Της Στέλλας Μίτιλη,
Δίκαιο και ηθική: Κανονικά, οι έννοιες θα έπρεπε να είναι ταυτόσημες… Είναι, όμως, στην πραγματικότητα; Και είναι τελικά εφικτό αυτό; Το πρόβλημα ξεκινάει ήδη από την αδυναμία να δώσουμε ακριβή ορισμό για την έννοια της «ηθικής»… Η συσχέτιση των δύο όρων έχει απασχολήσει από παλαιοτάτων χρόνων έναν μεγάλο αριθμό φιλοσόφων, νομικών και επιστημόνων, όπως τον Αριστοτέλη, τον Σοφοκλή, όπως φαίνεται πολύ χαρακτηριστικά στην Αντιγόνη, τον Ζαν Ζακ Ρουσσώ, τον Rawls, τον Kant, ίσως έναν από τους βασικότερους εκπροσώπους του Νομικού Θετικισμού και πολλούς άλλους. Πλήθος βιβλίων, έργων, λόγων για το συγκεκριμένο θέμα, ελάχιστα από τα οποία είναι δυνατό να συμπεριληφθούν στο παρόν άρθρο, το οποίο δεν μπορεί παρά να είναι λειψό μπροστά στην ανάλυση που χωρεί το εν λόγω θέμα.
Το ερώτημα «δίκαιο ή ηθική;» θέτει και το διαχρονικό, επίκαιρο και πολύ ενδιαφέρον θεατρικό έργο, «Terror», δικαστικό θρίλερ του Φέρντιναντ φον Σίραχ. Στο «σύγχρονο» έργο παρουσιάζεται ουσιαστικά η διεξαγωγή μιας δίκης με κατηγορούμενο τον Γερμανό επισμηναγό που κατέρριψε με δική του πρωτοβουλία ένα υπό ομηρία αεροσκάφος με 164 επιβάτες, προκειμένου να σωθούν οι 70000 θεατές του αγώνα που διεξαγόταν στο γήπεδο, όπου είχε δώσει εντολή ο τρομοκράτης να ρίξει το αεροσκάφος ο πιλότος. Με τους θεατές στην θέση των ενόρκων, στην παράσταση προβάλλονται μπροστά στα μάτια τους τα επιχειρήματα της μίας και της άλλης πλευράς, ενώ είναι στο χέρι τους το αν θα αποφασίσουν ως θύτες ή ως θύματα… Τα διλήμματα που προκύπτουν άπειρα, οι («περιφερειακοί») παράγοντες και οι συνθήκες που πρέπει να ληφθούν υπόψη πολλές· τα περισσότερα περιστρέφονται γύρω και από το δικό μας θέμα, όπως και κάθε άλλης παρόμοιας υπόθεσης, και κανείς δεν έχει καταφέρει ακόμα να απαντήσει απόλυτα…
Ελευθερία ή ασφάλεια; Μπορεί να αποφασίσει κανείς πότε πρέπει να πεθάνουν κάποιοι για να σωθούν κάποιοι άλλοι, περισσότεροι όσο αγνά και αν είναι τα κίνητρά του και υπό όση ψυχική πίεση και αν βρίσκεται; Και πότε αυτό είναι με βεβαιότητα αναγκαίο; Από την άλλη πότε πρέπει να τιμωρηθεί κανείς σε περίπτωση αδράνειάς του; Μήπως είναι αναίτια καταδικασμένος να είναι ένοχος; Και οι τύψεις αυτού που ατυχώς βρέθηκε σε αυτή την κατάσταση, αυτό το δίλημμα, ακόμη και σε πιο απλά ζητήματα, χωρίς να φταίει και χωρίς να είχε πρόθεση για τίποτε από αυτά; Και το βάρος της ευθύνης; Μήπως πρέπει απλώς κάποιος να τιμωρηθεί; Υπάρχει δίκαιη τιμωρία για κάτι τέτοιο και κατάλληλη νομική πρόβλεψη για την απόδοση «δικαιοσύνης»; Και αν τελικά δεν φταίει κανένας και απλώς υπάρχει η ανάγκη κατηγορίας κάποιου; Με μια προσεκτικότερη ματιά, αν υποτεθεί ότι ο μόνος επιζών ήταν ο τρομοκράτης, θα είχαμε τον άμεσα ένοχο και λίγο θα ασχολούνταν κανείς με τα υπόλοιπα γεγονότα… Γιατί στην περίπτωση θανάτου του να μην γίνει δεκτό απλώς ότι ο πραγματικός ένοχος είναι νεκρός; Κυριαρχεί το συναίσθημα ή η λογική; Μπορεί να υπάρξει ισορροπία και σωστή στάθμιση; Εν τέλει δίκαιο ή ηθική και ποια είναι τα όρια;
