15 C
Athens
Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ νομοθεσία στο ποτήρι μας: ελληνικοί οίνοι και νομοθεσία

Η νομοθεσία στο ποτήρι μας: ελληνικοί οίνοι και νομοθεσία


Της Κωνσταντίνας Οικονόμου, 

Όποιο κι αν είναι το φινίρισμα ενός εμφιαλωμένου οίνου, το σίγουρο είναι ότι διατηρεί μακρά παράδοση στην ελληνική πολιτισμική ιστορία. Εδραιώνοντας την εμφάνισή του από την νεολιθική κιόλας περίοδο, θα γνωρίσει ιδιαίτερη ανάπτυξη μεταξύ του 13ου και 11ου αιώνα π.Χ. και θα αποκτήσει εξέχουσα θέση στη διατροφική καθημερινότητα των αρχαίων Ελλήνων όσο κανένα άλλο αλκοολούχο προϊόν. Εν τέλει, θα καταφέρει να αποτελεί αναπόσπαστο αγαθό της εξαγωγικής τους δραστηριότητας.

Ως προέκταση της οινικής αυτής παράδοσης παρουσιάζεται η σύνδεσή της με τη μεταγενέστερη βυζαντινή-χριστιανική θρησκεία και εν συνεχεία, η ανά τους αιώνες μεταλαμπάδευση της τεχνογνωσίας και της αφοσίωσης στην παραγωγή οίνου, έως τη σύγχρονη εποχή. Πόσα δεδομένα, όμως, έχουν μεταβληθεί από τότε έως τώρα; Πόσες προϋποθέσεις οφείλει να πληροί πλέον ο οίνος, προκειμένου να βρεθεί στο ποτήρι μας; Πόση έμφαση πρέπει να δοθεί στον τόπο γέννησής του;

Η αναγέννηση και σταδιακή ανάκαμψη της οινικής παραγωγής στο ελληνικό στερέωμα, που συντελείται τον τελευταίο περίπου μισό αιώνα από τη δεκαετία του 1960, υπαγόρευσε την ανάγκη θεσμοθέτησης και συνολικής νομικής πλαισίωσης του γεωργικού αυτού εγχειρήματος. Έναυσμα της σημερινής νομοθεσίας αποτέλεσε η καθιέρωσή της το 1971. Από τα σημαντικότερα στοιχεία που κατοχυρώθηκαν υπήρξε η διάκριση των οίνων, από τον νομοθέτη, σε δύο βασικές κατηγορίες: α)τους οίνους προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ) και προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης (ΠΓΕ) β)τους επιτραπέζιους οίνους. Πριν το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και για αρκετά χρόνια μετέπειτα, η υποανάπτυκτη και σαθρή καλλιέργεια του οίνου περιοριζόταν στην παραγωγή επιτραπέζιων οίνων κατά κόρον, ενώ εξαίρεση αποτελούσε μόνο το γλυκό μοσχάτο Σάμου, το οποίο εμφανιζόταν στην αγορά με γεωγραφική ένδειξη καταγωγής. Περιεχόμενο του τίτλου ΠΟΠ αποτελούν οι οίνοι ΟΠΑΠ (ονομασία προέλευσης ανωτέρας ποιότητας), ΟΠΕ (ονομασία προέλευσης ελεγχόμενη), οι οίνοι «γλυκύς φυσικός» και οι οίνοι «φυσικώς γλυκός». Αντίστοιχα ο τίτλος ΠΓΕ αξιοποιείται για να δηλώσει τους τοπικούς οίνους και τους οίνους με «ονομασία κατά παράδοση», στους οποίους συγκαταλέγονται η Ζακυνθινή βερντέα και η ρετσίνα.Οι παραπάνω τίτλοι πλαισιώνουν ιστορικές οινοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας και τις ποικιλίες τους, συμβάλλοντας στη διαφύλαξη της οινικής πολιτισμικής κληρονομιάς. Στο καίριο αυτό εγχείρημα συνετέλεσε η εγκαθίδρυση του κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (από το 1981 με την εισαγωγή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή ένωση), με την προσχώρηση κοινών για το ευρωπαϊκό στερέωμα κανονισμών, όσον αφορά τη γεωγραφική κατανομή και τις προϋποθέσεις απόκτησης τίτλων προέλευσης (ΕΕ 1308/2013 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωγραφικής προέλευσης και ΕΕ 251/2014 για τον ορισμό, περιγραφή, παρουσίαση και προστασία γεωγραφικών ενδείξεων).

Οι παραγωγείς οφείλουν να συμμορφώνονται με τις αυστηρές δεσμεύσεις της νομοθεσίας, οι οποίες ενδεικτικά περιλαμβάνουν: αποκλειστική προέλευση των σταφυλιών από τη γεωγραφική ζώνη προέλευσης, τοποθέτηση οινοποιείου στη γεωγραφική ζώνη, υποχρεωτική ενδεικτική ταινία ασφαλείας στο στόμιο της φιάλης (άρθρο 5 βασιλικού διατάγματος 423/1970), προκειμένου να λαμβάνουν επάξια τον τίτλο ΠΟΠ ή ΠΓΕ. Επακόλουθο της τιτλοδότησής τους είναι το δικαίωμα αναγραφής στην ετικέτα του οίνου του χρόνου ωρίμανσης ή παλαίωσής του σε βαρέλι ή φιάλη (réserve, grande réserve, cava, τα οποία καθορίζονται από το ΦΕΚ 179Β/19-12-2002 και ΦΕΚ 875Β/28-06-2005), του αλκοολικού βαθμού, τα στοιχεία και τη διεύθυνση του παραγωγού, καθώς και χαρακτηριστικά της οινοποιητικής διαδικασίας.

