12 C
Athens
Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΡωσοϊαπωνικός Πόλεμος: Αλυσιδωτή αντίδραση (Μέρος Β')

Ρωσοϊαπωνικός Πόλεμος: Αλυσιδωτή αντίδραση (Μέρος Β’)


Του Χρήστου Αμανατίδη,

Οι Ιάπωνες αποφάσισαν να επιτεθούν πριν οι Ρώσοι τελειώσουν την κατασκευή του Υπερσιβηρικού και καταστήσουν δυνατή τη μαζική μεταφορά στρατευμάτων στην περιοχή, όπως και τον αποτελεσματικό ανεφοδιασμό τους.

Ο ιαπωνικός στόλος χτύπησε το Πορτ Άρθουρ αιφνιδιαστικά στις 8 Φεβρουαρίου του 1904 και απέκλεισε εκεί ό,τι απέμενε από τον Ρωσικό στόλο του Ειρηνικού. Μόνο μετά από αυτήν την επιτυχία, η Ιαπωνία κήρυξε επίσημα πόλεμο στη Ρωσία. Παράλληλα, ξεκίνησε να αποβιβάζει στρατεύματα στην Κορέα, τα οποία στη μάχη του Yalu ποταμού (30 Απριλίου-1 Μαΐου 1904) έτρεψαν σε φυγή τις ρωσικές δυνάμεις και τις ανάγκασαν να καταφύγουν στο Πορτ Άρθουρ, που έπεσε στις 2 Ιανουαρίου του 1905 μετά από πολιορκία 5 μηνών. Βλέποντας αυτές τις ανησυχητικές εξελίξεις, ο τσάρος Νικόλαος αποφάσισε να στείλει ενισχύσεις από το δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας, μέσω του ακόμα μισοτελειωμένου Υπερσιβηρικού και να χτυπήσει τον ιαπωνικό στόλο με τον στόλο της Βαλτικής, ο οποίος ξεκίνησε το ταξίδι του τον Οκτώβριο του 1904.

Το εγχείρημα του Ρώσου αντιναυάρχου Ζίνοβυ Πέτροβιτς Ροζέστβενσκι φάνταζε ακατόρθωτο: ο στόλος του οποίου τη διοίκηση ανέλαβε ήταν σχεδόν τελείως ανεκπαίδευτος και ο ιαπωνικός στόλος μετά τον θάνατο του Ρώσου αντιναυάρχου Στεπάν Οσίποβιτς Μακάροφ (ενός ιδιαίτερα ικανού αξιωματικού) στις 13 Απριλίου του 1904 και την πτώση του Πορτ Άρθουρ, είχε απόλυτη ελευθερία κινήσεων στο θέατρο των επιχειρήσεων. Η έναρξη του ταξιδιού επιδεινώθηκε λόγω αυτής της απειρίας, όταν ο στόλος της Βαλτικής άνοιξε πυρ στη Βόρεια θάλασσα εναντίον Βρετανικών αλιευτικών, μπερδεύοντάς τα με ιαπωνικά πολεμικά. Το επεισόδιο προκάλεσε την οργή της Βρετανίας που εμπόδισε τον ρωσικό στόλο να χρησιμοποιήσει τη Διώρυγα του Σουέζ και «διέταξε» την Ισπανία και την Πορτογαλία να μην επιτρέψουν τον εφοδιασμό του στις κτήσεις τους.

Έτσι, ο στόλος της Βαλτικής έκανε ένα από τα μακρύτερα ταξίδια στη ναυτική ιστορία: διέσχισε μέσα σε 9 μήνες σχεδόν 20.000 ναυτικά μίλια μέχρι να φτάσει στα νερά της Άπω Ανατολής στις αρχές Μαΐου του 1905, όπου κατατροπώθηκε από τον στόλο του Ιάπωνα αντιναυάρχου Τόγκο Χεϊχασίρο. Λίγους μήνες πριν τη ναυμαχία της Τσουσίμα, ο ιαπωνικός στρατός νίκησε -αν και με βαριές απώλειες- τον ρωσικό στη μάχη του Μούκντεν (20 Φεβρουαρίου-10 Μαρτίου 1905).

Ο πόλεμος τερματίστηκε έπειτα από παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου Θίοντορ Ρούσβελτ με τη Συνθήκη του Πόρτσμουθ στις 5 Σεπτεμβρίου του 1905. Η Ρωσία παραχωρούσε στην Ιαπωνία το νότιο τμήμα της Σαχαλίνης νήσου, τη Χερσόνησο Λιαοντόγκ μαζί με το Πορτ Άρθουρ και τον σιδηρόδρομο της νότιας Ματζουρίας, ενώ αναγνώριζε και την ιαπωνική κυριαρχία στην Κορέα (την οποία η Ιαπωνία προσάρτησε το 1910).

