16.5 C
Athens
Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024

Time flies, can you catch it?


Της Ματίλντας Γεωργελέ, 

Είναι, άραγε, τέσσερα χρόνια αρκετός καιρός για να επιδείξει ένας νέος πρόεδρος ότι είναι ικανός να ελέγξει όλες τις πτυχές της διοικητικής, πολιτικής και κοινωνικής διάρθρωσης των ΗΠΑ και επομένως να εκλεγεί για δεύτερη συνεχόμενη θητεία; Στις περισσότερες περιπτώσεις ο χρόνος αυτός φάνηκε αρκετός και τα έργα που επέδειξαν οι πρόεδροι στο διάστημα αυτό, αποτέλεσαν το βήμα και εφαλτήριο για την επανεκλογή τους. Όμως, στον κανόνα δυστυχώς πάντοτε υπάρχει και η εξαίρεση, καθότι από την ίδρυση του Αμερικανικού κράτους και τους 45 προέδρους που έχουν θητεύσει από τότε, μόλις οι 11 ξεχώρισαν -ατυχώς- και δεν κατόρθωσαν να εκλεγούν για δεύτερη θητεία[1]. Οι παράγοντες αποτυχίας τους πολυδιάστατοι και διαφορετικοί και το κοινωνικοπολιτικό θηρίο που είχαν να αντιμετωπίσουν αδιαμφισβήτητα υπεράνω των δυνατοτήτων τους. Οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν αυτές των Ουίλιαμ Χάουαρντ Τάφτ (1909-1913), Χέρμπερτ Χούβερ (1929-1933), Τζέραλντ Φόρντ (1974-1977), Τζίμμυ Κάρτερ (1977-1981), Τζώρτζ Μπους ο πρεσβύτερος (1989-1993), καθώς και αυτή του Λίντον Τζόνσον, η οποία παρουσιάζει ορισμένα ιδιόμορφα στοιχεία.

Ο Ρεπουμπλικανός Ουίλιαμ Τάφτ ήταν ο 27ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο οποίος υπηρέτησε από το 1909 έως το 1913. Με τον ίδιο να ομολογεί πως απολάμβανε περισσότερο να υπηρετεί ως δικαστής παρά ως πρόεδρος, είναι γεγονός ότι δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να ανταγωνιστεί τον Ρούσβελτ σε επίπεδο αποτελεσματικότητας, καθότι ο δεύτερος θεωρήθηκε ένας από τους σπουδαιότερους προέδρους του 20ου αιώνα. Η φιλία του με τον Ρούσβελτ αδιαμφισβήτητα αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα στην εκλογή του· όμως αυτή η σχέση συρρικνώθηκε σημαντικά όταν ο ίδιος ο Τάφτ ήταν στην εξουσία, γεγονός που θεωρήθηκε ως ο θεμελιώδης παράγοντας της αποτυχίας του. Στην εκστρατεία που εξαπέλυσε το 1932 για την επανεκλογή του, απέτυχε σημαντικά καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση με ένα ποσοστό της τάξεως του 23%, με πολλούς να τον κατηγορούν για έλλειψη προοδευτικότητας. Πάντως το σίγουρο είναι ότι η ιστορική αυτή ήττα ήταν κατά κύριο λόγο συναρτώμενη με το διχασμένο Ρεπουμπλικανικό κόμμα που ο Τάφτ εκπροσωπούσε. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και η βιογραφία του από τον Λευκό Οίκο «Ο Τάφτ αποξένωσε πολλούς Φιλελεύθερους Ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι αργότερα δημιούργησαν το Προοδευτικό Κόμμα, υποστηρίζοντας την Πράξη Payne-Aldrich, η οποία απροσδόκητα συνέχισε τους υψηλούς δασμούς». Παράλληλα, αντέκρουσε περαιτέρω τους προοδευτικούς, επιδεικνύοντας ταυτόχρονα ιδιαίτερη αποτυχία στην εφαρμογή των συντηρητικών πολιτικών διατήρησης του Προέδρου Ρούσβελτ.