Επιπρόσθετα και αναφορικά με την εμφιάλωση των οίνων ΠΟΠ και ΠΓΕ, οφείλει να πραγματοποιείται σε γυάλινες φιάλες και ως το 2005 αποκλειστικά με πώμα από φυσικό φελλό, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι κατάλληλες συνθήκες συντήρησης και να αποφευχθούν ενδεχόμενες αλλοιώσεις. Επιτακτική είναι εξίσου και η τήρηση των ορίων προσθήκης διοξειδίου του θείου (θειώδης ανυδρίτης) στην παραγωγή οίνου, η οποία ανέρχεται σε 200mg/lt για τα λευκά κρασιά, 160mg/lt για τα ερυθρά και σε 250mg/lt για τα γλυκά κρασιά. Η οριοθέτηση, καθώς και η αναγραφή της ποσόστωσης των θειώδων στην ετικέτα του εκάστοτε οίνου, υπαγορεύεται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία από το 2004. Καθοριστικός είναι επίσης ο χρόνος ωρίμανσης των οίνων, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση 280557/9-06-2005 (ΦΕΚ 818Β/15-06-2005).Τέλος, δε θα μπορούσαμε να μην κάνουμε μια σύντομη αναφορά στο ραγδαία αναπτυσσόμενο κίνημα των φυσικών κρασιών ή αλλιώς «natural wines». Η νέα αυτή οινοποιητική τάση των τελευταίων ετών έχει γνωρίσει σημαντική άνθιση λόγω της ροπής του καταναλωτικού κοινού προς τα προϊόντα με βιολογικές προδιαγραφές. Στην πραγματικότητα, όμως, η «πρωτοφανής» αυτή τάση χρονολογείται έως και 8000 χρόνια πριν, προτού εφευρευθούν οι μεταγενέστερες καλλιεργητικές και οινολογικές τεχνικές. Επομένως, ένας οίνος δύναται να χαρακτηριστεί φυσικός, εφόσον παράγεται από ένα αμπέλι μικρών αποδόσεων, από βιολογικά σταφύλια, με χειρωνακτικό τρύγο και φυσική οινοποίηση, με απουσία προσθήκης ζάχαρης και βιομηχανικών ζυμών, ενώ επιτρέπονται μόνο ιθαγενείς άγριες ζύμες που διαθέτει το ίδιο το σταφύλι. Γενικά, η προσθήκη του θειώδους στοιχείου δεν επιτρέπεται σε κανένα στάδιο της οινικής παραγωγής, παρά εισάγεται ελάχιστη ποσότητα κατά την εμφιάλωση, ενώ η συνολική παρουσία του δεν ξεπερνά τα 25mg/lt για τα λευκά και τα 10mg/lt για τα ερυθρά. Δυστυχώς, ωστόσο, οι φυσικοί οίνοι δεν αποτελούν κατοχυρωμένη κατηγορία και συνεπώς, δεν καλύπτονται από εγκεκριμένη νομοθεσία. Η νομοθετική κάλυψη των φυσικών οίνων, καθώς και ο εμπλουτισμός της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας κρίνεται απαραίτητος, δεδομένης της διεύρυνσης της εμπορικότητας των ελληνικών οίνων.


Πηγές

Κωνσταντίνα Οικονόμου

Γεννημένη στην Αθήνα, αλλά όπου κι να ταξιδέψει αισθάνεται σπίτι. Σπουδάζει Νομική, γιατί η επιστήμη αυτή σε κάνει περισσότερο άνθρωπο και αγαπά τις ξένες γλώσσες όσο και το καλό φαγητό. Μονίμως αμφισβητεί και διερωτάται, γιατί αυτός είναι ο μόνος δρόμος προς την γνώση. Το γράψιμο είναι για εκείνη το μπαλέτο των λέξεων, ένας τρόπος να ισορροπήσει συναίσθημα και ρεαλισμό.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Οικονόμου
Κωνσταντίνα Οικονόμου
Γεννημένη στην Αθήνα, αλλά όπου κι να ταξιδέψει αισθάνεται σπίτι. Σπουδάζει Νομική, γιατί η επιστήμη αυτή σε κάνει περισσότερο άνθρωπο και αγαπά τις ξένες γλώσσες όσο και το καλό φαγητό. Μονίμως αμφισβητεί και διερωτάται, γιατί αυτός είναι ο μόνος δρόμος προς την γνώση. Το γράψιμο είναι για εκείνη το μπαλέτο των λέξεων, ένας τρόπος να ισορροπήσει συναίσθημα και ρεαλισμό.