Του Βασίλη Δόγκα,
Η εταιρεία Netflix ιδρύθηκε το 1997 από τον Marc Randolph και τον Reed Hastings και τα κεντρικά της γραφεία βρίσκονται στο Los Gatos, στην Καλιφόρνια. Ο Randolph ήταν συνιδρυτής της «MicroWarehouse», μιας εταιρείας ηλεκτρονικών υπολογιστών, ενώ αργότερα έγινε αντιπρόεδρος του τμήματος μάρκετινγκ της «Borland International». Ο Hastings ήταν καθηγητής μαθηματικών και ίδρυσε την «Pure Software», η οποία πρόσφατα πουλήθηκε έναντι 700 εκατομμυρίων δολαρίων. Ο Randolph είχε την ιδέα της online πώλησης υπηρεσιών ή προϊόντων, αλλά δε μπορούσε να αποφασίσει τι θα πωλούσε. Αργότερα, η ιδέα του Netflix γεννήθηκε όταν ο Hastings αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο 40 δολαρίων, επειδή ξέχασε να επιστρέψει την ταινία «Apollo 13», που είχε νοικιάσει.
Η παραγωγή περιεχομένου ξεκίνησε το 2013, με πρώτη της σειρά το House of Cards, ενώ η παραγωγή ταινιών και τηλεοπτικών σειρών της έχει επεκταθεί από τότε, προσφέροντας περιεχόμενο με την επωνυμία “Netflix Original”, στην online πλατφόρμα της. Το Netflix κυκλοφόρησε περίπου 126 πρωτότυπες σειρές και ταινίες το 2016, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο δίκτυο ή καλωδιακό κανάλι. Τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου, ανακοινώθηκε ότι έχει 74 εκατομμύρια συνδρομητές, πλην των 44 εκατομμυρίων χρηστών του στις ΗΠΑ. Από τον Οκτώβριο του 2017, είχε περίπου 109 εκατομμύρια συνδρομητές παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων 52 εκατομμυρίων συνδρομητών στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι προσπάθειές της, όμως, να παράγει νέο περιεχόμενο, να εξασφαλίσει τα δικαιώματα για πρόσθετο περιεχόμενο και να διαφοροποιηθεί μέσω 190 χωρών, οδήγησαν την εταιρεία να συγκεντρώσει χρέη 21,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τον Σεπτέμβριο του 2017. Το Netflix ανακοίνωσε ότι, κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2019, αύξησε τους συνδρομητές του κατά 8,76 εκατομμύρια, φθάνοντας πλέον τα 167 εκατομμύρια παγκοσμίως. Η εταιρεία δήλωσε ότι αναμένει περίπου 7 εκατομμύρια (!) νέους συνδρομητές στο πρώτο τρίμηνο του 2020, με την Ασία να είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη αγορά του.
Όσον αφορά την εγχώρια αγορά του και πιο συγκεκριμένα της Βόρειας Αμερικής, το Netflix εμφανίζει ήδη πτωτική συμπεριφορά, καθώς στο τέταρτο τρίμηνο του 2019 προσέθεσε 420.000 νέους συνδρομητές, λιγότερους από τους 600.000 που είχε προβλέψει. Η εταιρία απέδωσε μία παρατηρούμενη υστέρηση των εσόδων της, στην πρόσφατη αύξηση των τιμών των συνδρομών της, αλλά και στην εμφάνιση, επιτέλους, ανταγωνιστών που ακούνε στο όνομα «Apple TV+» και «Disney+». Ο λεγόμενος «πόλεμος του streaming» έφτασε στο ζενίθ του τον Νοέμβριο του 2019, μετά τη σχεδόν ταυτόχρονη εμφάνιση των προαναφερθέντων υπηρεσιών, με τιμές συνδρομής χαμηλότερες σε σχέση με αυτές του Netflix, με σκοπό την προσέλκυση πελατών. Στο παιχνίδι μπαίνουν επίσης το «Amazon Prime», το «Hulu» μεταξύ άλλων, ενώ θα ακολουθήσει και το «HBO Max» της Warner Media.
Εδώ και χρόνια το Netflix βρίσκεται στην κορυφή του streaming παγκοσμίως, χάρη στον συνεχή εμπλουτισμό του περιεχομένου με νέες ταινίες και σειρές δικής του παραγωγής, αλλά και στο γεγονός ότι έχει εκτοξεύσει στα ύψη τον δανεισμό του, περίπου 15 δισεκατομμύρια δολάρια σε μακροχρόνια δάνεια στο τέλος του 2019. Όλα τα παραπάνω έχουν αρχίσει να ανησυχούν τους επενδυτές στη Γουόλ Στριτ, έχοντας τη μετοχή του Netflix να κινείται σήμερα περίπου 4% χαμηλότερα σε σχέση με πέρυσι. Το στοίχημα που φαίνεται να βάζει η εταιρία είναι στα δυνατά χαρτιά που έριξε στο παιχνίδι μερικούς μήνες πριν, όπως τον «Ιρλανδό» ή τη συνέχιση της σειράς «Το Στέμμα» και άλλες σειρές ή ταινίες που φαίνεται να της δίνουν σαρωτικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Οι ανταγωνιστές βέβαια, δεν αναμένεται να καθίσουν με τα χέρια σταυρωμένα, ιδίως η Disney, με το πλεονέκτημα που έχει εδώ και δεκαετίες στον χώρο του θεάματος, ενώ η Apple TV+ είναι ήδη διαθέσιμη σε περισσότερες από 100 χώρες (έναντι 190 χωρών του Netflix). Οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν ότι το 2020 θα είναι ένα δυσκολότερο έτος για το Netflix, απ’ότι ήταν το 2019. Η απάντηση του κολοσσού είναι η συνέχιση της εξάπλωσής του διεθνώς, με περισσότερες παραγωγές και σε γλώσσες πέραν των αγγλικών. Και για να αποδείξει του λόγου το αληθές, προβαίνει στη δημιουργία μίας νέας βάσης στο Παρίσι και συμπλήρωσε ότι θα επενδύσει σοβαρά σε δεκάδες νέες γαλλικές σειρές και ταινίες, με σκοπό την επίτευξη των μακροχρόνιων στόχων της και την αντιμετώπιση του πρωτοφανούς ανταγωνισμού της.