Αυτά και πολλά ακόμη ερωτήματα απασχολούν και θα απασχολούν τους ερμηνευτές του δικαίου, αλλά και κάθε συνειδητοποιημένο πολίτη. Τα διλήμματα αυτά, που προκύπτουν από το πολύ συγκεκριμένο αυτό φανταστικό περιστατικό, μπορούν να αναδειχθούν σε ένα γενικότερο πλαίσιο στα ερωτήματα που απασχολεί ολόκληρη την θεωρία και φιλοσοφία της επιστήμης του δικαίου. Θα ήταν, αν όχι αλαζονικό, τουλάχιστον επιπόλαιο να προσπαθήσω να απαντήσω σε αυτά, ενώ δεν κατάφεραν να το κάνουν απόλυτα τόσοι σπουδαίοι προηγούμενοι αναλυτές και μελετητές. Αξίζει ο περιορισμός στον προβληματισμό για αυτά τα ερωτήματα και μερικές αναφορές σε ήδη υπάρχουσες διαπιστώσεις και θεωρίες.
Παρατηρεί, λοιπόν, κανείς ότι το παραπάνω έργο θα μπορούσε να θεωρηθεί ίσως ένα παρόμοιο παράδειγμα με το γνωστό δίλημμα ηθικής ψυχολογίας, «Trolley problem» -γίνεται αναφορά και στην ίδια την παράσταση- καθώς, όπως θα διαπιστωθεί αμέσως παρακάτω, το θυμίζει πολύ. Σύντομα, σύμφωνα με αυτό, στις σιδηροδρομικές γραμμές είναι δεμένοι πέντε άνθρωποι και ένα τρένο πλησιάζει προς το μέρος τους χωρίς να μπορεί να σταματήσει και χωρίς να μπορούν να φύγουν. Ο μόνος τρόπος να σωθούν είναι να χρησιμοποιήσει ένας άνθρωπος, που βρίσκεται εκεί,ένα μοχλό και το τρένο να αλλάξει τροχιά, όπου,ωστόσο, βρίσκεται δεμένος ένας άλλος άνθρωπος. Νομικά, λόγω των υπαρχόντων διατάξεων των νόμων -χωρίς να κρίνεται απαραίτητη η ανάλυση, καθώς αυτό είναι θέμα- «συμφέρει» τον άνθρωπο να αφήσει το τρένο να σκοτώσει τους πέντε ανθρώπους… Δεν είναι μικρός ο αριθμός των ατόμων που απαντούν αυτό, ενώ περισσότεροι είναι εκείνοι που κρίνοντας ποσοτικά τάσσονται υπέρ της αλλαγής τροχιάς του τρένου, ώστε μόνο ένας να χάσει την ζωή του. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές αυτού του διλήμματος, μία εκ των οποίων είναι αυτή όπου δεν υπάρχει άλλος δρόμος να πάρει το τρένο και ο μόνος τρόπος να σταματήσει και να μην σκοτώσει τους πέντε άνδρες είναι να ρίξει ο άνθρωπος που παρακολουθεί από την από πάνω γέφυρα έναν βαρύ άνδρα που βρίσκεται κι εκείνος εκεί μπροστά του. Σε αυτή την περίπτωση είναι πιο δύσκολο για τους αναγνώστες να ταχθούν υπέρ αυτής της λύσης, ενώ αν κριθεί εκ του αποτελέσματος, δεν διαφέρει σε τίποτε από την προηγούμενη· και στις δύο περιπτώσεις, πεθαίνει ένας και σώζονται οι πολλοί… Όμως, μάλλον στην δεύτερη περίπτωση δείχνει πιο πολύ σαν φόνος από ό, τι στην δεύτερη, σωστά; Η φυσική-προσωπική επαφή κάνει την συνολική πράξη να φαίνεται περισσότερο βίαια και απάνθρωπη, ενώ παράλληλα με άλλους παράγοντες, όπως τη θρησκεία κ.λπ. ή ακόμα και με τις αρχές κάθε ανθρώπου και τα δεδομένα της κοινωνίας που δύσκολα θα επέτρεπαν ακόμα και να περάσει από το μυαλό κάποιου αυτή η λύση, είναι σχεδόν βέβαιο ότι κανείς δεν θα τολμούσε να το κάνει, ανεξαρτήτως της εκπαίδευσης που έχει λάβει. Ωστόσο, κι όμως η μόνη διαφορά είναι ακριβώς το πως φαίνεται, ενώ η επιλογή είναι η ίδια.
