Του Χρήστου Αμανατίδη,
Ο Αλέξανδρος Β΄ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας το 1855 σε ηλικία 37 ετών. Ως τσάρεβιτς υπήρξε ένας πιστός και υπάκουος συνεργάτης του ισχυρογνώμονος και δεσποτικού πατέρα του, Νικολάου Α΄. Κατά συνέπεια -παρά τις διδαχές του δασκάλου του Ζουκόφσκι για την εμφύσηση ανθρωπιστικών αισθημάτων-, ο Αλέξανδρος δεν ανέπτυξε φιλελεύθερες απόψεις πριν την ενθρόνισή του. Αλλά μόλις ανήλθε στην εξουσία, ήξερε ότι η κατάσταση ήταν τόσο σοβαρή που απαιτούσε άμεσες και ουσιαστικές αλλαγές.
Η αυτοκρατορία που παρέλαβε ο Αλέξανδρος μετά τον θάνατο του πατέρα του καλούσε για αλλαγή: ο θεσμός της δουλοπαροικίας ήταν πλέον παρωχημένος, αποτελούσε τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη και εμπόδιο για την κοινωνική σταθερότητα λόγω των διαρκών εξεγέρσεων. Η δικαιοσύνη ήταν απροκάλυπτα ταγμένη στο πλευρό των ευγενών, ενώ ο ρωσικός στρατός μαστιζόμενος από ελλείψεις σε οργάνωση, εκπαίδευση και οπλισμό, είχε μόλις υποστεί μια ταπεινωτική ήττα από τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Οθωμανική αυτοκρατορία στον Κριμαϊκό Πόλεμο.
Η πρώτη δουλειά του Αλεξάνδρου ήταν να τερματίσει και τυπικά τον Κριμαϊκό Πόλεμο το 1855 και να κλείσει έτσι το εξωτερικό μέτωπο, προκειμένου να αφοσιωθεί στα εσωτερικά προβλήματα. Το 1860 ίδρυσε Υπουργείο Οικονομικών και Εθνική Τράπεζα, ενώ απελευθέρωσε τους δουλοπάροικους το 1861 και τους έδωσε τη δυνατότητα να αγοράζουν τη γη τους. Παράλληλα, περιόρισε ως έναν βαθμό την απόλυτη εξουσία των γαιοκτημόνων από το 1864, μέσω τοπικών συνεδρίων, των επιλεγόμενων «ζίμστβο», τα οποία συνέβαλαν σημαντικά στην παροχή εκτεταμένης εκπαίδευσης και ιατρικής περίθαλψης στις περιφέρειές τους μέχρι τη διάλυσή τους το 1917.
Την ίδια χρονιά ο Αλέξανδρος με τη συνεργασία του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης Ντιμίτρι Ζιμιατνίν και του βοηθού του τελευταίου Σεργκέι Ζαρούντνι προέβη σε ακόμα μια σημαντική μεταρρύθμιση: το δικαστικό σύστημα απέκτησε μια πιο φιλελεύθερη μορφή, οι δικαστικοί έγιναν ένα ανεξάρτητο τμήμα της κυβέρνησης και ουσιαστικά δημιουργήθηκε η τάξη των δικηγόρων. Βασικό μοντέλο ήταν η γαλλική δικαιοσύνη, αλλά οι τρεις άνδρες μπόρεσαν να την προσαρμόσουν γόνιμα στις ρωσικές συνθήκες και ανάγκες. Σχεδόν εν μία νυκτί η ρωσική δικαιοσύνη έγινε μια από τις καλύτερες στον «πολιτισμένο κόσμο», αν και η αστυνομία διατήρησε την ισχύ που είχε στα χρόνια του Νικολάου Α’.
Στο ζήτημα της πολυεθνικότητας, ο Αλέξανδρος τήρησε μια αμφιλεγόμενη στάση. Οι Πολωνοί και οι Ουκρανοί έγιναν στόχοι μιας έντονης προσπάθειας εκρωσισμού, όταν προσπάθειες παραχώρησης μορφών ελευθερίας το 1862 οδήγησαν στη μεγάλη εθνικιστική εξέγερση των Πολωνών τον Ιανουάριο του 1863. Αντίθετα, οι Φινλανδοί αντιμετωπίστηκαν με σεβασμό και απέκτησαν Σύνταγμα το 1867.
Ο στρατός, επίσης, υπήρξε αντικείμενο αλλαγών. Ο τότε Υπουργός Πολέμου, Ντιμίτρι Μιλιούτιν, στράφηκε στον πρωσικό στρατό -που την ίδια περίοδο νικούσε τους στρατούς της Δανίας, της Αυστροουγγαρίας και της Γαλλίας- για έμπνευση. Η μέχρι τότε εικοσιπενταετής στρατιωτική θητεία καταργήθηκε και στη θέση της τέθηκε σε ισχύ μια εξαετής, ενώ η στράτευση αφορούσε πλέον όλους τους Ρώσους και όχι μόνο τους δουλοπάροικους. Ακόμα, έγιναν απόπειρες ποιοτικής βελτίωσης των αξιωματικών, ιδρύθηκαν στρατιωτικά σχολεία και εισήχθη η στοιχειώδης εκπαίδευση για τους στρατιώτες. Ο Μέγας Δούξ Κωνσταντίνος εισήγαγε παρόμοιες μεταρρυθμίσεις και για το ναυτικό. Με αυτές τις αλλαγές, ο διαμορφωμένος ρωσικός στρατός κατάφερε να ξεπλύνει τη ντροπή της ήττας στον Κριμαϊκό Πόλεμο, νικώντας ολοκληρωτικά τον οθωμανικό στρατό στον Ρωσο-τουρκικό Πόλεμο του 1877-1878 και να επεκτείνει την αυτοκρατορία στην κεντρική Ασία. Αυτές οι προσαρτήσεις θα αποδειχθούν σημαντικές για τη Ρωσία, γιατί οι κάτοικοι των περιοχών αυτών θα αποτελούσαν καλούς αγοραστές για τα ρωσικά βιομηχανικά προϊόντα, όταν αυτά δε θα ήταν ανταγωνιστικά στη Δύση, όπως και σημαντικούς προμηθευτές πρώτων υλών. Η ρωσική εκβιομηχάνιση ξεκίνησε μόλις το 1880. Ακόμα και το 1914 η Ρωσία παρέμενε μια βιομηχανοποιούμενη και όχι μια βιομηχανική δύναμη. Συνεπώς, τέθηκε έτσι σε ισχύ ένα ρωσικό μοντέλο του αποικισμού, παρ’ όλο που δεν υπήρξαν αλλαγές στην τοπική οικονομία, κοινωνία και πολιτισμό.
Βιβλιογραφία
- Riasanovsky. A history of Russia: σελίδες 408-432
- David Warnes: Chronic of the Russian Tsars: σελίδες 177-187
- E.M. Burns: Ευρωπαϊκή ιστορία Ο δυτικός πολιτισμός: Νεώτεροι χρόνοι: σελίδες 773-774