Της Ιωάννας Παπαγεωργακοπούλου,
Ποια είναι άραγε η φυσική μας κατάσταση; Πώς θα συμπεριφερόμασταν εκτός κοινωνίας; Τί είναι αυτό που μας οδήγησε στις σημερινές οργανωμένες κοινωνίες; Είμαστε ιδιαίτερα εξοικειωμένοι με την αριστοτέλεια φράση ότι ο άνθρωπος είναι ζώον πολιτικόν, γι’ αυτό και οι περισσότεροι θα έσπευδαν να απαντήσουν ότι από τη φύση μας επιδιώκουμε τη συμβίωση διότι είμαστε όντα κοινωνικά. Τί σημαίνει όμως από τη φύση μας; Πώς καθορίζεται η φύση μας; Ο φιλόσοφος Thomas Hobbes έρχεται να προβάλει μια διαφορετική (απαισιόδοξη) άποψη και απάντηση επί του θέματος παρουσιάζοντας την ανθρώπινη φυσική κατάσταση ως εχθρική, γεμάτη αντιπαλότητα για τον συνάνθρωπο.
Ο Hobbes περιγράφει με απίστευτη ωμότητα τη φυσική κατάσταση των ανθρώπων. Στο έργο του Λεβιάθαν καταβάλλει μια σπουδαία προσπάθεια να εξηγήσει τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη φύση των ανθρώπων και στην ανάγκη να νομιμοποιηθεί η κρατική εξουσία ώστε να επικρατήσει η ειρήνη και η κοινωνική ευρυθμία. Με τον όρο φυσική κατάσταση ο φιλόσοφος εννοεί τα χαρακτηριστικά που φέρει ο κάθε άνθρωπος και προκύπτουν μέσα από την παρατήρηση της συμπεριφοράς του σε ένα προκοινωνικό στάδιο. Πρόκειται για έναν ουμανιστή φιλόσοφο που εντοπίζει την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στην ανθρώπινη ματαιοδοξία και τον φόβο του θανάτου, λογίζοντας την πρώτη ως αιτία όλων των κακών, ενώ τον δεύτερο ως πηγή αρετής και βασίζει ολόκληρη την πολιτική του θεωρία πάνω σε αυτή την αντίθεση.
Αρχικά, διαπιστώνουμε μέσα από την εμπειρία ότι οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως όντα ανταγωνιστικά και ματαιόδοξα, που επιθυμούν να επικρατούν και να υπερέχουν έναντι άλλων και να απολαμβάνουν μόνο όσα είναι ανώτερα σε σχέση με αυτά που κατέχουν οι υπόλοιποι. Πρόκειται για μια φυσική κατάσταση που οδηγεί τα άτομα σε ένα ατέρμονο άγριο ανταγωνισμό για επικράτηση και κυριαρχία. Είναι η βουλιμία, το πάθος για εξουσία, ο αδιάκοπος ανταγωνισμός για τις τιμές και τα αξιώματα, που οδηγεί τους ανθρώπους στο μίσος, στην αντιπάθεια και τελικά στον πόλεμο, καθώς ο καθένας θέλει να δείχνει ότι είναι ανώτερος και ισχυρότερος από τους άλλους και να τους προσβάλλει ώστε να αποδεικνύει τη δύναμή του. Ο πόλεμος είναι απόρροια της ανταγωνιστικής τους φύσης, καθώς δεν υπάρχει άλλος τρόπος να κυριαρχήσουν επί των άλλων. Η ματαιοδοξία και η έπαρση, που εξηγούν τη φυσική βουλιμία, αποτελούν γνωρίσματα που τον διακρίνουν από φυσικά όντα, όπως οι μέλισσες. Η φυσική, λοιπόν, κατάσταση του χομπσιανού ανθρώπου αντιμετωπίζει τους άλλους ως απειλή που πρέπει να εξοντωθεί και ως αντικείμενο που πρέπει να καθυποταχθεί. Ο προκοινωνικός άνθρωπος εμφανίζεται ως δέσμιος των παθών και των παρορμήσεών του και λειτουργεί με βάση το φυσικό δίκαιο που του επιτρέπει να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε μέσο για να επικρατήσει. Αναπόδραστα, δημιουργείται ένα κλίμα αντιπάθειας, επιθετικότητας και αλληλοσπαραγμού που καθιστά τον ανθρώπινο βίο αβίωτο και απολίτιστο, δίχως δηλαδή στοιχειώδεις περιορισμούς συμπεριφοράς. Οι τραυματικές εμπειρίες του πολέμου που βιώνει ο Hobbes ίσως τον έχουν ωθήσει να πιστεύει ότι φυσική κατάσταση του ανθρώπου είναι ο πόλεμος.
