Του Οδυσσέα Γραμματικάκη,
Τι σχέση μπορεί να έχουν δύο σημαντικοί πολιτικοί φιλόσοφοι του 20ου και 21ου αιώνα με τις επικείμενες Αμερικανικές εκλογές;
Καμία, αλλά και μεγάλη.
Σήμερα θα επικεντρωθούμε στη ριζοσπαστικοποίηση της Αμερικανικής πολιτικής σκηνής και κοινωνίας, από τη ματιά των Σλάβοϊ Ζίζεκ και Μάικλ Ουόλζερ. Και οι δύο ανήκουν στην αριστερά. Ο Σλοβένος, Σλάβοϊ Ζίζεκ, δηλώνει ταγμένος στον κομμουνισμό και έχει αυτοχαρακτηριστεί ως «αριστερός ριζοσπάστης». Ο Αμερικάνος, Μάικλ Ουόλζερ, είναι αριστερός φιλελεύθερος, με τους όρους των ΗΠΑ όμως και όχι της Ευρώπης. Αντιτίθεται στην παγκοσμιοποίηση, αλλά όχι απόλυτα στον καπιταλισμό. Η αφορμή για το άρθρο αυτό, στάθηκε μια συνέντευξη του Ουόλζερ στην εφημερίδα La Repubblica, όπου δήλωσε με τον πιο σαφή τρόπο την απέχθειά του προς τον Τραμπ.
Κατά τον Ουόλζερ, ο Τραμπ επαναφέρει στην Αμερική το χειρότερο πρόσωπό της, νομιμοποιώντας το μίσος ακόμη και τη βία, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είναι εύκολο να ηττηθεί από τους υποψήφιους των Δημοκρατικών. Οι λόγοι είναι δύο. Αρχικά, η προσπάθεια καθαίρεσης του Τραμπ, η οποία αποδείχθηκε λάθος στρατηγική, από τη στιγμή που δεν υπήρχαν πρόθυμοι Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές (είναι γεγονός, άλλωστε, ότι ο Τραμπ έχει καταφέρει να ενώσει την κομματική βάση των Ρεπουμπλικανών) και κατά δεύτερον, η ριζοσπαστικοποίηση από τη μία πλευρά, αλλά και η μετριοπάθεια, από την άλλη, που χαρακτηρίζει τους Δημοκρατικούς.
Από τη μια, υπάρχουν υποψήφιοι, όπως ο Σάντερς και η Γουόρεν, που προσφέρουν ένα εναλλακτικό ριζοσπαστικό μοντέλο, με δημόσια καθολική υγεία, διαγραφή των φοιτητικών δανείων, αύξηση φορολογίας στους πλουσιότερους και στις πολυεθνικές, αλλά από την άλλη, υπάρχει και η “moderate” εναλλακτική στον Τραμπ, όπου κατά τον Ουόλζερ δεν πείθει, καθώς απλώς ενδιαφέρονται να νικήσουν τον Τραμπ, θεωρώντας έτσι ότι όλα τα προβλήματα της Αμερικής θα λυθούν.
Πάνω σε αυτό στέκεται και ο Ζίζεκ, στην «κανονικότητα» που θέλουν να φέρουν πίσω οι Δημοκρατικοί, χωρίς να τους νοιάζει αν θα αλλάξουν κάτι, παρά μόνο να κερδίσουν τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο Ζίζεκ, κατά τις προεδρικές εκλογές του 2016, είχε υποστηρίξει τον Τραμπ έναντι της Κλίντον, προσφέροντας στην ακαδημαϊκή κοινότητα ένα κίνητρο να του επιτεθούν. Ο ίδιος έμεινε πιστός στην απόφασή του, με τη δικαιολογία ότι ο Τραμπ είναι η μόνη ευκαιρία της Αριστεράς στις ΗΠΑ να ξυπνήσει. Και ίσως να είχε δίκιο. Το φαινόμενο Μπέρνι Σάντερς, που συντάραξε την Αμερική κατά τις εσωκομματικές εκλογές με την Κλίντον το 2016, το 2020 φαίνεται να είναι ο πρωτοπόρος για το χρίσμα, με το «νέο αίμα» των Δημοκρατικών, Πίτερ Μπούτιτζετζ, να τον ακολουθεί από πίσω. Ο πρώτος έχει λάβει την υποστήριξη των περισσότερων συνδικάτων στις ΗΠΑ, της νεανικής και προοδευτικής πτέρυγας των Δημοκρατικών (Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ, Ιλχάν Ομάρ), αλλά και του Δημάρχου της Νέας Υόρκης, Μπιλ ντε Μπλάζιο. Ο Μπούτιτζετζ δεν έχει τα δυνατά ονόματα και τις σημαντικές οργανώσεις που υποστηρίζουν τον Σάντερς, αλλά έχει λάβει αρκετούς υποστηρικτές από πολιτικούς, που προηγουμένως είχαν υποστηρίξει κεντρώους υποψήφιους, όπως τον Μπέτο Ο’ Ρουρκ, τη Καμάλα Χάρις και τον Κόρι Μπούκερ. Σημαντική ήταν η δημόσια υποστήριξη στο πρόσωπο του Δημάρχου Πιτ, από την πρώτη γυναίκα που εκλέχθηκε Αντικυβερνήτης της Καλιφόρνια, η ομογενής Ελένη Κουναλάκη, η οποία είχε διατελέσει για 3 χρόνια (2010-2013) πρέσβης των ΗΠΑ στην Ουγγαρία.
