Του Βασίλειου-Πέτρου Αγροκώστα,
O Peter Lindbergh πέθανε στις 3 Σεπτεμβρίου 2019 αφήνοντας ένα μεγάλο κενό στη φωτογραφία μόδας και στον καλλιτεχνικό κόσμο γενικότερα, καθώς έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους πιο ταλαντούχους σύγχρονους φωτογράφους.
Γεννήθηκε το 1944 στο Lezno της Πολωνίας περνώντας τα παιδικά του χρόνια στο Ντούισμπουργκ της Γερμανίας. Δούλεψε ως διακοσμητής των παραθύρων ενός τοπικού μαγαζιού και εγγράφηκε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Βερολίνου τη δεκαετία του 1960, ενώ αργότερα σπούδασε ζωγραφική στο Κολέγιο Τέχνης του Krefeld. To 1971 εγκαθίσταται στο Ντίσελντορφ και στρέφει την προσοχή του στη φωτογραφία δουλεύοντας για δύο χρόνια ως βοηθός του Hans Lux, πριν ανοίξει το δικό του στούντιο. Όταν αρχίζει να γίνεται αναγνωρίσιμη η δουλειά του, τον προσεγγίζει το περιοδικό Stern, όπου και συνεργάζεται με τους καταξιωμένους φωτογράφους Helmut Newton, Guy Bourdin και Hans Feurer.
Με τον έργο του επαναπροσδιόρισε τα στάνταρ της ομορφιάς. Ξεχωρίζει για την ανθρωπιστική του προσέγγιση και τον ιδεαλισμό που επιδεικνύει απέναντι στις γυναίκες μοντέλα. Αποφεύγοντας το ρετούς, το υπερβολικό μακιγιάζ και μη δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στα ρούχα των γυναικών που φωτογραφίζει, χρησιμοποιεί την εκλεπτυσμένη τεχνική του ασπρόμαυρου με υψηλό κοντράστ και την κίνηση του σώματος (τον μοντέρνο χορό) για να αναδείξει την ανθρώπινη σιλουέτα με στοιχεία της αρχαιότητας αλλά και της σύγχρονης εποχής. Ο ίδιος έχει δηλώσει χαρακτηριστικά πως «η ευθύνη των σημερινών φωτογράφων είναι να ελευθερώσουν τις γυναίκες και τελικά των καθέναν ξεχωριστά από τον τρόμο της νεότητας και της τελειότητας».
Το 1988 ο Lindbergh κερδίζει τον παγκόσμιο θαυμασμό καθώς φωτογραφίζει μια νέα γενιά αναδυόμενων μοντέλων ντυμένων μόνο με λευκά ρούχα. Ένα χρόνο αργότερα φωτογραφίζει για πρώτη φορά τις Linda Evangelista, Naomi Campbell, Cindy Crawford, Christy Turlington και Tatjana Patitz (νεαρά μοντέλα τότε) για το θρυλικό τεύχος της βρετανικής Vogue. Η συνεργασία του με τα περιοδικά The New Yorker, Vogue, Interview, Rolling Stone, Vanity Fair, Wall Street Journal και Harper’s Bazaar από το 1970 και μετά είναι ένα δείγμα της αξίας και της καθολικής αναγνώρισης που χαίρει το καλλιτεχνικό του έργο. Είναι ο μοναδικός φωτογράφος που έχει επιμεληθεί την έκδοση του ημερολογίου της Pirelli πάνω από δύο φορές (τρεις, τις χρονιές 1996, 2002 και 2016).
Μέρη της δουλειάς του εκτίθενται σε γκαλερί και σε μόνιμες συλλογές μουσείων τέχνης, με σημαντικότερα τα Victoria and Albert Museum (Λονδίνο), Metropolitan Museum of Art (Νέα Υόρκη), Pushkin Museum of Fine Arts (Μόσχα) και Bunkamura Museum of Fine Arts (Τόκυο). Έχει κερδίσει επτά διεθνή βραβεία για τη δουλειά του και έχει επιμεληθεί τα ντοκιμαντέρ Inner Voices (Βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ στο Διεθνές Φεστιβάλ Φιλμ του Τορόντο) και το Everywhere at once (που προβλήθηκε στα Φεστιβάλ των Καννών και της Τριμπέκα).
Γεννήθηκε στο Βόλο το 1999 και ήρθε στην Αθήνα το 2017 για τις προπτυχιακές του σπουδές στο Τμήμα Φυσικής του ΕΚΠΑ, τις οποίες και συνεχίζει μέχρι σήμερα. Είναι κάτοχος πτυχίου Proficency στα αγγλικά και Β2 στα γερμανικά. Ασχολείται ερασιτεχνικά με τον αθλητισμό και τη φωτογραφία και του αρέσουν πολύ τα ταξίδια, το θέατρο και οι συναυλίες. Επιπλέον, το 2016 συμμετείχε με το λύκειο σε ένα συνέδριο για τα δικαιώματα του παιδιού στην Τεργέστη της Ιταλίας.