17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΗ ελληνική πραγματικότητα γύρω από το περιβάλλον

Η ελληνική πραγματικότητα γύρω από το περιβάλλον


Του Παναγιώτη Δωρή,

Κάθε πολίτης που αγωνίζεται στην Ελλάδα για το περιβάλλον, έρχεται αργά ή γρήγορα αντιμέτωπος με μια διαδεδομένη μοιρολατρική άποψη: ότι δήθεν η προστασία του περιβάλλοντος έρχεται σε αδήριτη σύγκρουση με την οικονομική ανάπτυξη. Ακόμη και από ανθρώπους ευαισθητοποιημένους και δραστήριους για τα κοινά έχουμε ακούσει να διατυπώνουν την άποψη ότι δυστυχώς, η σύγκρουση αυτή αποτελεί άλυτο δίλημμα και αναπόφευκτα θα επιφέρει καταστροφή για το περιβάλλον και για την ανθρώπινη κοινωνία.

Αποτέλεσμα μιας τέτοιας νοοτροπίας είναι πολλοί να απογοητεύονται και να στρέφονται σε προσωπικές λύσεις, ενώ άλλοι να οδηγούνται σε ακραία  συμπεράσματα όπως ότι δεν υπάρχει καμιά λύση χωρίς ριζική ανατροπή του υφιστάμενου «συστήματος». Μόνο που τέτοια αλλαγή επί του παρόντος δεν φαίνεται να είναι και τόσο πιθανή, καθώς δεν υπάρχει και σαφής εικόνα του τι πρέπει να αλλάξει και προς ποια κατεύθυνση. Ξανά λοιπόν απογοήτευση.

Παρ’ όλα αυτά η οικονομική ανάπτυξη δεν ταυτίζεται κατ’ ανάγκη με την οικονομική μεγέθυνση, ούτε με τη σπατάλη φυσικών πόρων. Με άλλα λόγια, δεν υφίσταται θεμελιώδης σύγκρουση μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος. Για να γίνει κατανοητό ας παραθέσουμε το εξής παράδειγμα: ας πούμε ότι ανακαινίζεται το παλαιό κτίριο μιας δημόσιας υπηρεσίας, με χρήση υλικών που είναι φιλικά για το περιβάλλον και την υγεία, και με περιορισμό της ενεργειακής σπατάλης. Έτσι, κάποιοι άνθρωποι θα βγάλουν μεροκάματο (μάλιστα εξειδικευμένης εργασίας και όχι ανειδίκευτης), θα έχουμε επιτύχει οικονομία στα καύσιμα (και θα μειώσουμε τις εισαγωγές) και, τέλος, θα αποκτήσουμε ένα κτίριο πολύ πιο ευχάριστο και φιλικό για τους εργαζόμενους και τους πολίτες.

Ας πούμε τώρα ότι, με τα ίδια χρήματα, τσιμεντάρεται ένα πάρκο για να κατασκευαστεί ένα πάρκινγκ αυτοκινήτων. Σε αυτή την περίπτωση, ο εργολάβος και οι κάθε λογής «αρμόδιοι» θα το ευχαριστηθούν, ο υπουργός θα εγκαινιάσει το «νέο έργο», οι πολίτες θα χαρούν που μπορούν πλέον να πετάγονται ως το περίπτερο με το αυτοκίνητό τους. Όμως το τελικό αποτέλεσμα για τη χώρα θα είναι αρνητικό, όπως συμβαίνει κάθε φορά που ευνοούνται οι εισαγωγές αυτοκινήτων και καυσίμων, με τις αρπαχτές, η ανειδίκευτη και πρόχειρη δουλειά. Για να μη μιλήσουμε για τις συνακόλουθες παρενέργειες, το μποτιλιάρισμα, τα τροχαία και το νέφος.

Παρατηρούμε λοιπόν ότι, επενδύοντας το ίδιο χρηματικό ποσό και πετυχαίνοντας τον ίδιο βαθμό «ανάπτυξης» (έστω μετρώντας την με όρους ΑΕΠ) παίρνουμε δύο εκ διαμέτρου αντίθετα αποτελέσματα.

Καλό είναι να διευκρινίσουμε λοιπόν το εξής: Συγχέουμε συνήθως τους όρους οικονομική «μεγέθυνση» (growth) και οικονομική «ανάπτυξη» (development), καθώς στην γλώσσα μας μεταφράζονται αδιακρίτως ως «ανάπτυξη». Όμως δεν πρόκειται βέβαια για το ίδιο πράγμα. «Μεγέθυνση» σημαίνει εξάπλωση σε νέες αγορές, νέα προϊόντα, νέες πηγές πρώτων υλών, ενώ «ανάπτυξη» μπορεί κάλλιστα να σημαίνει λελογισμένη εκμετάλλευση ή ποιοτική αναβάθμιση των υφιστάμενων. Εκεί άλλωστε εδράζει και η χρήση του όρου «βιώσιμη ανάπτυξη».