Πέραν αυτών όμως, ο Ζίζεκ βγήκε σωστός. Δε γνωρίζουμε αν η αμερικανική Αριστερά «ξύπνησε», αλλά σίγουρα έχει πάρει τα πάνω της, έχει το μομέντουμ και για κάποιους είναι η μόνη ευκαιρία να κερδίσουν τον Τραμπ. Άλλοι, όμως, φοβούνται ότι η τυχόν αριστερή στροφή των Δημοκρατικών θα είναι και η ταφόπλακά τους και η ήττα τους κατά κράτος από τους Ρεπουμπλικανούς, όπως ηττήθηκε ο Τζέρεμι Κόρμπιν από τον Μπόρις Τζόνσον στη Βρετανία.
Βλέπουμε, άρα, δύο σημαντικούς φιλοσόφους της εποχής μας να διαφωνούν για το ποιος είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να κερδίσει τον Τραμπ. Ο Ουόλζερ θεωρεί ότι ο ιδανικός αντίπαλος που θα κερδίσει τον Τραμπ θα ήταν ένας «κεντρώος» πολιτικός, που θα ενώνει, που θα αντισταθεί στην αχαλίνωτη παγκοσμιοποίηση και θα σταθεί στο πλευρό των λευκών εργατών, αλλά την ίδια στιγμή θα σταθεί και στο πλευρό των μειονοτήτων. Ο Ζίζεκ, από την άλλη, θεωρεί ότι ο Σάντερς είναι ο μόνος δρόμος να κερδίσουν οι Δημοκρατικοί τον Τραμπ και αυτό συμβαίνει, διότι, κατά τον ίδιο, η αμερικανική κοινωνία έχει ριζοσπαστικοποιηθεί. Και ο Μπέρνι Σάντερς και ο Ντόναλντ Τραμπ προσπαθούν να κερδίσουν, λόγω της αυξανόμενης δυσφορίας των πολιτών, στο οποίο και οι δύο πολιτικοί φιλόσοφοι αναγνωρίζουν ότι η αιτία της δυσφορίας είναι το οικονομικό σύστημα στο οποίο ζούμε.
Πλέον η Αμερικανική κοινωνία δεν έχει μονάχα ριζοσπαστικοποιηθεί, αλλά νέες αξίες έχουν εισβάλλει στο πολιτικο-κοινωνικό της σύστημα, με σημαντικότερες το Medicare For All (δημόσια καθολική υγεία) και το Green New Deal (ένα εμπνευσμένο πρόγραμμα στα πλαίσια του New Deal του Ρούσβελτ, αλλά με στόχο τη μετάβαση από την καπιταλιστική οικονομία, στην «πράσινη» οικονομία). Το μέλλον του Δημοκρατικού χρίσματος είναι αβέβαιο. Κανείς δεν είναι απόλυτο φαβορί (αν και μετά τη σημαντική νίκη του Σάντερς στη Νεβάδα, οδεύει να πάει νικητής στο συνέδριο του DNC, χωρίς να γνωρίζουμε όμως αν τελικά θα είναι αυτός που θα αντιμετωπίσει τον Τραμπ) και όλοι ξέρουν ότι οποιαδήποτε αστοχία ή λάθος θα τους στοιχήσει τις εκλογές, ανεξαρτήτως υποψηφίου.
Ο δρόμος για τη νίκη των Δημοκρατικών είναι στρωμένος με αγκάθια, με εκλογικό χάος (προκριματικές της Αϊόβα), αλλά και με έναν δισεκατομμυριούχο να μπαίνει στην κούρσα για το χρίσμα, ως ανάχωμα στην άνοδο του Μπέρνι Σάντερς. Το μόνο που μπορούμε να γνωρίζουμε είναι ότι αυτή η εκλογική κούρσα, που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2020 και θα λήξει τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, θα είναι από τις πιο σημαντικές στην ιστορία του Αμερικανικού έθνους.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία