Του Γιώργου Πασσά,
Έπειτα από τον εκλογικό θρίαμβο που σημείωσε (και) τη 17η Μαρτίου ο Joe Biden, νικώντας κατά κράτος τον Bernie Sanders σε Arizona, Florida και Illinois, έφτασε ένα βήμα εγγύτερα στην ανάληψη της ηγεσίας των Δημοκρατικών. Έχοντας ξεκινήσει ήδη τον στρατηγικό σχεδιασμό του εσωκομματικού αύριο, επιδιώκει πλέον με κάθε δημόσια εμφάνισή του να εξασφαλίσει την υποστήριξη του συνυποψηφίου του, ώστε να αποφύγει πιθανές «εμφύλιες» έριδες, όπως αυτή μεταξύ Sanders και Clinton το 2016, που μπορούν να του στοιχίσουν πολύτιμες ψήφους στον αγώνα για τη διεκδίκηση του Οβάλ Γραφείου τον προσεχή Νοέμβριο. Και όλα αυτά σε μία κρίσιμη καμπή της ιστορίας, όπου η ανάγκη να παρουσιαστεί ένα ενιαίο «δημοκρατικό» μέτωπο, με συγκεκριμένες θέσεις σε φλέγοντα ζητήματα καθίσταται πιο επιτακτική από ποτέ. Το ερώτημα που ανακύπτει, λοιπόν, είναι πώς θα καταφέρει ο Biden να ενσωματώσει θέσεις του Sanders, χωρίς ταυτόχρονα να χάσει την εμπιστοσύνη των δικών του ψηφοφόρων.
Σαφώς, υπάρχουν και ζητήματα στα οποία Biden και Sanders είναι καθέτως αντίθετοι. Η πέτρα του σκανδάλου εντοπίζεται στον τρόπο διαμόρφωσης του κρατικού συστήματος υγείας, με τον Sanders να υποστηρίζει παντοιοτρόπως το Medicare For All, στοχεύοντας στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης με αμιγώς κρατικές δαπάνες, ενώ ο Biden θεωρεί το σχέδιο αυτό ανέφικτο και αποσκοπεί στην επαναφορά του δημοσίου συστήματος υγείας που σχεδίασε ο Obama. Παρ’ όλα αυτά, στην πλειονότητα των ζητημάτων οι διιστάμενες απόψεις είτε συμπίπτουν, είτε μπορούν εύκολα να γεφυρωθούν.
Ξεκινώντας από την «καυτή πατάτα» της διεθνούς επικαιρότητας, Biden και Sanders βρίσκονται σε απόλυτη σύμπνοια, καθώς και οι δύο χαρακτηρίζουν την υπάρχουσα κατάσταση ως έκτακτης ανάγκης και υποστηρίζουν την άμεση λήψη μέτρων για τη φροντίδα των νοσούντων, αλλά και τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανακούφιση των ιδιωτών, μέσω άτοκων δανείων και ελαφρυντικών μέτρων. Επιπροσθέτως, ο Biden δίνει μεγάλη βαρύτητα στην υπερκρατική συνεργασία, προσδίδοντάς της έναν κομβικής σημασίας ρόλο τόσο στην καταπολέμηση του ιού, όσο και των γενικότερων πολύπλοκων ζητημάτων που καλείται να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα εντός της επόμενης δεκαετίας, όπως το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Σε αυτόν τον τομέα ο Biden προσεγγίζει ολοένα και περισσότερο τις θέσεις του Sanders, συμφωνώντας στην ανάγκη να παύσει μέχρι το 2050 κάθε δραστηριότητα που έχει ως αποτέλεσμα την εκπομπή άνθρακα, έχοντας μάλιστα ενδελεχές πλάνο ύψους 1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για την υλοποίηση αυτού του στόχου. Ταυτόχρονα, όμως, εν αντιθέσει με τον συνυποψήφιό του, υιοθετεί μια διστακτική στάση απέναντι στην άμεση παύση της υδραυλικής ρωγμάτωσης (fracking) και στον άμεσο περιορισμό των βιομηχανιών που ασχολούνται με τα ορυκτά καύσιμα, επιδιώκοντας μια πιο ομαλή μετάβαση στις μορφές ενέργειας του αύριο. Σίγουρα ο πολυέξοδος (ύψους 16,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων) σχεδιασμός του Sanders είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί, παρ’ όλα αυτά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής θα τοποθετηθεί μελλοντικά σε περίοπτη θέση στον κατάλογο με τις προτεραιότητες των κυβερνήσεων, επομένως ο Biden θα υποχρεωθεί να επενδύσει περισσότερα στην αντιμετώπισή του.