Μπορεί να σκεφτεί κανείς αναρίθμητες περιπτώσεις όπου μια πολιτική βιώσιμης ανάπτυξης βελτιώνει μια οικονομία, ενώ αντίθετα η «άγρια» ανάπτυξη τη βαλτώνει. Η περίπτωση της Ελλάδα αποτελεί άλλωστε τρανή απόδειξη: όσο βελτιώνονται οι δείκτες, τόσο χειροτερεύει η οικονομική πραγματικότητα που ζούμε και βλέπουμε!

Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το έχουν αντιληφθεί αυτό από καιρό και ασκούν πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης, μειώνοντας συνεχώς το ποσοστό παραγωγής αποβλήτων ανά προϊόν, ανακυκλώνοντας, επενδύοντας στις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, προστατεύοντας όση άγρια φύση έχει απομείνει. Όχι μόνο δεν βλέπουν σύγκρουση ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά αντίθετα θεωρούν τη «βιώσιμη» ανάπτυξη ως την μόνη ελπίδα ώστε να υπάρχει οικονομική ευημερία στο μέλλον. Και όμως πρόκειται για χώρες που παράγουν τον πλούτο τους από τη βιομηχανία και όχι από τον τουρισμό, δηλαδή από τη φυσική και πολιτιστική τους κληρονομιά.

Τα γεγονότα αυτά μπορεί να είναι δύσκολο να γίνουν αποδεκτά. Ομοίως, οι καθιερωμένες δομές διακυβέρνησης, οι καταναλωτικές συνήθειες και προτιμήσεις μπορεί να είναι δύσκολο να αλλάξουν. Ωστόσο, παρά το μέγεθος του εγχειρήματος, είναι ακόμη δυνατό να οικοδομηθεί ένα βιώσιμο μέλλον. Αυτό προϋποθέτει την παύση τρεχουσών πρακτικών, για παράδειγμα τη μείωση των επιζήμιων επιδοτήσεων για το περιβάλλον και την σταδιακή κατάργηση των ρυπογόνων τεχνολογιών, υποστηρίζοντας παράλληλα τις βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις καθώς και τις κοινότητες που επηρεάζονται από την αλλαγή. Μια κυκλική οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα μπορεί να μειώσει τόσο τις απαιτήσεις ως προς τη χρήση του φυσικού μας κεφαλαίου όσο και την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Για να αλλάξουμε πορεία θα πρέπει να αλλάξουμε συνήθειες και συμπεριφορές, π.χ. τον τρόπο με τον οποίο κινούμαστε και την επιλογή του τι τρώμε. Οι γνώσεις για τον προσανατολισμό αυτής της μετάβασης προς τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα είναι διαθέσιμες. Υπάρχει επίσης αυξανόμενη δημόσια στήριξη για την αλλαγή. Τώρα πρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη και να επιταχύνουμε αυτή την αλλαγή.

Οι οικονομολόγοι, αλλά συχνά και οι πολιτικοί μας, έχουν συνηθίσει να βλέπουν τη φύση ως αστέρευτο προμηθευτή πόρων αλλά και χωματερή αποβλήτων. Θα πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουμε  πως η φύση παρέχει επιπρόσθετα ζωτικές υπηρεσίες ενώ είναι ο μεγαλύτερος σύμμαχος μας για την εξασφάλιση της ικανοποίησης των σημερινών και μελλοντικών ανθρώπινων αναγκών. Το συμπέρασμα αυτό δεν θα πρέπει πια να θεωρείται πως είναι αποκλειστικά προϊόν μιας οικολογικής προσέγγισης, αλλά πλέον αποτέλεσμα ενός τεράστιου αριθμού οικονομικών στοιχείων.


Παναγιώτης Δωρής

Έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στο Ναύπλιο. Σπουδάζει στη Νομική σχολή του Δ.Π.Θ. Όντας πολύ καλός γνώστης αγγλικών, έχει συμμετάσχει σε προσομοιώσεις και σε αρκετά επιστημονικά συνέδρια. Το ενδιαφέρον του κεντρίζεται γύρω από τα ζητήματα της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και την πολιτική ενεργοποίηση των νέων.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ραφαήλ-Νικόλαος Μπελενιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Ραφαήλ-Νικόλαος Μπελενιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1999. Είναι φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, με κατεύθυνση στην νεότερη και σύγχρονη ελληνική ιστορία.