Της Τάνιας Βράνου,
Έχεις νιώσει καμιά φορά μειονεκτικά επειδή είσαι γυναίκα; Σίγουρα σου ‘χει τύχει. Έχεις ακούσει αρκετά υβριστικά σχόλια όταν οδηγείς, επειδή είσαι γυναίκα. Έχεις δεχθεί ψυχολογική πίεση για να μην αποδεκτείς κάποια υψηλόβαθμη θέση εργασίας, επειδή είσαι γυναίκα. Έχεις δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας, στο λεωφορείο, στο δρόμο, επειδή είσαι γυναίκα. Έχεις βιώσει σεξουαλική κακοποίηση, επειδή είσαι γυναίκα. Έχεις δολοφονηθεί, επειδή είσαι γυναίκα.
Δεν μίλησες γιατί φοβήθηκες, γιατί ντράπηκες, γιατί σκέφτηκες ότι θα σε αμφισβητήσουν, γιατί σε απέτρεψαν από το να το καταγγείλεις, γιατί σε απείλησαν, γιατί δεν πρόλαβες. Προσωπικά, εσύ μπορεί να μην έχεις βρεθεί ποτέ σε μια από τις παραπάνω θέσεις, αλλά σίγουρα κάθε φορά που ακούς ή παρακολουθείς ένα τέτοιο περιστατικό έμφυλης βίας, ένα σφίξιμο σε πιάνει, ένας κόμπος στο λαιμό, σκέφτεσαι πως θα μπορούσες να ήσουν εσύ στη θέση αυτή, σε κατακλύζει ο φόβος και η λύπη για τη γυναίκα αυτή, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όμως, το έχεις ξεχάσει κι έχεις γυρίσει στην «κανονική σου ζωή».
Η ανθρωποκτονία, λοιπόν, από πρόθεση εις βάρος γυναικών, εξαιτίας του φύλου τους, ορίζεται ως γυναικοκτονία. Κάθε μέρα δολοφονούνται παγκοσμίως 137 γυναίκες από κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο, πατέρα, αδερφό, νυν ή πρώην σύντροφο που επιθυμεί να αποδείξει στον εαυτό του και στους γύρω του ότι αυτός είναι που εξουσιάζει το θύμα. Ο θύτης παίρνει τη θέση του τιμωρού που πρέπει να συνετίσει τη γυναίκα που έχει ξεπεράσει τα όρια που της έχει θέσει ο ίδιος και ο κοινωνικός τους περίγυρος.
Παλιότερα, αυτό το εγκληματολογικό φαινόμενο οριζόταν ως «έγκλημα πάθους» ή «έγκλημα τιμής». Έτσι φρόντιζαν να το δικαιολογήσουν. Παρελθοντικός χρόνος; Μην ξεγελιέσαι… Ακόμη και σήμερα, έχουν μείνει αυτές οι ορολογίες, ακόμη και σήμερα, έτσι δικαιολογείται. Λίγη ζήλια, λίγη προστασία, λίγο αλκοόλ, λίγο πάθος, λίγα ψυχοφάρμακα κι αθώος ο ένοχος, γιατί «δεν είναι κακό παιδί» και «δεν είχε δώσει ποτέ δικαιώματα», «η αγάπη βλέπεις όπλισε το χέρι του».
Συνηθίζουμε μ’ αυτή τη δικαιολογία να τοποθετούμαστε στη θέση του θύτη και όχι του θύματος. Θεωρούμε ότι έχει κάποιο μερίδιο ευθύνης το θύμα και δικαιολογούμε τον θύτη. Πιστεύουμε ότι η συμπεριφορά του θύματος δημιούργησε την αφορμή. Έτσι, δημιουργείται η έμφυλη βία. Στηρίζεται στις απαρχαιωμένες αντιλήψεις που υπονομεύουν τη θέση της γυναίκας. Σε θεωρώ ιδιοκτησία μου, είμαι πιο δυνατός από σένα, άρα μπορώ να σε χτυπήσω, να σε σκοτώσω, να σε βιάσω. Έτσι καταλήγουμε σήμερα να μιλάμε για γυναικοκτονίες.
Αυτές ακριβώς οι στερεοτυπικές αντιλήψεις συμβάλλουν στην ατιμωρησία των ενόχων και με τη σειρά τους, ενισχύουν τέτοιες εγκληματικές συμπεριφορές. Εκτός απ’ αυτό, όμως, εθελοτυφλούμε σ’ ένα άκρως εγκληματολογικό φαινόμενο, γιατί πολύ απλά πιστεύουμε ότι τα εγκλήματα αυτά συμβαίνουν σε ανθρώπους με διαφορετική εθνοπολιτισμική προέλευση απ’ τη δική μας, σε οικογένειες που προέρχονται από χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Αδιαφορούμε γιατί πιστεύουμε ότι δε θα συμβεί ποτέ σ’ εμάς. Σωπαίνουμε γιατί δε θέλουμε να μπλεκόμαστε στα οικογενειακά άλλων. Δεν πιστεύουμε ότι κι εμείς μπορεί ν’ απειλούμαστε παντού. Στο σπίτι, στο δρόμο, στο αυτοκίνητο. Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πολύ απλά ότι θα μπορούσαμε να ήμασταν εμείς αυτή η γυναίκα που δε συμμορφώθηκε με τους «κανόνες». Η αδιαφορία, όμως, και η σιωπή, δηλώνουν συνενοχή.