Του Φάνη Γραμμένου,
Εν έτει 2020, η συσσώρευση ετερογενών πληθυσμών, θρησκειών και πολιτισμών στη Μέση Ανατολή, έχει αποτελέσει το πρόσφορο έδαφος για την «ωρίμανση» και την εξάπλωση του ισλαμικού τρομοκρατικού δικτύου στην ευρύτερη περιοχή, δημιουργώντας έτσι μια «ματωμένη» τάξη πραγμάτων. Μεταξύ των πλέον γνωστότερων τρομοκρατικών οργανώσεων παγκοσμίως, είναι η «Αλ-Κάιντα», γνωστή και ως «Αλ-Κάεντα», με ιδρυτή και ηγέτη της, μέχρι τη σύλληψή του το 2011, τον Οσάμα μπιν Λάντεν. Εντός του φάσματος των τρομοκρατικών της δραστηριοτήτων, ανάμεσα στις σημαντικότερες συγκαταλέγονται αυτές της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, με την πτώση των Δίδυμων Πύργων στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι επιθέσεις της 11ης Μαρτίου 2004 στη Μαδρίτη και αυτές της 7ης Ιουλίου 2005 στο Λονδίνο.
Αυτή την περίοδο όμως, η Αλ-Κάιντα έρχεται να απασχολήσει εκ νέου τη διεθνή κοινότητα όχι λόγω κάποιας της επίθεσης όπως θα περίμενε κανείς, αλλά λόγω της δολοφονίας του αρχηγού της, Κασίμ αλ Ρίμι. Κατόπιν δημοσιεύσεως του δελτίου τύπου του Λευκού Οίκου, η Αμερική αναλαμβάνει πλήρως την παρούσα ενέδρα θανάτου που στήθηκε στην Υεμένη, με τον Πρόεδρο Τραμπ να αναφέρει ότι με αυτό τον τρόπο περατώνονται στο εξής πράξεις ακραίας βίας εις βάρος αμάχων στην Υεμένη και διαφυλάσσεται η ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών δεδομένου μάλιστα, ότι υπήρχαν βάσιμες υποψίες για προσχεδιασμένες επιθέσεις κατά των τελευταίων. «Ο θάνατος του Κασίμ αλ Ρίμι υποβαθμίζει περαιτέρω την AQAP (Ισλαμική Οργάνωση Αλ-Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο) και το παγκόσμιο κίνημα της Αλ-Κάιντα και μας φέρνει πιο κοντά στην εξάλειψη των απειλών που αυτές οι ομάδες αποτελούν για την εθνική μας ασφάλεια», είπε μεταξύ άλλων ο Ντόναλντ Τραμπ.
Μια τέτοια εξέλιξη, με την ανάληψη εκ μέρους της αμερικανικής πολιτικής ηγεσίας της ευθύνης της δολοφονίας του αρχηγού της Αλ-Κάιντα, ενός εκ των παλαιότερων εχθρών της, διόλου παράξενη δεν είναι. Στις 6 Δεκεμβρίου 2019, είχαμε το θάνατο τριών ανθρώπων μέσα σε αεροναυτική βάση στην πολιτεία της Φλόριντα από τον Σαουδάραβα αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ. Παρά τη διαβεβαίωση του βασιλιά Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας για πλήρη εναντίωση της χώρας του προς τέτοιες ειδεχθείς πράξεις, το αμερικανικό κέντρο μελετών «SITE», που ειδικεύεται στην παρακολούθηση της δραστηριότητας τζιχαντιστών στο διαδίκτυο, κατονόμασε το δράστη, Μοχάμεντ αλ-Σαμράνι. Φαίνεται, λοιπόν, ότι το στίγμα του υποκινητή του θρησκευτικού εξτρεμισμού να έχει αμαυρώσει τις φαινομενικά φίλο-αμερικανικές προθέσεις του βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας.
Όλα τα ανωτέρω συνηγορούν στο γεγονός ότι τίποτα δε μένει ατιμώρητο στις διμερείς σχέσεις των κρατών, με τη θέληση του ισχυρού να επικρατεί σχεδόν πάντα. Έτσι και σε αυτή την περίπτωση, η Αμερική, έστω και με καθυστέρηση δύο μηνών, θέλησε να δώσει τη δική της απάντηση στο μεγαλύτερό της ίσως εχθρό, την τρομοκρατία, με τη δολοφονία ενός εκ των πολλών αρχηγών των οργανώσεων του ισλαμικού τρομοκρατικού δικτύου.
Γεννημένος στην Αθήνα το 1999 και κάτοικος Παλαιού Φαλήρου, έλκει την καταγωγή του από την Λακωνία την οποία αγαπά ιδιαίτερα. Φοιτεί στο 3ο έτος του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου και έχει ιδιαίτερη έφεση στο Διεθνές Δίκαιο και τα σύγχρονα πολιτικά ζητήματα. Έχει επίσης συμμετάσχει σε προσομοιώσεις δικών (MICC Poland, Greece 2019), καθώς και σε άλλα προσομοιωτικά μοντέλα οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Europa.S). Στην ομάδα του OffLine Post, έχει αναλάβει την συγγραφή άρθρων διεθνούς ενδιαφέροντος, για τα οποία πιστεύει πως οι νέοι πρέπει να έχουν ενεργό δράση.