τους. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Erin Duffin, το 2019 στις Ηνωμένες Πολιτείες δραστηριοποιήθηκαν 11.872 lobbyists. Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, επενδύθηκαν στον τομέα του lobbying 3.47 δισεκατομμύρια δολάρια, πράγμα που αποδεικνύει πως η δραστηριότητα αυτή διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκηνή.Η έντονη αυτή επιρροή του lobbying στο πολιτικό πεδίο δε θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο έναν από τους σημαντικότερους -αν όχι τον σημαντικότερο- τομείς της οργάνωσης και της λειτουργίας ενός κράτους, τον τομέα της νομοθεσίας. Το άρθρο 1 του συντάγματος του 1787 των Η.Π.Α. προβλέπει πως η νομοθετική εξουσία καθορίζεται αποκλειστικά από το Κογκρέσο, το οποίο αποτελείται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και από τη Γερουσία. Οι lobbyists, λοιπόν, ασκούν άμεσα πίεση είτε σε μέλη του νομοθετικού σώματος, είτε σε κυβερνητικούς αξιωματούχους που μετέχουν στη νομοθετική εξουσία. Οι πιο συχνοί τρόποι πίεσης είναι, όπως προαναφέρθηκε, η παροχή πληροφοριών, τις οποίες ο πολιτικός δε γνωρίζει, αλλά και οι πολιτικές απειλές και υποσχέσεις. Τοιουτοτρόπως, επιτυγχάνεται η θέσπιση ή η τροποποίηση παλαιότερων νόμων, ευνοϊκών σε κάθε περίπτωση για τα συμφέροντα τα οποία οι lobbyists εξυπηρετούν, μιας και καταργούνται τα εμπόδια, που τυχόν θα αντιμετώπιζαν οι εταιρείες ή οι ομάδες και προωθείται ο αθέμιτος ανταγωνισμός. Εντούτοις, οι άνθρωποι των lobbies μπορούν νομίμως, βάσει τόσο του Αμερικανικού Συντάγματος (1η αναθεώρηση) αλλά και του Lobbying Disclosure Act του 1995, να επηρεάσουν άμεσα τη νομοθετική διαδικασία και προεκλογικά με οικονομικές εισφορές μέσω πολιτικών επιτροπών δράσης.

Η δράση των lobbyists δε συναντάται μόνο σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Ανά πολιτεία, στελέχη υποστηρίζουν τοπικά θέματα, γεγονός που καθιστά τα lobbies πολύ ισχυρά. Η «εμμονή» -θα μπορούσε να πει κανείς- στην προώθηση των τοπικών συμφερόντων προκύπτει από την ανάγκη των Γερουσιαστών και των Αντιπροσώπων της Βουλής να επανεκλεγούν, με τη χρηματοδότηση από ιδιώτες και σπανιότερα από κρατικές ενισχύσεις. Εξάλλου, συχνό είναι το φαινόμενο της περιστροφής («revolving door»), ήτοι πρώην μέλη σε κέντρα αποφάσεων γίνονται lobbyists, στοχεύοντας ως επί το πλείστον στην ικανοποίηση των οικονομικών τους συμφερόντων και αυτών που εκπροσωπούν.

Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε πράξη στον τομέα του lobbying είναι σύμφωνη με κανόνες δεοντολογίας και ειδικότερα με τους κανόνες τους οποίους θέτει το Κογκρέσο των Η.Π.Α. και το εθιμικό δίκαιο όσων οργανισμών δραστηριοποιούνται στον τομέα. Αξιοσημείωτο είναι πως η προαναφερθείσα νομοθεσία είναι αυστηρή με αποτέλεσμα η δράση των λομπίστων να είναι ελεγχόμενη, αφού η εφαρμογή του lobbying είναι υποχρεωτική στην Ουάσινγκτον και όχι θεληματική, όπως στην Ενωμένη Ευρώπη.

Εν κατακλείδι, το lobbying είναι μια δραστηριότητα, ικανή μεν να γίνει ωφέλιμη για τις ομάδες που την ασκούν, ικανή δε να πλήξει το πνεύμα του ανταγωνισμού. Αναντίρρητα, στις Ηνωμένες Πολιτείες του πλουραλισμού η δραστηριότητα αυτή ήταν από τη δεκαετία του 1970, είναι και θα είναι μια βασική συνιστώσα της πολιτικής ζωής, με επιρροή στον χώρο της οικονομίας και του δικαίου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

  1. https://www.ncsl.org/research/ethics/50-state-chart-lobby-definitions.aspx (How States Define Lobbying in the US)
  2. https://www.ncsl.org/research/ethics/50-state-chart-limits-on-public-funds-to-lobby.aspx (Use of Public Funds to Lobby)
  3. https://www.mngrc.org/what-is-lobbying- (What is lobbying- Professional Lobbyists)
  4. https://www.lobbyists4good.org/what-is-lobbying
  5. https://www.statista.com/statistics/257337/total-lobbying-spending-in-the-us/ (Total lobbying spending in the U.S. from 1998 to 2019)

Νίκος Καραμήτρος

Γεννημένος το 2001. Διανύει το πρώτο έτος των σπουδών του στο τμήμα Νομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Έχει συμμετάσχει σε σεμινάρια με αντικείμενο το Διεθνές Δίκαιο, για το οποίο τρέφει μεγάλο ενδιαφέρον. Μιλάει αγγλικά και γερμανικά. Είναι μέλος του European Law Students’ Association (ELSA Komotini).

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Καραμήτρος
Νίκος Καραμήτρος
Γεννημένος το 2001. Διανύει το πρώτο έτος των σπουδών του στο τμήμα Νομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Έχει συμμετάσχει σε σεμινάρια με αντικείμενο το Διεθνές Δίκαιο, για το οποίο τρέφει μεγάλο ενδιαφέρον. Μιλάει αγγλικά και γερμανικά. Είναι μέλος του European Law Students’ Association (ELSA Komotini).