Του Θάνου Κουλουβάκη,
Ήθελα από καιρό να γράψω για ένα βιβλίο, το οποίο πραγματικά με ταξίδεψε και –από τη στιγμή που ήρθε στα χέρια μου– δεν μπορούσα να σταματήσω να το διαβάζω μέχρι να το τελειώσω. Ξέρετε, είναι από αυτά τα βιβλία που όταν τα ξεκινάς σε μαγεύουν τόσο που νιώθεις την επιτακτική ανάγκη να τα διαβάσεις μονομιάς. Αισθάνεσαι ότι αν τα αφήσεις για κάποιο λόγο, δε θα έχεις την ευκαιρία να τα διαβάσεις ξανά. Λες και θα τα χάσεις κι έπειτα δε θα μπορέσεις να τα ξαναβρείς.
Κάνω λόγο για το βιβλίο του Χάρη Γαντζούδη με τίτλο Ελεονόρα. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα δεν αποτελεί απλώς μία ιστορία, που παρουσιάζεται με λόγια όμορφα στους αναγνώστες και στις αναγνώστριες. Μέσα στις σελίδες τους δε θα διαβάσετε απλώς μυθικές περιγραφές για γεγονότα και φανταστικούς ήρωες. Εδώ όλα είναι ρεαλιστικά, είναι απτά· όλα συμβαίνουν μπροστά σου. Σε αυτό το βιβλίο, είμαστε παρόντες και παρούσες. Βιώνουμε την πραγματικότητα των ηρώων, κατανοούμε τις προθέσεις, περνάμε μαζί τους βάσανα και χαρές. Αισθανόμαστε την ικανοποίηση όταν την αισθάνονται κι αυτοί· ζούμε μαζί τους όσο διαβάζουμε την ιστορία τους.
Η Ελεονόρα δεν είναι ένας τίτλος· είναι μια πονεμένη γυναίκα, η οποία έχει μεγάλη ιστορία πίσω της. Περνώντας τις σελίδες μαθαίνουμε αυτή την ιστορία και κατορθώνουμε να ψυχογραφήσουμε την Ελεονόρα, να την καταλάβουμε και να συνδέσουμε το κουβάρι της ζωής της με τις επιμέρους ιστορίες που παρουσιάζονται μπροστά μας στο εν λόγω βιβλίο. Για να ακριβολογούμε, ο συγγραφέας μάς αφήνει να δούμε μέσα στην ψυχή της ηρωίδας· θέλει πραγματικά να καταλάβουμε τι της έχει συμβεί. Επιθυμεί, ενδεχομένως, να αισθανθούμε την ανάγκη να τη βοηθήσουμε κι εμείς – ή να συνεχίσουμε την ανάγνωση του βιβλίου για να δούμε πώς θα μπορούσαμε εν δυνάμει να τη βοηθήσουμε.
Ο Χάρης Γαντζούδης περιγράφει, εν τούτοις, πολλά παραπάνω από μία απλή ιστορία – όπως προείπα. Στο συγκεκριμένο βιβλίο τα βάζει με τον συντηρητισμό που υπήρχε και εξακολουθεί να υπάρχει στην κοινωνία, τα βάζει με την αδικία, μας δείχνει πώς το χρήμα μπορεί να διαφθείρει και να δημιουργήσει στους ανθρώπους το αίσθημα ότι κατέχουν εξουσία (;) ακόμα κι αν αυτή είναι εφήμερη – ή ακόμη και ανύπαρκτη. Ο συγγραφέας μας μάς πετάει στην ελληνική επαρχία παλαιότερων δεκαετιών και μας αναγκάζει να έρθουμε αντιμέτωποι με πολλές πραγματικότητας, οι οποίες μας είναι άγνωστες ή τις έχουμε αφήσει στην άκρη.
Θεωρώ πως η Ελεονόρα είναι ένα μυθιστόρημα που μου άνοιξε τα μάτια. Με έβαλε να δω –μου υπενθύμισε– πόσο εύκολα ο κόσμος μπορεί να στοχοποιήσει ανθρώπους, οι οποίοι διαφέρουν από την πλειονότητα· πόσο εύκολα μπορεί να καταδικάσει και να απομονώσει αυτούς τους ανθρώπους. Συνάμα, όμως, μου έδειξε ότι η αλληλεγγύη μπορεί πραγματικά να βοηθήσει την ανθρωπότητα και ότι πάντοτε υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν χάνουν την ανθρωπιά τους.
Δεν έχει νόημα να πω πολλά για την υπόθεση του εν λόγω βιβλίου. Όσα ειπώθηκαν παραπάνω θεωρώ ότι επαρκούν. Θεωρώ ότι μπορούν να σας δώσουν να καταλάβετε τη δύναμη που κρύβουν οι λέξεις που υπάρχουν μέσα στις σελίδες του. Αν αποφασίσετε, λοιπόν, να το διαβάσετε, ετοιμαστείτε να ταξιδέψετε εκεί που η σκληράδα των ανθρώπων τούς κάνει να μην συμπεριφέρεται πια σαν άνθρωποι. Ετοιμαστείτε να αντιμετωπίσετε δικούς σας δαίμονες· και είμαι σίγουρος ότι όταν τελειώσετε την ανάγνωση του, η αισιοδοξία θα σας κατακλύσει.
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα. Σπουδάζει στο τμήμα Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης, στο Ρέθυμνο. Αφοσιώθηκε από μικρή ηλικία στη λογοτεχνία – τόσο ως αναγνώστης όσο και ως δημιουργός. Στα εφηβικά του χρόνια ξεκίνησε την ενασχόλησή του με την αρθρογραφία, η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τον χώρο των εκδόσεων και δύο βιβλία του έχουν εκδοθεί.