Επόμενος one term πρόεδρος ήταν ο Ρεπουμπλικανός Χέρμπερτ Χούβερ, ο οποίος υπηρέτησε μεταξύ του 1929 και του 1933 και αποτέλεσε τον 31ο πρόεδρο των ΗΠΑ. Η συγκυρία της θητείας του αδιαμφισβήτητα αποτέλεσε μια από τις δυσκολότερες και μελανότερες στιγμές της σύγχρονης πραγματικότητας με προεκτάσεις σε όλο το φάσμα της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας. Ο λόγος, φυσικά, για το Κραχ του 1929. Η συντριβή της χρηματιστηριακής αγοράς συνέβη δυστυχώς αμέσως μετά την είσοδο του Χούβερ στο Οβάλ Γραφείο και η θητεία του εκτυλίχθηκε εξ’ ολοκλήρου κατά την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης. Επομένως, είναι προφανές ότι με τις υπάρχουσες συνθήκες που επικρατούσαν, οι πιθανότητες επανεκλογής του Χούβερ ήταν ελάχιστες, αφού μάλιστα τέσσερα χρόνια αργότερα θεωρήθηκε και ο αποδιοπομπαίος τράγος του Κραχ. 

O Τζέραλντ Φόρντ αδιαμφισβήτητα είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς αποτελεί τον μοναδικό πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος ποτέ δεν επέλεξε να εκλεγεί σε υψηλό αξίωμα σε εθνική βάση. Ξεκίνησε ως βουλευτής (congressman) του Μίσιγκαν, ύστερα εκλήθη να αντικαταστήσει τον Σπύρο Άγκνιου ως αντιπρόεδρο και έπειτα διορίστηκε ως ο 38ος Πρόεδρος μετά την παραίτηση του Νίξον από τη θέση του, ύστερα από το σκάνδαλο Watergate. Το διάστημα της θητείας του μεταξύ του 1974 και του 1977 χαρακτηρίστηκε από τεράστιες δυσκολίες, όπως την ελάχιστη οικονομική ανάπτυξη, την έλλειψη ενέργειας, τον υψηλό πληθωρισμό, οι οποίες εν τέλει αποδείχθηκαν ανυπέρβλητες για τον Τζέραλντ Φόρντ. Έτσι, οι προαναφερθείσες συνθήκες σε συνδυασμό με τη συγχώρεση που παρείχε ο ίδιος στον Νίξον για το σκάνδαλο Watergate, απογοήτευσαν τον αμερικανικό λαό συντελώντας στην ήττα του στην εκστρατεία επανεκλογής το 1976.

Αντίστοιχα με τον Χέρμπερτ Χούβερ, η εκστρατεία επανεκλογής του Δημοκρατικού Τζίμμυ Κάρτερ το 1980 ήταν σε μεγάλο βαθμό καταδικασμένη λόγω της κατακρημνισμένης οικονομίας που επικρατούσε εκείνη την περίοδο σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια και τον συνεχώς αυξανόμενο πληθωρισμό. Βασική, όμως, αιτία της αποτυχίας επανεκλογής του το 1980 ήταν η αποτυχημένη προσπάθεια διάσωσης των Αμερικανών ομήρων από την πρεσβεία των ΗΠΑ στο Ιράν, γεγονός που τον κατέστησε αδύναμο και ανεπαρκή στην εξωτερική πολιτική και σημάδεψαν τη θητεία του μεταξύ του 1977 και του 1981. Παρά τις δύσκολες και μακροσκελείς διαπραγματεύσεις για τους ομήρους, το Ιράν τούς παρέδωσε μόνο αφού ο 39ος Πρόεδρος Κάρτερ είχε πλέον φύγει από το Οβάλ Γραφείο.

Ιδιάζουσα περίπτωση αποτελεί αυτή του Ρεπουμπλικανού Τζώρτζ Μπους του πρεσβύτερου, ο οποίος ως ο 41ος πρόεδρος των ΗΠΑ υπηρέτησε από το 1989 έως το 1993. Παρά την άνευ προηγουμένου δημοτικότητά του από τον στρατιωτικό και διπλωματικό θρίαμβο που σημείωσε κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Κόλπου με την εκδίωξη των ιρακινών στρατευμάτων από το Κουβέιτ, καθώς και κατά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο πρόεδρος Μπους δεν κατόρθωσε να υπερκεράσει τη δυσαρέσκεια του λαού από την παραπαίουσα οικονομία, την αυξανόμενη βία στις πόλεις και τις υψηλές ελλειμματικές δαπάνες. Έτσι, το 1992 ηττήθηκε από τον Δημοκρατικό Ουίλιαμ Κλίντον, μη κατορθώνοντας να θητεύσει για δεύτερη τετραετία.