Οι θέσεις των δύο Δημοκρατικών ομοιάζουν και στα εθνικά ζητήματα. Στο βαρύνουσας σημασίας πρόβλημα των φοιτητικών δανείων και του κόστους πανεπιστημίων και κολλεγίων, ο Sanders υποστηρίζει την πλήρη διαγραφή των φοιτητικών δανείων ύψους 1,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και επιθυμεί η φοίτηση σε πανεπιστήμια και κολλέγια να παρέχεται δωρεάν. Μέρος αυτών των θέσεων υιοθετεί και ο Biden, προωθώντας την παροχή διετούς δωρεάν φοίτησης σε μέλη χαμηλόμισθων οικογενειών, τη διαπανεπιστημιακή συνεργασία και την ενίσχυση των κρατικών παροχών στους οικονομικά ασθενέστερους φοιτητές (Pell Grants), ενώ στοχεύει στην περικοπή των υπαρχόντων φοιτητικών δανείων, μέσω ενός πλάνου ύψους 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στο τελευταίο πρόβλημα, που απασχολεί 45 εκατομμύρια Αμερικανούς, ο Biden θα μπορούσε να προσεγγίσει περισσότερο τις θέσεις του συνυποψηφίου του, προωθώντας μεγαλύτερες περικοπές των δανείων αφενός και τοποθετώντας χαμηλό ανώτατο όριο στους τόκους των μελλοντικών δανείων αφετέρου, όπως έχει προτείνει ήδη ο Sanders.
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση στις εκλογικές αναμετρήσεις, ο Sanders αποβλέπει στην κατάργηση του Citizens United (απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που παρεμποδίζει την κυβερνητική απαγόρευση της χρηματοδότησης των εκλογών από εταιρείες) και στη συνέχεια την καθιέρωση αυτής της αλλαγής με τροποποίηση του Συντάγματος. Ακόμα, αποσκοπεί στην κατάργηση των super PACs (Political Action Committee), οργανισμών που διοχετεύουν τις εισφορές των μελών τους στις εκλογές, καθώς θεωρεί τη δημόσια χρηματοδότηση των εκλογών ως τη μοναδική οδό προς μια αναγεννημένη δημοκρατία. Ταυτόχρονα, επιθυμεί να αντιμετωπίσει με τον πλέον ριζικό τρόπο το πρόβλημα της ανισότητας του πλούτου, προτείνοντας τη διάσπαση των μεγαλύτερων τραπεζών, την έξτρα φορολόγηση στο πλουσιότερο 0,1%, την επιπλέον φορολογική επιβάρυνση όσων έχουν εισόδημα άνω των 32 εκατομμυρίων δολαρίων, περιορίζοντας όσο το δυνατόν περισσότερο τη δυνατότητα φοροδιαφυγής. Ο Biden, από την άλλη, επιδοκιμάζει την κάλυψη των εκλογικών αναμετρήσεων με κρατικές δαπάνες, ενώ παρ’ ότι δεν επιδιώκει την άμεση κατάργησή τους, δέχεται την ανάγκη περιορισμού των super PACs. Έτσι, δύναται εύκολα να υιοθετήσει πλήρως τη θέση του Sanders για την ανατροπή του Citizens United και την ενίσχυση αυτής είτε με συνταγματική τροποποίηση είτε με νέα νομοθεσία. Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα, ο Biden δε σχεδιάζει δριμεία επίθεση κατά των τραπεζών, των δισεκατομμυριούχων και των μεγάλων εταιρειών, υιοθετεί όμως ορθά τη θέση πολλών Δημοκρατικών για την παροχή κατώτατου μισθού της τάξεως των 15 δολαρίων την ώρα. Ακόμα, στη φορολογική επιβάρυνση των πλουσίων μπορεί να εντάξει στοιχεία από όσα προτείνει ο Sanders, ιδιαιτέρως την ενισχυμένη φορολόγηση των πολιτών με εισόδημα που ξεπερνάει ένα όριο.