Στο τελευταίο παράδειγμα φαίνεται πραγματικά άδικο να πεθάνει κάποιος άλλος που υπό αυτές τις συνθήκες και τη φυσική ροή των πραγμάτων δεν θα πέθαινε. Και οι άλλοι όμως αθώοι δεν είναι; Εκείνοι δεν είναι άδικο να πεθάνουν, ενώ μάλιστα υπάρχει τρόπος να σωθούν; Και γιατί είναι λιγότερο άδικο για τον έναν στην περίπτωση αλλαγής τροχιάς του πρώτου παραδείγματος; Στην πραγματικότητα, δεν είναι. Όμως είναι ακριβώς αυτή η μοναδικότητα της ζωής κάθε ανθρώπου που δεν μπορεί να υπολογιστεί ποσοτικά… Απλώς είναι πιο φανερό και ξεκάθαρο στο δεύτερο παράδειγμα· τίποτε παραπάνω… Το απαραβίαστο και αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα στην ζωή… Αλήθεια, για την υπόλοιπη ζωή του ανθρώπου που άθελά του βρέθηκε σε αυτό το δίλημμα και την επιρροή που του έχει ασκήσει, ποια δικαιοσύνη πρέπει να αποδοθεί;
Μολονότι, για τον προβληματισμό για τα παραπάνω ερωτήματα περιοριστήκαμε κυρίως στην ανάλυση των παραπάνω ενδεικτικών παραδειγμάτων σχετικά με το δικαίωμα στη ζωή, το τελευταίο είναι το πιο κατάλληλο και πρόσφορο για την κατανόηση του γενικότερου ζητήματος και τον διαχωρισμό δικαίου και ηθικής και τις δυσχέρειες του… Δύο βασικοί ορισμοί, λοιπόν, που αξίζει να αναφερθούν στα πλαίσια του θέματος και για την καλύτερη κατανόησή του είναι οι εξής: Δίκαιο είναι το σύνολο των κανόνων που ρυθμίζουν τις σχέσεις των προσώπων σε μια κοινωνία με τρόπο «ετερόνομο», «επιτακτικό» και «εξαναγκαστικό» και δημιουργήθηκε με την ανθρώπινη θέληση του ανθρώπου. Από την άλλη οι κανόνες που πηγάζουν από την ηθική απευθύνονται προς τον εσωτερικό ψυχισμό του ανθρώπου και πηγάζουν από τη συνείδησή του, ενώ η συμμόρφωση προς αυτούς γίνεται οικειοθελώς. Από αυτούς τους δύο ορισμούς προκύπτουν και οι βασικές διαφορές τους σε θεωρητικό επίπεδο. Η ηθική προέρχεται από την ατομική θέληση των ατόμων και η μη συμμόρφωση στην «κοινωνική ηθική» και στο «κοινώς αποδεκτό» επιφέρει την αποδοκιμασία των υπολοίπων μελών, σε αντίθεση με το δίκαιο, που επιβάλλεται εξωτερικά, χωρίς να ζητεί τη συγκατάθεσή τους και επιβάλλει κυρώσεις σε όσους δεν συμμορφώνονται. Παραπάνω, αναφέρω ακριβώς το «κοινώς αποδεκτό» και όχι την ηθική γενικά, διότι ακριβώς αυτή αφίεται στην προσωπικότητα και την ατομική διάθεση του κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό ακριβώς και παραπάνω έγινε αναφορά στην αδυναμία να δώσουμε ακριβή ορισμό για την ηθική· όχι θεωρητικά, αλλά ουσιαστικά… Η ηθική είναι διαφορετική για κάθε άνθρωπο, εξαρτώμενη από διάφορες παραμέτρους… Δίκαιο και ηθική είναι κρίσεις που είναι δυνατό, αλλά όχι απαραίτητο να συμπίπτουν. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα σύγκρουσης δικαίου και ηθικής (π.χ. καθημερινά κοινωνικά προβλήματα και κοινωνική αλληλεγγύη, κλωνοποίηση και γενικότερα ζητήματα που ανακύπτουν από την εξέλιξη της τεχνολογίας κλπ). Το θέμα είναι να υπάρξει μια ισορροπία με την κοινωνική ενημέρωση και συναίνεση, ώστε να καταπολεμηθεί η ασυδοσία και η αυθαιρεσία για μια αρμονική συμβίωση.