Δεύτερον, o άνθρωπος στο χομπσιανό σύστημα διακατέχεται από τον φόβο του βίαιου θανάτου. Η φύση του ανθρώπου αποφεύγει τον θάνατο και επιλέγει την αυτοσυντήρηση με κάθε κόστος. Είναι χαρακτηριστική, σύμφωνα με τον Strauss, η χρήση της αρνητικής απόχρωσης της φράσης και όχι της αντίστοιχης θετικής: «διατήρηση της ζωής», διότι ο θάνατος αποτελεί το ύψιστο κακό και είναι άμεσα αντιληπτό από τις αισθήσεις, ενώ αντίθετα η ζωή λογίζεται ως μια συνεχής ευημερία και αναγκαία προϋπόθεση για την ευτυχία μας, άρα δε χρειάζεται περαιτέρω δικαιολόγηση γιατί την επιθυμεί ο άνθρωπος. Σύμφωνα με αυτόν φοβόμαστε το θάνατο απείρως περισσότερο από όσο επιθυμούμε τη ζωή, την οποία επιθυμούμε επειδή η ορθολογική μας σκέψη υποδεικνύει ότι είναι προϋπόθεση για την ευτυχία μας. Ωστόσο, δεν αναφερόμαστε στη γενική έννοια του θανάτου, το «ύψιστο κακό» κατά Hobbes, αλλά στο φόβο του βίαιου θανάτου που οδηγεί τα άτομα να αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον ως ενδεχόμενους δολοφόνους, του θανάτου που μπορεί να προκληθεί από έναν απλό συνάνθρωπο και όχι από φυσικά αίτια ούτε από την εμφάνιση εχθρού. Ο Hobbes αναγνωρίζει ακριβώς ότι αποτελεί κοινό τόπο σε όλους τους προκοινωνικούς ανθρώπους ότι όλοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε μέσο για να προστατευθούν από την απειλή των συνανθρώπων τους, δυνατότητα που τους καθιστά αναμφιβόλως επικίνδυνους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Hobbes προβάλλει το πρόβλημα της ανθρώπινης επιβίωσης μπροστά στον κίνδυνο του αλληλοσκοτωμού και όχι της εξόντωσης από π.χ. επιθέσεις θηρίων. Ο φόβος αυτός, ωστόσο, οδηγεί τους ανθρώπους στον ορθολογισμό, διότι τους παρακινεί να προσπαθούν να προβλέψουν τον κίνδυνο, καθώς και τα μέσα αντιμετώπισής του, με αποτέλεσμα αυτοί να γίνονται προνοητικοί και να εξασφαλίζουν τη διατήρηση της ζωής τους με οποιοδήποτε μέσο και κόστος.
