Του Γιώργου Ναθαναήλ,
Μετά το 1025, έτος θανάτου του Βασιλείου Β’ του Μακεδόνα, το Βυζάντιο περιέρχεται σε μια περίοδο σταδιακού μετασχηματισμού. Ο μετασχηματισμός αυτός θα οδηγήσει βαθμιαία στην παρακμή της αυτοκρατορίας, αφού το Βυζάντιο θα φανεί κατώτερο των περιστάσεων που διαμορφώθηκαν γύρω από τα σύνορά του. Οι Βυζαντινοί αρκέστηκαν στην ειρήνη που τους κληροδότησε ο Βασίλειος Β’ και προτίμησαν να πληρώνουν τους εχθρούς τους, ώστε να μην επιτίθενται στην αυτοκρατορία. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις οικονομικές απαιτήσεις, ακολούθησε μια οικονομική πολιτική που την έθεσε εντός ενός φαύλου κύκλου, ο οποίος σίγουρα δεν περιείχε την οικονομική άνθιση. Ταυτόχρονα, το Βυζάντιο αρχίζει να αποστρατικοποιείται αφού πλέον τα θέματα δεν παίζουν σημαντικό ρόλο κι αφού η αυτοκρατορία θέτει τον στρατό της σε δεύτερη μοίρα. Όμως, η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την άφιξη νέων εχθρών πέριξ των συνόρων της αυτοκρατορίας, οι οποίοι ήταν δεινοί πολεμιστές με νέες τεχνικές πολέμου και διψασμένοι για κατάκτηση.
Συνοπτικά, στα ανατολικά εμφανίζονται ως υπολογίσιμη δύναμη οι Σελτζούκοι καθώς και άλλα τουρκομανικά φύλα. Επίσης, το Βυζάντιο θα αντιμετωπίσει και τους Αρμενίους. Από τα Δυτικά οι Βυζαντινοί ήδη δίνουν σφοδρές μάχες με τους Νορμανδούς, οι οποίοι βρήκαν την ευκαιρία να φτιάξουν ένα βασίλειο στη νότια Ιταλία και τη Σικελία, μια μεγάλη απειλή για τα βαλκανικά βυζαντινά εδάφη.
Τα γεγονότα του 1071
Τον 11ο αιώνα «ξεσπά» ένας ανεπίσημος ανταγωνισμός ανάμεσα στη στρατιωτική και την πολιτική εξουσία. Στα χρόνια αυτά ο αυτοκράτορας ανήκει στην πρώτη μερίδα. Ο Ρωμανός Δ’ είχε ήδη εκστρατεύσει επιτυχώς εναντίον των Τούρκων και σκόπευε να το κάνει ξανά. Στο πεδίο της μάχης του Ματζικέρτ, ο Ρωμανός κατάφερε να διασπάσει τη συνοχή των Τούρκων, οι οποίοι υποχωρούσαν άτακτα. Ωστόσο, ο Ρωμανός δεν ήθελε να τους καταδιώξει για πολύ γιατί φοβόταν πως κάποιο τμήμα του αντίπαλου στρατού θα λεηλατούσε το στρατόπεδό του. Έτσι ξεκίνησε κι αυτός την υποχώρηση. Όμως, ο Ανδρόνικος Δούκας διέδωσε τη φήμη της ήττας και του θανάτου του αυτοκράτορα. Το αποτέλεσμα ήταν ο στρατός να αρχίσει να υποχωρεί άτακτα. Οι Τούρκοι βλέποντας τα τεκταινόμενα, επιτέθηκαν και κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν τον αυτοκράτορα. Η ήττα ήταν σημαντική για την πορεία των γεγονότων στα επόμενα χρόνια. Ο δρόμος ήταν ανοιχτός πλέον για τους Σελτζούκους να εισέλθουν στα αυτοκρατορικά εδάφη.
Από το 1071 έως και την άνοδο στον θρόνο του Αλεξίου Α’ Κομνηνού το 1081, το μεγαλύτερο τμήμα της Μικράς Ασίας είχε κατακτηθεί. Οι Σελτζούκοι που ήταν οι κύριοι εχθροί στη Μικρά Ασία, είχαν εγκατασταθεί ως τη Νίκαια, πόλη πολύ σημαντική εντός της προκεχωρημένης ενδοχώρας της Κωνσταντινούπολης.