Στον τομέα του μεταναστευτικού, ο Biden σκοπεύει σε μια ανθρωπιστική πολιτική υποδοχής μεταναστών, συμφωνώντας με τον γερουσιαστή του Vermont στην αναγκαιότητα αποκατάστασης του DACA (Deferred Action for Childhood Arrivals), το οποίο εξασφαλίζει την ευνοϊκότερη μεταχείριση παιδιών-μεταναστών, καθώς και την παροχή της δυνατότητας σε μετανάστες να αποκτήσουν την αμερικανική υπηκοότητα. Επιπλέον, ιδέες του Sanders όπως ο περιορισμός των πάσης φύσεως διακρίσεων κατά την παροχή ασύλου και η ταχεία πραγματοποίηση των απαραίτητων ελέγχων προς διευκόλυνση των μεταναστών μπορούν εύκολα να ενσωματωθούν στην ατζέντα του Biden.
Όσον αφορά την οπλοκατοχή, Biden και Sanders συμβαδίζουν, υποστηρίζοντας τη μείωση των αδειών οπλοκατοχής με την ενίσχυση των σχετικών ελέγχων (red-flag laws). Αντίστοιχη συμφωνία παρατηρείται και στο ζήτημα των μαζικών καθείρξεων. Παρά το γεγονός πως ο πρώην αντιπρόεδρος συνέβαλε στις μαζικές φυλακίσεις του ’80 και του ’90 έχει αλλάξει πλέον στάση, υποστηρίζοντας πως οι πολιτείες πρέπει να επικεντρωθούν στην πρόληψη και όχι στην καταστολή των εγκλημάτων. Ακόμα, στις θέσεις του μπορεί να ενταχθεί μεγάλο μέρος του σχεδίου του Sanders και πολλών Δημοκρατικών για αναδιαμόρφωση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης σε εγκληματικές υποθέσεις.
Τέλος, στο ζήτημα των εκτρώσεων οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι ακολούθησαν κοινή γραμμή, υποστηρίζοντας τη δημιουργία νομοθεσίας ευνοϊκής για τις εκτρώσεις, θέτοντας ως κεντρικό πυλώνα του προγράμματός τους την υπόθεση Roe v. Wade του 1973, η οποία εκδικάστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. και αναγνώρισε το δικαίωμα μιας εγκύου γυναίκας να αποφασίζει αποκλειστικά για το αν θα προβεί σε έκτρωση ή όχι. Ακόμα, ο Biden αντιτίθεται πλέον στο Hyde Amendment, το οποίο απαγόρευε τη δαπάνη κρατικών πόρων για την πραγματοποίηση εκτρώσεων ακόμα και σε περιπτώσεις βιασμού και αιμομιξίας. Τέλος, όπως και ο Sanders, διατίθεται να προτείνει για το Ανώτατο Δικαστήριο μόνο δικαστές οι οποίοι υποστηρίζουν το προαναφερθέν δεδικασμένο.
Καταλήγοντας, υπάρχουν διαφορές στις απόψεις των δύο υποψηφίων, οι οποίες όμως μπορούν και πρέπει να ξεπεραστούν. Σίγουρα, όπως επισημαίνει ο Sanders, η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά, στο συγκεκριμένο ιστορικό σημείο όμως κρίνεται απαραίτητο να τεθούν οι λεπτομέρειες στο περιθώριο και να παρουσιαστεί ένα συνασπισμένο δημοκρατικό κόμμα, με έναν υποψήφιο έτοιμο να διεκδικήσει με αξιώσεις το προεδρικό χρίσμα.
Γεννήθηκε το 2001 στην Αθήνα. Τελείωσε τη Γερμανική Σχολή Αθηνών και κατέχει δύο ξένες γλώσσες, την αγγλική και τη γερμανική. Είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Νομικής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και φιλοδοξεί να ασχοληθεί με τις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία. Ασχολείται αρκετά χρόνια με τη μουσική, τον αθλητισμό και μεγάλη του αγάπη είναι τα ταξίδια.