Ειδικότερα, οι χομπσιανοί άνθρωποι είναι όντα λογικά που μπορούν να αντιληφθούν τις συνέπειες των πράξεών τους, εγωκεντρικά που ενδιαφέρονται για το προσωπικό τους συμφέρον, ευάλωτα που, ακόμη κι αν είναι ισχυρά, μπορεί να ηττηθούν επειδή δεν ήταν καλά προετοιμασμένα και αγχώδη, διότι έχουν συναίσθηση της θνητότητάς τους. Κάθε άνθρωπος διακατέχεται και από πλεονεξία, η οποία δημιουργεί μια κατάσταση δυσπιστίας και επιθετικότητας, καθώς ο καθένας θέλει να εκπληρώνει όσο το δυνατόν περισσότερες επιθυμίες ακόμα και σε βάρος άλλων. Όλο αυτό το κλίμα βιαιότητας και ανταγωνισμού έχει ως αποτέλεσμα οι άνθρωποι να γίνονται απάνθρωποι, δέσμιοι των παθών και των φυσικών τους ενστίκτων και να παλεύουν με κάθε κόστος για το ζῆν. Οι κοινωνίες εξοντώνονται, αφού οι άνθρωποι προσπαθούν να καταστείλουν και να εξουδετερώσουν ο ένας τον άλλον στα πλαίσια του φυσικού αγώνα επιβίωσης που καλούνται να διεξαγάγουν. Στο προκοινωνικό στάδιο επικρατούν οι βιαιότητες και κτηνωδίες, οι οποίες εμφανίζονται ως απαραίτητη λύση, αφού δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να εξασφαλιστεί η επιβίωση.
Η φυσική κατάσταση του ανθρώπου χαρακτηρίζεται κι από άλλες δύο βασικές αρχές, την ελευθερία και την ισότητα. Σύμφωνα με τον Hobbes, ο αμοιβαίος φόβος του θανάτου οδηγεί στην ισότητα. Αυτό συμβαίνει, διότι οι τυχόν σωματικές φυσικές διαφορές υπερκαλύπτονται, αν ο πιο αδύνατος σωματικά μπορεί να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο για να σκοτώσει τον πιο δυνατό. Άρα είναι ίσοι, εφόσον μπορούν να σκοτώσουν ο ένας τον άλλον ανεξάρτητα από τις σωματικές διαφορές τους. Σχετικά, τώρα, με τις πνευματικές δυνατότητες, κι εκεί υπάρχει ισότητα δεδομένου ότι η σωφροσύνη πηγάζει από την εμπειρία, που είναι ίδια για όλους. Η ενεργοποίηση αυτού του φυσικού δικαιώματος, ωστόσο, δεν οδηγεί απαραίτητα στην αυτοσυντήρηση, διότι η ισότητα επιτρέπει στον οποιοδήποτε να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο επιθυμεί σύμφωνα με την ατομική του κρίση και λογική. Αυτό σημαίνει ότι το δικαίωμα αυτό μπορεί σε καταστάσεις φόβου να οδηγήσει σε σύγκρουση που διασαλεύει την αυτοσυντήρηση. Επομένως, η ισότητα θέτει σε κίνδυνο την επιβίωση και υποδαυλίζει την επιθετικότητα και τον ανταγωνισμό. Η ελευθερία, πάλι, εξασφαλίζεται από την προσπάθεια αποφυγής του θανάτου, διότι σε καταστάσεις ανάγκης όλοι είναι ελεύθεροι να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε μέσο για να επιβιώσουν. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Hobbes: «Ο φόβος συμβιβάζεται με την ελευθερία».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Hobbes, φανερώνοντας για ακόμη μια φορά την εμπειρική του στάση απέναντι στη γνώση, για να διαπιστώσει τη φυσική κατάσταση των ανθρώπων, εξετάζει τη συμπεριφορά, τις επιθυμίες, τις συνήθειες των ανθρώπων, όπως ακριβώς εντοπίζονται μέσα σε μια κοινωνία όπου δεν υπάρχουν νόμοι ή κεντρική εξουσία που να αναχαιτίζουν την ανθρώπινη δράση. Όλοι συμφωνούν, κατά τον Macpherson, ότι η φυσική κατάσταση του ανθρώπου δεν είναι ιστορική πραγματικότητα αλλά μια υπόθεση του Hobbes. Φαντάζεται το πώς θα ήταν η συμπεριφορά των ανθρώπων, αν δεν υπήρχε μια κεντρική εξουσία να τους ελέγχει και με αυτόν τον τρόπο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ανθρώπινη φύση συνεπάγεται τον ανταγωνισμό και το πάθος για εξουσία.
