Της Γεωργίας Παγιαβλά,
Ο κορωνοϊός έχει επεκταθεί σε όλες τις ηπείρους, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί πανδημία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, θέτοντας σε κατάσταση συναγερμού όλο το πλανήτη. Οι οικονομικές επιπτώσεις για τις χώρες που χτυπήθηκαν από τον ιό θα είναι μεγάλες, ενώ οι ανισότητες φαίνεται ότι δρουν ως πολλαπλασιαστής για την διάδοση του ιού και την θνησιμότητά του. Για παράδειγμα, σε χώρες όπου δεν υπάρχει ισότιμη πρόσβαση στο σύστημα υγείας η περίθαλψη καθίσταται πολύ ακριβή για τα κατώτερα οικονομικά στρώματα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ακολουθήσουν τις ιατρικές οδηγίες και να θέτουν σε κίνδυνο τους εαυτούς τους, αλλά και την κοινωνία, μεταδίδοντας τον ιό.
Ακόμα, η απουσία ισχυρών συνδικαλιστικών οργανώσεων και η απελευθερωμένη αγορά εργασίας αυξάνει την εργασιακή ανισότητα, καθώς οι εργαζόμενοι, έχοντας το φόβο ότι θα χάσουν την δουλειά τους, δεν παραμένουν σπίτι, παρόλο που εμφανίζουν συμπτώματα και τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας στις ΗΠΑ κατά την πανδημία του H1N1 το 2009, πιθανόν να συνδέονται με τους παραπάνω λόγους. Ακόμα και στη περίπτωση της Ισπανικής Γρίπης, τα ποσοστά θνησιμότητας διέφεραν δραματικά ανάμεσα στις πλούσιες και φτωχές χώρες, αλλά και ανάμεσα στις πλούσιες και φτωχές πόλεις, υποδεικνύοντας το μεγάλο βαθμό οικονομικοκοινωνικής ανισότητας των πανδημιών (Murray, 2006).
Οι δύο παράγοντες, που σχετίζονται θετικά με την θνησιμότητα του κορωνοϊού, είναι η προχωρημένη ηλικία και κακή κατάσταση υγείας, όμως υπάρχει και ένας τρίτος παράγοντας που είναι η χαμηλή κοινωνικοοικονομική κατάσταση (Fisher & Bubola, 2020). Η βιβλιογραφία έχει δείξει ότι το χαμηλό εισόδημα σχετίζεται με υψηλότερα ποσοστά χρόνιων προβλημάτων υγείας, όπως διαβήτης και καρδιακά προβλήματα. Πιο αναλυτικά, στην ΕΕ το 60% των ατόμων με το χαμηλότερο εισόδημα και το 78,3% των ατόμων με υψηλό εισόδημα αναφέρουν ότι βρίσκονται σε καλή υγεία, γεγονός που υποδηλώνει σημαντικές διακυμάνσεις που σχετίζονται με το επίπεδο οικονομικής κατάστασης (EC, 2018). Οι διαφορές στον τομέα της υγείας στο εσωτερικό της χώρας παρουσιάζουν επίσης μεγάλη διακύμανση, με χαρακτηριστικό παράδειγμα η Πορτογαλία, όπου λιγότερο από δύο στα πέντε άτομα με χαμηλό εισόδημα εκτιμούν την υγεία τους ως καλή (36,2%), ενώ αντίστοιχα το 60,5% των ατόμων με υψηλό εισόδημα την χαρακτηρίζουν ως καλή.
Επίσης, διαπιστώνεται ισχυρή αρνητική σχέση μεταξύ των καθημερινών δυσκολιών και των προβλημάτων κινητικότητας με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των ατόμων, με την εκπαίδευση να είναι ο βασικός παράγοντας που επηρεάζει την εμφάνιση και την ένταση των προβλημάτων. Στην Ελλάδα, η θέση των ηλικιωμένων είναι σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, παρόλο που δεν υπάρχει μεγάλη απόκλιση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στο προσδόκιμο επιβίωσης (Μπαγκάβος, 2012). Έτσι, αν και οι οργανισμοί υγείας υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι που είναι άνω των 70 ετών έχουν μεγαλύτερο ρίσκο θανάτου από τον κορωνοϊό, αν λάβουμε υπόψη την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, άτομα 55 ετών από τα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια παρουσιάζουν εξίσου υψηλό ρίσκο θανάτου.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι υπάρχουσες ανισότητες επηρεάζουν την εξάπλωση του κορωνοϊού, όμως υπάρχει έντονη η ανησυχία ότι θα τις αυξήσει ακόμα περισσότερο. Τα άτομα που δεν μπορούν να εργαστούν από το σπίτι, ανήκουν κυρίως στην εργατική τάξη και στους μικροεπιχειρηματίες, με αποτέλεσμα σε περίοδο καραντίνας να χάνουν εισοδήματα και άρα να δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν στο κόστος επιβίωσης. Χαρακτηριστικά στην Ιαπωνία, λόγω του κορωνοϊού, επλήγησαν οι εργαζόμενοι των χαμηλότερων επαγγελμάτων, ενώ οι εργαζόμενοι στα επαγγέλματα των «λευκών κολάρων» δεν φάνηκαν να επηρεάζονται. Με άλλα λόγια, η επιβολή καραντίνας θα επηρεάσει με άνισο τρόπο τους εργαζομένους, μεγεθύνοντας το κενό ανάμεσα στα ανώτερα και στα κατώτερα κοινωνικοοικονομικά κλιμάκια.
Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει έντονο πολιτικό ενδιαφέρον για τις έντονες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες που χαρακτηρίζουν την εποχή μας και η ανάγκη για μείωσή τους πηγάζουν από τη διαπίστωση ότι επηρεάζουν την οικονομική μεγέθυνση, τη βία, το επίπεδο εκπαίδευσης, τη συμμετοχή στα κοινά και το επίπεδο θνησιμότητας (EC, 2010). Η πανδημία που βιώνουμε σήμερα τονίσαμε ότι αναπαράγεται μέσα από την ανισότητα, αλλά και αναπαράγει τις ίδιες τις ανισότητες, με αποτέλεσμα να αφήσει αισθητά σημάδια στην οικονομία και στην κοινωνία.
Θα επικεντρωθώ στα συστήματα υγείας, τα οποία πρέπει να προετοιμαστούν για τον τρόπο που θα ανταποκριθούν σε αυτά που θα επακολουθήσουν, για παράδειγμα τον τρόπο που θα διαθέσουν τα εμβόλια. Η συζήτηση γύρω από την αποτελεσματικότητα του συστήματος υγείας εστιάζει κυρίως στις διαφορές δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη και όχι στην υγειονομική κατάσταση του πληθυσμού, η οποία συνδέεται στενά με την κοινωνικοοικονομική του κατάσταση.
Με άλλα λόγια, η υγεία έχει οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις, οι οποίες δεν πρέπει να παραμελούνται. Άρα, κατά την χάραξη πολιτικής, πέραν από την ιατρική κατάσταση, πρέπει να λαμβάνονται ταυτόχρονα υπόψη η κοινωνικοοικονομική κατάσταση του ατόμου, έτσι ώστε να περιοριστούν πιο αποτελεσματικά οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις μιας πανδημίας. Κάθε χώρα οφείλει να εντοπίσει τις κοινωνικοοικονομικές της ανισότητες, λαμβάνοντας υπόψη και την περιφερειακή διάστασή τους, έτσι ώστε το πρόγραμμα εμβολιασμού να είναι όχι μόνο οικονομικά αποτελεσματικό, αλλά και κοινωνικά δίκαιο.
Πηγές
- EC, 2010. Why socio-economic inequalities increase? Facts and policy responses in Europe. Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση στις 17/03/2020
- EC, 2018. Health at a glance: Europe 2018. Διαθέσιμο ηλεκτρονικά εδώ. Τελευταία πρόσβαση στις 17/03/2020
- Fisher & Bubola, 2016. As Coronavirus Deepens Inequality, Inequality Worsens Its Spread. Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση στις 17/03/2020
- Μπάγκαβος Χ., 2012. Η κατάσταση υγείας του πληθυσμού στην Ελλάδα: Προσδόκιμο επιβίωσης και προσδόκιμο υγείας. Μελέτες αρ. 20. Αθήνα: ΙΝΕ-ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ.
- Murray et al., 2006. Estimation of potential global pandemic influenza mortality on the basis of vital registry data from the 1918-20 pandemic: a quantitative analysis.