Της Νίκης Μαχαιρίδου,
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η εδραίωση της επικοινωνίας υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του ανθρώπου τον 20ο αιώνα. Η ταχύτατη και συνεχής διάδοση ειδήσεων σε πραγματικό χρόνο από κάθε γωνιά του κόσμου δημιούργησε νέους ορίζοντες και προοπτικές στον τομέα της πληροφόρησης. Ωστόσο, στις μέρες μας η επικοινωνία και η ενημέρωση δέχονται πλήγματα από τακτικές οι οποίες τις υπονομεύουν. Η προπαγάνδα, η παραπληροφόρηση και οι ψευδείς ειδήσεις δεν αποτελούν νέα φαινόμενα.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όμως, έχουν προσδώσει σε αυτά μια νέα δυναμική. Ο καθημερινός βομβαρδισμός του ανθρώπου με αποσπασματικές πληροφορίες, οι οποίες συχνά μεταδίδονται χωρίς να έχουν διασταυρωθεί και ελεγχθεί για την αξιοπιστία και την εγκυρότητά τους, λόγω του υψηλού ανταγωνισμού και της ταχύτατης μετάδοσης των ειδήσεων, διαμορφώνουν το φαινόμενο της υπερπληροφόρησης, το οποίο δεν επιτρέπει στον τηλεθεατή ή στον αναγνώστη να διαμορφώσει μια ολοκληρωμένη άποψη για την εκάστοτε επικαιρότητα.
Στην Ευρώπη το φαινόμενο της παραπληροφόρησης εντάθηκε με την προσφυγική κρίση, με τα fake news να κάνουν συνεχώς την εμφάνιση τους στις οθόνες της τηλεόρασης ή του υπολογιστή μας, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τις όποιες μισαλλοδοξίες και προκαταλήψεις. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Ευρωβαρόμετρου το 80% των Ευρωπαίων πολιτών δήλωσε ότι συναντά ψευδείς ειδήσεις σχεδόν καθημερινά, ενώ το εντυπωσιακό ποσοστό του 85% θεωρεί ότι η παραπληροφόρηση αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τη δημοκρατία.
Η είσοδος του διαδικτύου στο τομέα της ενημέρωσης έχει καταργήσει σε μεγάλο βαθμό τις διαδικασίες ελέγχου της είδησης, καθώς υφίσταται μια ανεξέλεγκτη δημοσίευση και αναδημοσίευση ειδήσεων που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα. Η εξέλιξη αυτή, όπως είναι εύλογο, δυσχεραίνει και παρεμποδίζει το έργο των δημοσιογράφων και παράλληλα θέτει τους πολίτες έρμαια των ψευδών ειδήσεων κάθε «δημοσιογραφικού» οργανισμού. Όλα αυτά δημιουργούν ένα ζοφερό σκηνικό που υπονομεύει τους δημοκρατικούς θεσμούς και εκμαυλίζει τα ήθη, διότι ο λαός παραπλανάται και χειραγωγείται από τα μέσα με αποτέλεσμα να μην κρίνει και αξιολογεί σωστά όσα του διακηρύσσονται, μένοντας αμέτοχος στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις, χωρίς τη δυνατότητα να ασκήσει έλεγχο στην κρατική εξουσία. Η ύπαρξη των ψευδών ειδήσεων διαιωνίζει τα προβλήματα της κοινωνίας, καθώς η κοινή γνώμη είναι αποπροσανατολισμένη ή ασχολείται με δευτερεύοντα ζητήματα αγνοώντας τα αληθινά προβλήματα που την ταλανίζουν.
Για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής η Ευρωπαϊκή Ένωση θέσπισε ένα σχέδιο για την εξάλειψη και καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, μέσω της διεθνούς συνεργασίας των κοινωνιών, με σκοπό την υπεράσπιση της ποιοτικής και αντικειμενικής δημοσιογραφίας, με τις μεγαλύτερες ηλεκτρονικές πλατφόρμες, όπως η Google και η Microsoft, να δεσμεύονται στην τήρηση του κώδικα δεοντολογίας της Ε.Ε σχετικά με την παραπληροφόρηση. Ωστόσο, το κλειδί για να πάψει να υφίσταται το φαινόμενο της παραπληροφόρησης και της προπαγάνδας των media που υποσκάπτουν την σύγχρονη ενημέρωση είναι η εκπαίδευση. Το άτομο ως πομπός οφείλει να είναι αντικειμενικός και να διατυπώνει τις πληροφορίες με σαφήνεια και αντικειμενικότητα, αποφεύγοντας τις υπερβολές και την δραματικότητα, έχοντας πάντα την συναίσθηση ευθύνης να παρουσιάζει τα γεγονότα δίχως να παραποιεί ή να αποκρύπτει στοιχεία.
Από την άλλη πλευρά, ευθύνη για την ορθή πληροφόρηση φέρει και ο δέκτης των πληροφοριών. Το άτομο δεν πρέπει να δέχεται παθητικά τις πληροφορίες που του δίνονται, αντίθετα, οφείλει να παρακολουθεί με προσοχή τις ειδήσεις και να διασταυρώνει τις πληροφορίες προκειμένου να σχηματίσει ακριβή εικόνα για τα συμβάντα. Η εξουδετέρωση αυτών των φαύλων τακτικών της ενημέρωσης αποτελεί πρόκληση, αλλά και αδήριτη ανάγκη για τη δημοκρατία μας, προκειμένου να αποφευχθεί η μετατροπή της σε σύγχρονη «μιντιοκρατία».