Και οι δύο πλευρές επωφελήθηκαν από αυτόν τον διακανονισμό: η Ιαπωνία, παρά το αήττητο που είχε στο πεδίο της μάχης, δεν είχε καταφέρει να καταστρέψει το κύριο τμήμα του ρωσικού στρατού και είχε εξαντλήσει τα οικονομικά της. Δεν ξέρουμε την εξέλιξη που θα είχαν οι επιχειρήσεις αν η Ρωσία είχε κινητοποιήσει το σύνολο των δυνάμεών της. Αντίστοιχα, η Ρωσία χάρη στις διαπραγματεύσεις που έθεσε ο Σεργκέι Βίττε, μπόρεσε να περιορίσει τις απώλειές της. Έτσι, ο τσάρος κατάφερε να φέρει πίσω στην Αγία Πετρούπολη τον στρατό και να καταπνίξει την επανάσταση του 1905, η οποία ξέσπασε με αφορμή τις απανωτές ρωσικές ήττες.

Ο Ρωσοϊαπωνικός πόλεμος άφησε το στίγμα του και στις δύο χώρες: η τσαρική Ρωσία εξοβελίστηκε από το σύστημα των μεγάλων δυνάμεων, γεγονός που εξώθησε τη Βρετανία να εγκαταλείψει την απομόνωσή της και να συμμαχήσει μαζί της και με τη Γαλλία, προκειμένου να περιορίσει τις ηγεμονικές επιδιώξεις της Γερμανίας. Ο Νικόλαος προβλήθηκε ως ένας ανεπαρκής ηγέτης και αυτό έδωσε τόσο στους εσωτερικούς, όσο και τους εξωτερικούς εχθρούς του τη σιγουριά της επιτυχίας σε μια σύγκρουση μαζί του. Συνέπειες αυτής της πορείας γεγονότων ήταν τόσο η έκδοση του Οκτωβριανού Μανιφέστου, όσο και η ταπείνωση της Ρωσίας το 1908 με την αυστριακή προσάρτηση της Βοσνίας και της Ερζεγοβίνης και εν τέλει στην παραίτηση του τσάρου στη διάρκεια της Φεβρουαρινής Επανάστασης του 1917.

Αντίθετα, η νίκη της Ιαπωνίας την κατέταξε στις μεγάλες δυνάμεις της εποχής και δικαίωσε το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού με τις όποιες θυσίες αυτό απαιτούσε. Από την άλλη όμως, ο ιαπωνικός λαός θεώρησε πως τα κέρδη που εξασφαλίστηκαν ήταν πενιχρά και αυτό άνοιξε την όρεξη της Ιαπωνίας για ακόμα μεγαλύτερες κατακτήσεις. Μια όρεξη η οποία για να κοπεί χρειάστηκε την ήττα σε έναν παγκόσμιο πόλεμο.


Βιβλιογραφία

  • Riasanovsky: A history of Russia σελίδες 444-447
  • Woodrow Wilson Center series: Imperial Russian Foreign Policy σελίδες 252-263
  • David Warnes: Chronicle of the Russian Tsars σελίδες 185-186, 195, 201-202
  • E.M. Burns: Ευρωπαϊκή Ιστορία. Ο δυτικός πολιτισμός: Νεότεροι χρόνοι σελίδες 778-789
  • John E. Mearsheimer: Η τραγωδία της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων σελίδες 356-366 και 591-592
  • Θα ήθελα να αποδώσω ιδιαίτερες ευχαριστίες στον καθηγητή Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Αθανάσιο Σφήκα, για τις πληροφορίες που άντλησα από τις διαλέξεις που έδωσε στις 9 Οκτωβρίου του 2019 με θέμα την εξασθένιση και την πτώση του τσαρικού καθεστώτος και την άνοδο των Μπολσεβίκων στο πλαίσιο του μαθήματος-ειδίκευσης στον 20ο αιώνα της Ευρωπαϊκής Ιστορίας.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρήστος Αμανατίδης
Χρήστος Αμανατίδης
Γεννημένος το 1999 και μόνιμος κάτοικος Θεσσαλονίκης, είναι απόφοιτος Γενικού Λυκείου και φοιτητής Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης από τον Οκτώβριο του 2017. Ασχολείται με τον εθελοντισμό, συμμετέχει σε επιμορφωτικά σεμινάρια, ενώ σε μικρότερη ηλικία είχε κάνει και μαθήματα σε θεατρική ομάδα. Ενδιαφέρεται σε μεγάλο βαθμό για την σύγχρονη ιστορία και τη ζωολογία.