Ιδιόμορφη περίπτωση αποτελεί αυτή του Λίντον Τζόνσον, ο οποίος αν και υπηρέτησε για έξι χρόνια από το 1963 έως και το 1969, δύναται να θεωρηθεί ως ένας one term πρόεδρος. Εξελέγη καταρχάς ως αντιπρόεδρος του προέδρου Τζον Φ. Κέννεντυ το 1960 και ύστερα από τη δολοφονία του δεύτερου, ανέλαβε τα ηνία των ΗΠΑ στις 22 Νοεμβρίου του 1963. Εξελέγη στην πρώτη του θητεία το 1964, καθιστώντας τον τον 36ο πρόεδρο των ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, κατόρθωσε να περάσει μια σειρά από προτάσεις της “Great Society”, όπως αποκάλεσε την ατζέντα του, που προώθησαν σαρωτικά κοινωνικά και εγχώρια προγράμματα. Παρ’ όλα τα προγράμματα αυτά, όμως, η κριτική προς το πρόσωπό του οξύνθηκε επικίνδυνα αναφορικά με τον χειρισμό του για τον πόλεμο του Βιετνάμ. Έτσι, στις 31 Μαρτίου του 1968, ο Λίντον Τζόνσον προέβη σε δυο σημαντικές ανακοινώσεις. Αφενός, την παύση των αμερικανικών βομβιστικών επιθέσεων στο Βόρειο Βιετνάμ και την πρόθεσή του να επιδιώξει τον τερματισμό του πολέμου με διαπραγματεύσεις και αφετέρου ότι δε θα κατέβει σε δεύτερη μάχη επανεκλογής.

Είναι έκδηλο, λοιπόν, ότι για τους Προέδρους που υπηρετούν σε περιόδους αναταραχής, όπου οι πολιτικές και διπλωματικές συνιστώσες εξασθενούν, οι οικονομικοί δείκτες κατακρημνίζονται και η ύφεση οξύνεται, η προσπάθεια επανεκλογής για μια δεύτερη θητεία μοιάζει περισσότερο με στόχο απροσπέλαστο και ουτοπικό, παρά με υλοποιήσιμο και εφικτό σχέδιο. Επομένως, είναι φανερό ότι ο χρόνος και οι περιστάσεις είναι αυτές που καθορίζουν την επιτυχία αλλά και την αποτυχία και τα τέσσερα χρόνια σίγουρα δεν είναι πάντοτε αρκετά. Το βασικότερο διακύβευμα είναι να κατορθώσει ο εκάστοτε πρόεδρος να συγκεράσει τις δυνατότητές του μαζί με τις εκάστοτε συνιστώσες και τον χρόνο που έχει στη διάθεσή του. Αυτά που έχει να επιδείξει, ώστε να επανεκλεγεί, είναι πολλά αλλά ο χρόνος ελάχιστος. So time flies, can you catch it?


[1] Oι Πρόεδροι οι οποίοι δεν κατόρθωσαν να εκλεγούν για δεύτερη φορά και υπηρέτησαν το αξίωμα μόνο για μια θητεία-τετραετία, χαρακτηρίζονται ως one term πρόεδροι.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ματίλντα (Σταματίνα) Γεωργελέ
Ματίλντα (Σταματίνα) Γεωργελέ
Είναι τριτοετής φοιτήτρια Διεθνών και Ευρωπακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Την παρούσα στιγμή βρίσκεται στο Παρίσι, όπου έχει επιλεγεί να φοιτήσει μέσω Εράσμους στο Πανεπιστήμιο Paris 1 Panthéon Sorbonne στο τμήμα του Διεθνούς Δικαίου. Tην περίοδο Σεπτεμβρίου-Δεκεμβρίου, βρισκόταν στις Βρυξέλλες οπου πραγματοποίησε πρακτική άσκηση στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην ΕΕ με αντικείμενο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Έχει συμμετάσχει σε πληθώρα σεμιναρίων και συνεδρίων Προσομοίωσης Ηνωμένων Εθνών όπως το HARVARD WORLD MUN στη Μαδρίτη, το FWWMUN (στη Νεα Υόρκη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ), καθώς και στο European Youth Debate υπό την αιγίδα του Πανεπιστήμιου Βοcconi στο Μιλάνο. Κατά την περσινή χρονία συμμετείχε ως βουλευτής στο 22 ΠΚΝ.Ομιλεί 4 γλώσσες, Ελληνικά, Αγγλικά, Γαλλικά σε επίπεδο μητρικής και Κινέζικα σε επίπεδο Lower. Είναι λάτρης της ιστιοπλοϊας καθώς και του χειμερινού σκι.