Οι σχέσεις με τους Σελτζούκους
Μετά το 1071, σημαντικό γεγονός είναι η συνθήκη ειρήνης του 1081, που όριζε ως σύνορο τον ποταμό Δράκοντα κι οι Σελτζούκοι είχαν ως κέντρο τη Νίκαια. Η ειρήνη συνέφερε και τους δύο αφού οι Βυζαντινοί έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους Νορμανδούς κι οι Σελτζούκοι τους υπόλοιπους Τουρκομάνους, κυρίως τους Δανισμενδίτες. Οι Σελτζούκοι αναγνώρισαν τη βυζαντινή επικυριαρχία κι έστειλαν βοηθητικό στράτευμα στον αυτοκράτορα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1080, οι Σελτζούκοι αντιμετώπισαν ενδοδυναστικά προβλήματα, που έδωσαν την ευκαιρία στον Αλέξιο να τους αναγκάσει να υποχωρήσουν πίσω από τον Σαγγάριο με τη συνθήκη ειρήνης του 1093.
Το 1095 στη σύνοδο του Κλερμόν ο πάπας, Ουρβανός Β’, κήρυξε την Α’ Σταυροφορία με αντικειμενικό στόχο την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους μουσουλμάνους. Έτσι, αυτά τα στρατεύματα με ηγετικά πρόσωπα κάποιους αριστοκράτες, θα περνούσαν από τα βυζαντινά εδάφη για να φτάσουν στην περιοχή που ήθελαν να απελευθερώσουν. Φυσικά, τα κίνητρα για τους περισσότερους ήταν ο προσωπικός πλουτισμός κι όχι η άφεση των αμαρτιών τους. Αφού μετέβησαν από τη νότια Ιταλία στα Βαλκάνια, συνοδεύτηκαν από βυζαντινά στρατεύματα για να ελέγχονται κατά τη διάρκεια της διαδρομής, ώστε να μην προβούν σε λεηλασίες του ντόπιου πληθυσμού. Στα τέλη του ίδιου έτους ή την άνοιξη του 1097 οι Σταυροφόροι αντικρίζουν τα τείχη της Πόλης. Ο Αλέξιος έρχεται σε επαφές μαζί τους για να λάβει απ’ αυτούς όρκο πίστης, καθώς και την υπόσχεση ότι θα απέδιδαν στην αυτοκρατορική κυριότητα όλα τα εδάφη που θα καταλάμβαναν. Από την άλλη, ο Αλέξιος έπρεπε να φροντίσει για την επιμελητεία της εκστρατείας, να συνδράμει με στράτευμα και να τους μεταβιβάσει από τη Δύση στην Ανατολή.
Οι επιτυχίες είναι συνεχείς: το 1097 καταλαμβάνεται η Νίκαια κι οι Σελτζούκοι εγκαθίστανται πλέον στο Ικόνιο. Οι Βυζαντινοί δεν επέτρεψαν στους Δυτικούς να λάβουν λάφυρα κι έτσι ξεκινά η ρήξη μεταξύ των δύο πλευρών. Το 1098 κατακτήθηκε μετά από σφοδρή πολιορκία η Αντιόχεια, αλλά οι Σελτζούκοι δεν παραιτήθηκαν αμέσως και συνέχισαν να βάλλουν τους Σταυροφόρους. Οι τελευταίοι περίμεναν τη βοήθεια των Βυζαντινών, η οποία δεν ήρθε ποτέ κι έτσι προχώρησαν στην ίδρυση του πρώτου σταυροφορικού κράτους στην Ανατολή, την ηγεμονία της Αντιόχειας. Το 1099 θα πέσουν και τα Ιεροσόλυμα και θα ιδρυθεί ένα ακόμη σταυροφορικό κράτος.
Ο Αλέξιος, με τη βοήθεια των Σταυροφόρων, κατάφερε να ανακτήσει σημαντικές θέσεις στη Μικρά Ασία κι έτσι έθεσε σε δεινή θέση τους Σελτζούκους.
Βιβλιογραφία
- Ιστορία του Βυζαντίου, Oxford University, Συλλογικός τόμος
- Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό κράτος
- Λαμπάκης Στέλιος, Η βυζαντινή Μικρά Ασία (6ος-12ος αιώνας)
- Σαββίδης Αλέξιος, Το Βυζάντιο και οι Σελτζούκοι Τούρκοι τον ενδέκατο αιώνα
- Jonathan Harris, Byzantium and the crusades