Επανερχόμενοι στον προηγούμενο συλλογισμό, στο δικό μας έργο, καταλήγουμε σε όμοια ζητήματα: Είναι τελικά η ζωή κάθε ανθρώπου μοναδική και έχει την ίδια αξία ή η αρχή αυτή ανακαλείται σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης, όπως π.χ. μια τρομοκρατική επίθεση; Εν τέλει, οι όροι «ήθος, συνείδηση, κοινή λογική, δίκαιο» είναι πολύ ευαίσθητοι, μεταβάλλονται από περίπτωση σε περίπτωση και από τη φύση τους δεν δίνουν την δυνατότητα βεβαιότητας για το ποια είναι «ορθή πράξη» και αν θα συνεχίζει να είναι σε μια άλλη περίπτωση…Οι διάφοροι συσχετισμοί, οι υπολογισμοί, οι σταθμίσεις, το ζύγισμα των ανθρώπινων ψυχών δεν μπορούν παρά να αφήνουν πάντα να αμφιβάλλουμε…Αυτό είναι που πρέπει να δεχτούμε… Το δίκαιο δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα, ώστε να μπορούν να ρυθμιστούν οι πιο απλές, αλλά και οι πιο περίπλοκες υποθέσεις, χωρίς να επικρατήσει το χάος… Και ακόμη κι αν υπάρχει διαφωνία για τα όσα προβλέπει από άποψη ηθικής, θα πρέπει απλώς να ακολουθηθεί, ίσως και στα όρια υποταγής σε αυτόν, καθώς απλώς δεν θα υπάρξει ποτέ άλλος τρόπος ρύθμισης, χωρίς να υπάρχουν πάντα διαφωνίες και πάντα άδικο… Γι’ αυτό και δημιουργήθηκε· Ο άνθρωπος χρειαζόταν κάτι να «υποταχθεί», για να μην ακολουθεί πάντα το προσωπικό του συμφέρον ή ίσως την ηθική του, να μην συγκρούεται και να καταφέρει να συνυπάρξει. Πρόκειται για ένα προϊόν συμβιβασμού μεταξύ διαφόρων άδικων επιλογών ως προς την αξία κάθε εννόμου αγαθού και μολονότι, η ηθική θεμελιώνει το δίκαιο, το δίκαιο δεν αντιπροσωπεύει πάντα την ηθική… Είναι απόλυτα συνδεδεμένα και συγχρόνως, απόλυτα διακριτά.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1999, έχει καταγωγή από τον Τύρναβο και είναι φοιτήτρια της Νομικής Σχολής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αποτελεί ενεργό μέλος της AIESEC και έχει συμμετάσχει σε πληθώρα φοιτητικών προσομοιώσεων, συνεδρίων και σεμιναρίων, όπως το MRC 2018, το EuroPA.S 2019 και το 23ο Πανελλήνιο Κοινοβούλιο Νέων της SAFIA. Έχει ασχοληθεί με την ρητορική, έχει γίνει μέλος σε ομάδες, και έχει παρακολουθήσει ομιλίες ποικίλης θεματολογίας. Γνωρίζει την Αγγλική γλώσσα και έχει συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα Erasmus+ στο Τορίνο. Παίζει πιάνο και γενικότερα ασχολείται με την μουσική, λατρεύει τα ταξίδια και τις ταινίες. Έχει έντονο ενδιαφέρον για διεθνή, νομικά και κοινωνικά ζητήματα.