Της Κατερίνας Σαμαρά,
Κατά την περίοδο της εμφάνισης των Ιμπρεσιονιστών καλλιτεχνών, την κυριαρχία στο κομμάτι της κριτικής του ποιο έργο τέχνης μπορεί να θεωρείται άξιο ή μη είχε η τότε Γαλλική Ακαδημία Καλών Τεχνών. Μέσα από αυτή πριν χρόνια αναπτύχθηκε και εκπροσωπήθηκε το ρεύμα του Ρομαντισμού στην τέχνη γενικότερα. Οι εκπρόσωποι της Ακαδημίας και οι υποστηρικτές της ήταν άτομα που θεωρούσαν έργα που απεικόνιζαν περισσότερο κομμάτια της ιστορίας, της θρησκείας του έθνους και των πολεμικών αναμετρήσεων. Σημαντικό ρόλο έπαιζαν μέχρι τότε και οι ζωγράφοι πορτρέτων, καθώς ήταν ο μόνος τρόπος απεικόνισης ενός ατόμου. Τα όρια του τι μπορούσε να θεωρηθεί τέχνη ήταν πολύ στενά και δεν άφηναν περιθώρια ελεύθερης έκφρασης για τον καλλιτέχνη. Εκείνοι που ασχολούνταν με την αποτύπωση τοπίων και νεκρής φύσης δεν λάμβαναν ιδιαίτερη εκτίμηση από την Ακαδημία. Η Ακαδημία διοργάνωνε εκθέσεις με απονομή βραβείων στους καλλιτέχνες αφού φυσικά τα έργα που θα εκθέτονταν θα είχαν περάσει από ανάλογη επιτροπή που θα ενέκρινε την καταλληλότητα των έργων και αν τηρούσαν τις απαραίτητες για την Ακαδημία προϋποθέσεις. Σε μία από αυτές τις επιτροπές το 1864 το έργο του Édouard Manet, “Γεύμα πάνω στην χλόη” κρίθηκε ως κατάλληλο καθώς απεικόνιζε, ένα γυμνό γυναικείο σώμα μέσα στα πλαίσια μιας καθημερινής εικόνας (το γυμνό γυναικείο σώμα ως αλληγορία ή ως απεικόνιση θεοτήτων, νυμφών κλπ. ήταν πλήρως αποδεκτό).
Η πρώτη έκθεση Ιμπρεσιονιστών έγινε το 1874 στο στούντιο του φωτογράφου Félix Nadar. Στην αφίσα δεν προσέδιδαν κάποιο συγκεκριμένο όνομα στο ρεύμα, αλλά αυτοχαρακτηρίζονταν ως ανώνυμοι καλλιτέχνες πάσης φύσεως (ζωγράφοι, γλύπτες, κλπ.). Στην έκθεση δεν ακολουθήθηκαν ιεραρχικά πρότυπα ούτε στάδια κριτικής και κρίσης καταλληλότητας των έργων. Το όνομα Ιμπρεσιονισμός, δε δόθηκε από τους ίδιους τους καλλιτέχνες στο ρεύμα. Ο κριτικός και ζωγράφος Louis Leory, χαρακτήρισε τον πίνακα του Claude Monet “Impression, Sunrise” με τον όρο impression ως βρισιά και ως κακό χαρακτηρισμό, υπό την έννοια ότι οι μορφές που σχηματίζονταν μέσα στους πίνακες ήταν απλές εντυπώσεις και τίποτα παραπάνω. Όμως οι ίδιοι οι καλλιτέχνες υιοθέτησαν τον όρο αυτό όχι ως μειονεκτικό χαρακτηρισμό, αλλά ως ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία του νέου είδους τέχνης που γεννούσαν. Γιατί όντως οι απεικονίσεις των ιμπρεσιονιστών δημιουργούν εντυπώσεις και όχι ξεκάθαρες, οριοθετημένες μορφές. Παρόλα αυτά μέσα από όλες αυτές τις εντυπώσεις ταυτόχρονα είναι και απόλυτα ξεκάθαρο το αντικείμενο του ενδιαφέροντος του καλλιτέχνη. Τα δέντρα, τα λιβάδια, οι άνθρωποι, η γη και ο ουρανός είναι ταυτόχρονα καθορισμένα και ακαθόριστα.