Συνεπώς, η κατάσταση που επικρατεί εκτός κοινωνίας είναι ένας διηνεκής πόλεμος, ένας αέναος αγώνας επιβίωσης. Ο «προπολιτικός» βίος, η φυσική κατάσταση χαρακτηρίζεται από βιαιότητα, κτηνωδίες, βαναυσότητα, επιθετικότητα και φόβο, στοιχεία που αποκλείουν κάθε περίπτωση ανθρώπινης συνεργασίας. Οι άνθρωποι ξεχνούν λόγω έπαρσης τη φυσική τους ισότητα όσον αφορά την ικανότητα να σκοτώνουν και προσπαθούν να κυριαρχούν έναντι άλλων. Ο ανταγωνισμός αυτός προκαλεί το αίσθημα κινδύνου, καθώς οι άνθρωποι προβαίνουν σε οποιαδήποτε πράξη στην προσπάθεια κατίσχυσης των υπολοίπων. Η ενεργοποίηση του δικαιώματος να χρησιμοποιούν οποιοδήποτε μέσο που εξασφαλίζει την επιβίωσή τους απορρέει αφενός από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και αφετέρου από τον φόβο του βίαιου θανάτου. Μια τέτοια ενεργοποίηση οδηγεί σε ένα κλίμα γενικευμένης ανασφάλειας και διαρκούς πολέμου, εφόσον η δύναμη του κάθε ανθρώπου αντιτίθεται στη δύναμη των άλλων που πρέπει να εξαλειφθεί, ενώ ακόμα και οι μετριοπαθείς επιτίθενται για να επιβιώσουν. Ένα τέτοιο κλίμα καθιστά αδύνατη την επίτευξη μιας άνετης ζωής που αποτελεί έμφυτη επιθυμία του ανθρώπου, καθώς τα άτομα για να προστατευτούν ο ένας από τον άλλον προβαίνουν σε βιαιότητες που καταλήγουν στην αλληλοεξόντωση και την ανομία.
Βιβλιογραφική επιλογή
- Sabine George, A Ηistory of Political Theory, 3rd edition, London: Dryden Press, 1963
- Χομπς Τόμας, Λεβιάθαν, τ. Α΄, Αθήνα: Γνώση, 1989.
- Τσακυράκης Σταύρος, Οι καταβολές του συνταγματικού φιλελευθερισμού στο έργο των Hobbes και Locke (Αθήνα: ΙΣΕ, 1992)
- Σούρλας Παύλος, Justi atque injusti scientia – Μια εισαγωγή στην επιστήμη του δικαίου, Αθήνα: Αντ. Σάκκουλας, 1995
- Ryan Alan, “Hobbes’s political philosophy” in The Cambridge Companion to Hobbes, edited by Tom Sorell, Cambridge: Cambridge UP, 1996.
- Κιτρομηλίδης Πασχάλης Μ., Νεότερη πολιτική θεωρία, Αθήνα-Κομοτηνή: Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2000.
Γεννήθηκε το 2001 στο Μαρούσι και κατάγεται από τη Ναύπακτο. Είναι πρωτοετής φοιτήτρια στο τμήμα Νομικής του ΕΚΠΑ, ενώ παράλληλα έχει συμμετάσχει σε πανευρωπαϊκές ημερίδες, όπως το Euroscola μέσα από διαγωνισμούς έκθεσης. Κατέχει την αγγλική και γερμανική γλώσσα, ενώ παρακολουθεί διαρκώς επιστημονικά συνέδρια και σεμινάρια. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον εθελοντισμό, τη μουσική, το debate και τα ταξίδια. Η αρθρογραφία αποτελεί αναπόδραστη συνέπεια της αγάπης της για το λόγο και ιδιαίτερα το γραπτό λόγο.