Μπορεί στον ιμπρεσιονισμό να μην καθοριζόταν από καμία ανώτατη αρχή τι ακριβώς είναι ιμπρεσιονισμός ή πώς ακριβώς πρέπει να είναι τα έργα, ωστόσο συναντάμε πολλές ομοιότητες ανάμεσα στα έργα αυτού του ρεύματος εκείνης της εποχής. Κύριοι εκπρόσωποι του ρεύματος του ιμπρεσιονισμού είναι οι Claude Monet, Pierre – Auguste Renoir, Edgar Degas, Francesco Filippini, Édouard Manet, Οι συγκεκριμένοι ζωγράφοι αντλούσαν έμπνευση από τις απλές καθημερινές απεικονίσεις της ζωής των ανθρώπων, όπως μία βόλτα στο πάρκο, ένα ηλιοβασίλεμα, μία γυναίκα στη φύση. Τα έργα πολλές φορές δημιουργούνταν επί τόπου στο σημείο ενδιαφέροντος του καλλιτέχνη και όχι σε ένα κλειστό περιορισμένο δωμάτιο. Η επαφή με τη φύση και το φως είναι το μεγαλύτερο κομμάτι ενδιαφέροντος των δημιουργών. Οι έντονες πινελιές και το ύφος ενός “μη ολοκληρωμένου” έργου οφείλεται στο γεγονός ότι εφόσον οι πίνακες αυτοί δημιουργούνταν σε εξωτερικό περιβάλλον με αντικείμενο την φύση, έπρεπε ο καλλιτέχνης να αποτυπώσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα την εικόνα αυτή στον καμβά. Για τον λόγο αυτό και οι καμβάδες αυτών των πινάκων είναι πολύ μικρότεροι σε σύγκριση με τους τότε επικρατέστερους, προκειμένου να είναι εύκολη η μεταφορά τους. Η απεικόνιση των γυναικείων μορφών έγινε πολύ πιο συχνή και κυρίαρχη στους πίνακες, μέσα από ένα πρίσμα ρεαλισμού ως προς τις πραγματικές ασχολίες τους εκείνη την εποχή. Τα χρώματα είναι ζωηρά, ζωντανά και φωτεινά. Η ζωή άλλαζε μέσα από την βιομηχανοποίηση των πόλεων και αυτό είχε ως ανάγκη και την αλλαγή των εικόνων.
Η άφιξη της φωτογραφίας βοήθησε ιδιαίτερα, καθώς έδωσε μια καινούρια προοπτική στην εικόνα και στο επίκεντρο αυτού που ο καλλιτέχνης θέλει να απαθανατίσει, αλλά και με ποιον τρόπο θα το πετύχει αυτό. Η εφεύρεση αυτή είχε ως αποτέλεσμα και την αλλαγή στον τρόπο πρόσληψης της ζωγραφικής ως μιας απλής απεικόνισης. Οι καλλιτέχνες ήταν πια ελεύθεροι να αφήσουν την φαντασία τους να οδηγήσει την πορεία τους στον καμβά. Βέβαια, μέσα στο βάθος του χρόνου οι καλλιτέχνες ανέπτυξαν ο καθένας τους διαφορετικό ύφος και στυλ.
Γεννήθηκε το 1995. Είναι απόφοιτη Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και έχει ασχοληθεί κυρίως με θέματα που αφορούν το φεμινισμό και το μεταναστευτικό. Έχει παρακολουθήσει ημερίδες και διαλέξεις που σχετίζονται με ποικίλα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Παράλληλα, αρθρογραφεί και ασχολείται με τα εικαστικά.